Του Χρήστου Ν. Κώνστα
H εντολή του Πρωθυπουργού είναι σαφής: Η 4η Αξιολόγηση πρέπει να ολοκληρωθεί το συντομότερο δυνατό ώστε οι δύο εκθέσεις των “θεσμών”, αυτή της Κομισιόν κι εκείνη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, ταυτόχρονα να λειτουργήσουν ως αφορμή και αιτία για μια νέα σημαντική αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιοπιστίας της ελληνικής οικονομίας.
Στις πρώτες μέρες του Νοεμβρίου, η Κομισιόν θα εκδώσει τις “Φθινοπωρινές Προβλέψεις” για την Ευρωπαϊκή Οικονομία. Εκεί θα υπάρχουν οι πρώτες εκτιμήσεις για την πορεία της Ελληνικής Οικονομίας στο τρίτο και κυρίως το τέταρτο τρίμηνο του 2019 και φυσικά προβλέψεις για το 2020.
Σοβαρότερο πρόβλημα της 4ης Αξιολόγησης είναι οι εκκρεμότητες που άφησε η προηγούμενη κυβέρνηση και τώρα πρέπει να νομοθετηθούν από την αρχή, σωστά και με πλήρη ενημέρωση των εμπλεκομένων φορέων στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Μετά από μια εβδομάδα πυκνών και πολύωρων διαβουλεύσεων με τα τεχνικά κλιμάκια, σήμερα το μεσημέρι με μια “μικρή τελετή”, ξεκινά η 4η μεταμνημονιακή Αξιολόγηση της Ελληνικής Οικονομίας από τους επικεφαλής των “θεσμών” η πρώτη με κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
Η επίσκεψη των θεσμικών δανειστών, θα ολοκληρωθεί την Τετάρτη το απόγευμα.
Βασικός στόχος είναι να παρουσιαστούν, από το κάθε Υπουργείο που εμπλέκεται στις μεταμνημονιακές υποχρεώσεις της χώρας, τα χρονοδιαγράμματα των ενεργειών για την έγκαιρη ολοκλήρωσή τους.
Η επίσκεψη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου θα κρατήσει περισσότερο (μέχρι την Παρασκευή) γιατί σκοπός της δικής τους αποστολής είναι η σύνταξη της Έκθεσης του Άρθρου 4.
Ένα από τα ζητούμενα της 4ης Αξιολόγησης είναι η έγκαιρη εκταμίευση της δεύτερης δόσης (περίπου 640 εκατ. ευρώ) από τα SMP & ANFA (επιστροφές κερδών από ελληνικά ομόλογα που διακρατούν οι κεντρικές τράπεζες στην ευρωζώνη). Για να γίνει αυτό πρέπει να καλυφθούν τα περίπου 15 προαπαιτούμενα που άφησε ως κληρονομιά η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Περίοπτη θέση σ'' αυτή τη λίστα κατέχουν οι αποκρατικοποιήσεις (πώληση του 30% του «Ελ. Βενιζέλος», πώληση του ποσοστού στα ΕΛΠΕ, ΔΕΗ και φυσικά το Ελληνικό). Παράλληλα, οι θεσμοί αναμένεται να εξετάσουν την πορεία αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς ιδιώτες, την εισπραξιμότητα στη ρύθμιση των 120 δόσεων (διαδραματίζει ρόλο και για το εύρος των δημοσιονομικών περιθωρίων), καθώς και το πώς προχωρά το σχέδιο του υπουργείου Οικονομικών για την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων μέσω εταιρείας ειδικού σκοπού (APS).
Κατά την διάρκεια της περασμένης εβδομάδας, τα τεχνικά κλιμάκια των “θεσμών” μαζί με τα στελέχη του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, έχουν καταρτίσει αναλυτικά μακροοικονομικά μοντέλα με βάση τα οποία θα αξιολογηθούν οι προβλέψεις του Προϋπολογισμού 2020.
Η κυβέρνηση εκτιμά ότι τα μέτρα των φοροελαφρύνσεων που έχει ανακοινώσει ήδη ο Πρωθυπουργός παρά το γεγονός ότι αποτιμώνται σε “απώλεια εσόδων 1,2 δισ Ευρώ” τελικά -ακριβώς επειδή ενισχύουν την ανάπτυξη και τις θέσεις εργασίας- τελικά όχι μόνον θα οδηγήσουν σε αύξηση του ΑΕΠ μεγαλύτερη του 3% (όπως εκτίμησε και την περασμένη Παρασκευή ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας) αλλά επιπλέον θα φέρουν περισσότερα φορολογικά έσοδα που ανισταθμίζουν τις αρχικές απώλειες.
Από την πλευρά τους οι “θεσμοί” έχουν ήδη εντοπίσει τις 5 πιθανές εστίες δημοσιονομικού κινδύνου.
-Οι εκκρεμείς δικαστικές αποφάσεις για τα αναδρομικά,
-Η “επιτυχία;” της ρύθμισης των 120 δόσεων,
-Η δυναμική ανάκαμψης των εξαγωγών σ'' ένα ταραγμένο διεθνές περιβάλλον,
-Η στασιμότητα της οικονομίας της ευρωζώνης,
- Τα 150 εκατ. ευρώ για τις Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας (το κόστος για την ηλεκτροδότηση νησιών και ευπαθών ομάδων) που πρέπει να καταβάλλει το υπουργείο Οικονομικών στη ΔΕΗ.