Το αποτέλεσμα των εκλογών θα κρίνει την κατεύθυνση που θα ακολουθήσει η ελληνική οικονομία τα επόμενα χρόνια. Σε μία περίοδο που θα πρέπει αρχικά να ανακτηθεί η επενδυτική βαθμίδα για να αυξηθούν σημαντικά οι εισροές μακροπρόθεσμων επενδυτικών κεφαλαίων και να αξιοποιηθούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης. Σε μία περίοδο, επίσης, που θα πρέπει να μειωθεί περαιτέρω η ανεργία και να αυξηθούν οι μισθοί.
Ήδη, μεγάλοι επενδυτικοί οίκοι έχουν ξεκαθαρίσει ότι η ελληνική οικονομία θα πρέπει να συνεχίσει στον ίδιο δρόμο των τελευταίων ετών, ανεξάρτητα από τα κόμματα που θα σχηματίσουν τη νέα κυβέρνηση. Οι ίδιοι προκρίνουν ως το βέλτιστο σενάριο τη συνέχιση των πολιτικών που εφαρμόζει η σημερινή κυβέρνηση.
Ενδιαφέρον η ανάλυση της Citi για τις εκλογές. Η Citi ίσως είναι ο μοναδικός οίκος που δεν στέκεται απλά στα ποσοστά που δίνουν οι δημοσκοπήσεις αλλά προχωρά σε βαθύτερη ανάλυση, επισημαίνοντας μάλιστα τον κίνδυνο να προκύψει κυβέρνηση «ηττημένων» με τον ΣΥΡΙΖΑ να επιστρέφει στην εξουσία. Σύμφωνα με την αμερικανική τράπεζα, η παραμονή του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας στην κυβέρνηση, με μία ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, είναι καθοριστικός παράγοντας για να ανακτήσει η Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα.
Η Citi τονίζει ότι για να συμπεριληφθούν τα ελληνικά assets στα χαρτοφυλάκια μεγάλων επενδυτών, χρειάζεται το ελληνικό αξιόχρεο να έχει αναβαθμιστεί στην επενδυτική βαθμίδα τουλάχιστον από δύο οίκους. Είναι πολύ πιθανό να συμβεί κάτι τέτοιο, τονίζει, για να προσθέσει ότι την ίδια ώρα είναι υψηλή η πιθανότητα να επιβεβαιωθεί κάποιος από τους κινδύνους, όπως ο σχηματισμός κυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Στην πραγματική οικονομία, οι ελεύθεροι επαγγελματίες αντέδρασαν έντονα τις τελευταίες ημέρες στις δηλώσεις του πρώην υπουργού Εργασίας του ΣΥΡΙΖΑ, Γ. Κατρούγκαλου, περί επαναφοράς του συντελεστή 20% επί του εισοδήματος των ελεύθερων επαγγελματιών, για τον υπολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών. Στην αγορά κυριαρχεί η πεποίθηση ότι δεν πρέπει να επιστρέψουμε σε τακτικές υπερφορολόγησης και αποεπένδυσης, όπως συνέβη την περίοδο 2016-18, στη διάρκεια της οποίας ασκήθηκε περιοριστική πολιτική ύψους 11,4 δισ. ευρώ, επιπλέον των υψηλών πλεονασμάτων που είχαν συμφωνηθεί με τους πιστωτές, αλλά σε περαιτέρω ελάφρυνση των φορολογικών βαρών.
Ένα θέμα είναι η φορολογική αντιμετώπιση και η γενικότερη επιβάρυνση επιχειρήσεων, ελεύθερων επαγγελματιών και μισθωτών, ένα άλλο η προσέλκυση επενδύσεων και ένα τρίτο η διατήρηση των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης για να μπορούν να αυξηθούν οι μισθοί και να καταπολεμηθεί η ακρίβεια. Αν εξαιρέσουμε τις πρωτοφανείς συνθήκες της περιόδου 2020-2021 (βαθιά ύφεση το 2020 εξαιτίας της πανδημίας και απότομη ανάκαμψη του 2021), η ελληνική οικονομία εντυπωσίασε και το 2022 με ρυθμό 5%, ξεπερνώντας κάθε προσδοκία. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και φέτος με τον Κρατικό Προϋπολογισμό να προβλέπει μεγέθυνση του ΑΕΠ κατά 1,8% και τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις ξένων οίκων να ανεβάζουν τον πήχη στο 3,5%.
Μπορεί να συνεχίσει να τρέχει το ελληνικό ΑΕΠ με τέτοιο ρυθμό; Θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τις προτεραιότητες που θα θέσει η νέα κυβέρνηση.
Από την πλευρά της, η ING τονίζει ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει τις πιθανότητες με το μέρος του αν επιλέξει να πάει σε δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, ακόμη και αν σχηματίζεται κυβέρνηση συνεργασίας από τις πρώτες κάλπες. Και αυτό γιατί η ελληνική οικονομία σημειώνει πολύ καλές επιδόσεις, με τις επιπτώσεις της επανεκκίνησης να συνεχίζονται, την ανεργία να υποχωρεί και τον πληθωρισμό να παραμένει σε πτωτική τροχιά. Η ΝΔ έχει το όπλο της σταθερότητας απέναντι στην αλλαγή που υπόσχεται ο ΣΥΡΙΖΑ, σημειώνει.