Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Θα πραγματοποιηθεί τελικά η… μεγάλη έξοδος του ελληνικού δημοσίου στις αγορές τις επόμενες ημέρες ή η πολιτική αβεβαιότητα που έχει «πλακώσει» ξανά τη χώρα μπορεί να εμποδίσει ακόμη και μία «συμφωνημένη» έκδοση ομολόγου;
Ενώ όλα έδειχναν ότι ο ΟΔΔΗΧ ξεκινάει τις διαδικασίες, υπήρξε έντονη φημολογία για μετάθεση της έκδοσης 5ετούς ομολόγου για λίγες ημέρες εξαιτίας της πολιτικής έντασης και της πρόθεσης της Νέας Δημοκρατίας να καταθέσει πρόταση μομφής. Τελικά, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης αποφάσισε να μην προχωρήσει σε μια τέτοια κίνηση, όμως και πάλι το κλίμα είναι τεταμένο.
Όπως και να'' χει, η κυβέρνηση αποδεικνύει για μία ακόμη φορά ότι δεν μπορεί να διαχειριστεί τις σχέσεις με την επενδυτική κοινότητα και επιδεινώνει την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό. Σε μία συγκυρία που η Ισπανία και η Ιταλία – παρά τα δεδομένα προβλήματα κυρίως της δεύτερης - καταρρίπτουν κάθε ρεκόρ ζήτησης για τα ομόλογά τους, η Ελλάδα παραμένει στην ουσία αποκλεισμένη από τις αγορές, διαθέτοντας τα υψηλότερα επιτόκια στην Ευρώπη.
Χαρακτηριστικό του χάσματος που χωρίζει την Ελλάδα με την υπόλοιπη Ευρώπη είναι ότι το ελληνικό δημόσιο θα προχωρήσει μία έκδοση 5ετούς ομολόγου με επιτόκιο που ενδέχεται να ξεπεράσει το 3,5%. Στον αντίποδα, ηΙσπανία δέχθηκε προχθές προσφορές 47 δισ. ευρώ για μία 10ετή έκδοση 10 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα το κόστος δανεισμού της χώρας να καταγράψει χαμηλό 6 μηνών. Μία εβδομάδα νωρίτερα, η Ιταλία έσπασε και αυτή το ρεκόρ ζήτησης καθώς δέχθηκε προσφορές ύψους 35,5 δισ. ευρώ για 16ετές ομόλογο 10 δισ. ευρώ.
Παρ' όλα αυτά, η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να προβεί μετά την ψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών σε επικοινωνιακή αντεπίθεση με επίκεντρο την οικονομία, στην τελική ευθεία για τις εκλογές, όποτε αυτές και αν διενεργηθούν. Σύμφωνα με την στρατηγική που έχει καταστρώσει το Μέγαρο Μαξίμου, το δημόσιο θα προχωρούσε σε έκδοση 5ετούς ομολόγου προς τα τέλη Ιανουαρίου, το πολύ αρχές Φεβρουαρίου και θα περίμενε την αναβάθμιση από την Moody's την 1η Μαρτίου. Σε συνδυασμό με την εφαρμογή της κεντρικής λύσης για τα «κόκκινα» δάνεια και την περαιτέρω άρση των capital controls, ο Αλέξης Τσίπρας πιστεύει ότι μπορεί να ποντάρει στην οικονομία για να μην καταρρεύσει στις εκλογές.
Όσον αφορά την έκδοση ομολόγου, οι πληροφορίες θέλουν εδώ και καιρό να είναι «τακτοποιημένη», ήτοι να έχουν βρεθεί οι αγοραστές αφού θα συμμετέχουν όλες σχεδόν οι επενδυτικές τράπεζες. Αυτό, βέβαια, σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν… δοκιμάζει ακριβώς τα νερά για να αποφασίσει τις επόμενες κινήσεις της με στόχο την «πραγματική» έξοδο μέσω της έκδοσης 10ετούς ομολόγου κάποια στιγμή μέσα στο 2019, αλλά προχωρά σε μία κίνηση ψυχολογίας που σαφέστατα έχει προεκλογικά χαρακτηριστικά.
Είναι σαφές ότι η Ελλάδα πρέπει να επιστρέψει σταδιακά στις αγορές και να πείσει τους επενδυτές να αγοράσουν κρατικά ομόλογα με χαμηλά επιτόκια, όμως αυτό δεν μπορεί να γίνει μέσω συμφωνιών με μεγάλες επενδυτικές τράπεζες αλλά μόνο μέσω της εφαρμογής πολιτικών που οι αγορές κρίνουν ότι βάζουν την ελληνική οικονομία σε τροχιά σταθερής ανάπτυξης.
Το πολιτικό κλίμα και κυρίως το γεγονός ότι η κυβέρνηση πορεύεται πλέον με μειοψηφία οκτώ μήνες πριν την προγραμματισμένη διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών, αντανακλάται και στις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων. Η απόδοση του 10ετούς διαμορφώθηκε χθες στο 4,17%, πολύ κοντά στο επίπεδο του 4,22% που βρισκόταν όταν η Ελλάδα βγήκε επισήμως από τα μνημόνια τον περασμένο Αύγουστο.
Επίσης, αποδεικνύεται για μία ακόμη φορά ότι τα ελληνικά ομόλογα κινούνται έντονα ανοδικά σε περιόδους αναταράξεων αλλά δεν ακολουθούν την ίδια απότομη πορεία προς τα κάτω, όταν οι συνθήκες βελτιώνονται. Ενδεικτικά, η μεγάλη πτώση που παρατηρείται στα ομόλογα της Ισπανίας, της Ιταλίας και της Πορτογαλίας δεν επηρεάζει τόσο τους ελληνικούς τίτλους.
Τέλος, παρά το γεγονός ότι αν η το ελληνικό δημόσιο πετύχει επιτόκιο της τάξης του 3,5% θα είναι χαμηλότερο σε σύγκριση με προηγούμενες εκδόσεις, συνεχίζει να είναι υπερβολικά υψηλό. Διότι δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ελλάδα δεν βρίσκεται πλέον σε πρόγραμμα διάσωσης και πρέπει μέσα στον επόμενο χρόνο να έχει αποκαταστήσει τις σχέσεις με τις αγορές, ήτοι να πείσει τους επενδυτές να την δανείσουν με πολύ χαμηλότερα επιτόκια έτσι ώστε να μην εξαντλήσει το κεφαλαιακό απόθεμα των 26 δισ. ευρώ.