Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Στο 3,738% εκτινάχθηκε σήμερα η απόδοση του 10ετούς ομολόγου της Ιταλίας, που είναι το υψηλότερο επίπεδο από τις αρχές του 2014, ενώ το spread με τα γερμανικά ομόλογα ξεπερνά τις 330 μονάδες βάσης, προκαλώντας τεράστια ανησυχία στις αγορές για το πώς θα εξελιχθεί η κόντρα με την Ευρώπη.
Νωρίτερα, το χρηματιστήριο του Μιλάνου έκλεισε με πτώση 1,9%, με τον δείκτη FTSE MIB να κινδυνεύει πλέον να χάσει ακόμη και το επίπεδο των 19.000 μονάδων και τις μεγαλύτερες τράπεζες (UniCredit, Intesa Sanpaolo) να γράφουν απώλειες άνω του 3,3%. Ο κλοιός των αγορών σφίγγει εξαιρετικά επικίνδυνα για την Ιταλία ενώ σε λίγες ημέρες αναμένεται η ετυμηγορία των οίκων αξιολόγησης.
Εκφράζονται φόβοι ότι ενδεχόμενη υποβάθμιση –έστω κατά μία βαθμίδα που σημαίνει ότι τα ιταλικά ομόλογα θα παραμείνουν σε επενδυτική βαθμίδα και δεν θα κατρακυλήσουν στην κατηγορία junk – θα προκαλέσει ένα ντόμινο αρνητικών εξελίξεων που μπορεί να εξελιχθεί ακόμη και σε πιστωτική κρίση. Καταλαβαίνει, λοιπόν, κανείς τι θα μπορούσε να συμβεί στην περίπτωση που η S&P ή η Moody's αποφασίσουν να ρίξουν την Ιταλία στην κατηγορία των «σκουπιδιών».
Οι μέχρι σήμερα πληροφορίες θέλουν τους οίκους αξιολόγησης να προχωρούν σε… προειδοποιητικές βολές, ακριβώς για να μην πυροδοτηθεί μία απρόβλεπτη, σε ταχύτητα, ορμή και ένταση, κρίση και αν η ιταλική κυβέρνηση δεν δείξει σημάδια οπισθοχώρησης, τότε να «γκρεμίσουν» την πιστοληπτική αξιολόγηση της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης.
Σημειώνεται πως όσο αυξάνονται οι αποδόσεις των ιταλικών ομολόγων, τόσο μειώνεται η αξία τους, γεγονός που προκαλεί «τρύπες» στους ισολογισμούς των τραπεζών. Αν το ιταλικό δημόσιο καλείται να πληρώσει επιτόκιο 3% αντί για 1% για μία έκδοση, τότε τα ιταλικά ομόλογα που βρίσκονται… στον αέρα, θα πρέπει να πουληθούν με discount.
Έτσι αυξάνονται οι φόβοι σχετικά με τον τραπεζικό κλάδο και την ανάγκη ανακεφαλαιοποίησης, ενώ δεν μπορεί να αποκλειστεί ένα ντόμινο ανησυχιών που θα συμπαρασύρει σε πιστωτική κρίση για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, επιβαρύνοντας το κλίμα για όλο το φάσμα των ιταλικών τίτλων.
Η απόρριψη του ιταλικού προϋπολογισμού από την Κομισιόν και η αποστολή μιας ιδιαίτερα αυστηρής επιστολής στον Ιταλό πρωθυπουργό αποτελούν αναμενόμενες εξελίξεις. Η Κομισιόν ήταν δεδομένο ότι θα ζητούσε εξηγήσεις από την ιταλική κυβέρνηση καθώς της είχε κάνει συστάσεις για μείωση του ελλείμματος και ο Τζουζέπε Κόντε παρουσίασε έναν προϋπολογισμό με αυξημένο έλλειμμα.
Ο παράγοντας που επηρεάζει την αγορά ομολόγων και φέρνει αντιμέτωπη την Ιταλία με μία δύσκολη κατάσταση είναι η ρητορική της σύγκρουσης. Όλα δείχνουν ότι Ματέο Σαλβίνι και Λουίτζι Ντι Μάιο δεν είναι διατεθειμένοι να κάνουν πίσω. Παρά το γεγονός ότι οι πληροφορίες κάνουν λόγο για παρασκηνιακές ζυμώσεις μεταξύ Ρώμης – Βρυξελλών, θεωρείται βέβαιο ότι καμία από τις δύο πλευρές δεν θέλει να δείξει ότι υποχωρεί.
Η Κομισιόν είναι το κέντρο αποφάσεων και δεν θέλει να δείξει ότι κάνει εξαίρεση στην περίπτωση της Ιταλίας και επιτρέπει την αύξηση του ελλείμματος όταν το χρέος της χώρας είναι σε απαγορευτικά επίπεδα. Από την πλευρά της, η ιταλική κυβέρνηση θέλει να αποδείξει στους ψηφοφόρους της ότι τηρεί αυτά που υποσχέθηκε και ότι εφαρμόζει έναν προϋπολογισμό κόντρα στη λογική της λιτότητας.
Παρ' όλα αυτά, η Capital Economics εκτιμά ότι το ιταλικό ζήτημα δεν βρίσκεται ακόμη σε καθεστώς «κρίσης». Παρά την εχθρική ρητορική και την κλιμακούμενη ένταση, οι αναλυτές του οίκου εκτιμούν ότι η ιταλική κυβέρνηση θα κάνει μερικά βήματα πίσω πριν ξεσπάσει κρίση. Όμως και πάλι, η ζημιά ίσως έχει ήδη γίνει για την Ιταλία και ειδικότερα για τις ιταλικές τράπεζες.
Σύμφωνα με την Capital Economics, αυτό συμβαίνει γιατί οι τράπεζες έχουν μεγάλο ποσοστό του κρατικού χρέους, επίσης υψηλό ποσοστό «κόκκινων» δανείων και παράλληλα χαμηλή κεφαλαιακή βάση. «Επομένως, αν η κατάσταση κλιμακωθεί περαιτέρω, ο τραπεζικός κλάδος θα εντείνει αντί να απορροφήσει τις οικονομικές αναταράξεις», συμπληρώνει.