Και ενώ η εποχή των παχέων επενδυτικών αγελάδων φαίνεται να έχει περάσει, το θέμα του χρεών, έχει λάβει περίοπτη θέση στα ράφια με τους ελλοχεύοντες κινδύνους. Το θέμα αφορά Δημόσια χρέη, Εταιρικά χρέη αλλά και χρέη των νοικοκυριών. Και αυτό είναι λογικό. Διότι αφ’ ενός υπάρχει η έκθεση του Δεκεμβρίου 2021 του ΔΝΤ, που σημειώνει ότι τα Παγκόσμια Χρέη βρίσκονταν στα τέλη του 2020 στο επίπεδο ρεκόρ των 226 τρισ. δολαρίων και αφ’ ετέρου υπάρχει η κλιμακούμενη αύξηση των επιτοκίων του δολαρίου, που θέτει σε αμφισβήτηση τη δυνατότητα αποπληρωμής όλων αυτών των χρεών.
Σύμφωνα με τη μελέτη του ΔΝΤ, τα παγκόσμια χρέη αυξήθηκαν κατά 28% μόνο κατά τη διάρκεια του πρώτου χρόνου της πανδημίας, αγγίζοντας το 256% του παγκόσμιου Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ). Και αυτό συμβαίνει σε μια εποχή, που η υγειονομική κρίση δεν έχει απομακρυνθεί, που ο πόλεμος στην Ουκρανία κλιμακώνεται, που εξελίσσεται μια πρωτοφανής ενεργειακή κρίση, που η οικονομία αντιμετωπίζει ένα υψηλό πληθωρισμό και που το ενδεχόμενο της ύφεσης είναι περισσότερο ορατό παρά ποτέ.
Στο ακόλουθο διάγραμμα από την έκθεση του ΔΝΤ, καταγράφεται η πορεία του παγκόσμιου χρέους από το 1970 μέχρι το 2020, σαν ποσοστό του παγκόσμιου ΑΕΠ. Και την ίδια στιγμή αναλύεται η συμμετοχή του Δημοσίου χρέους, του επιχειρηματικού χρέους και του χρέους των νοικοκυριών σε αυτήν την εξίσωση.
H εκτόξευση του παγκόσμιου χρέους από το 2019 έως το 2020, οφείλεται σε σημαντικό βαθμό, στην αύξηση του Δημοσίου χρέους, που προκλήθηκε από τις προσπάθειες αντιμετώπισης των οικονομικών επιπτώσεων από την πανδημία. Στο ακόλουθο γράφημα βλέπουμε την αύξηση του Δημοσίου χρέους ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, σε όλον τον κόσμο, στις ανεπτυγμένες οικονομίες, στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, στις αναπτυσσόμενες οικονομίες χωρίς την Κίνα, στις χώρες χαμηλού εισοδήματος, στις ΗΠΑ και στην Κίνα κατά την περίοδο 2019-2020.
Έχει επίσης μεγάλο ενδιαφέρον και η σύγκριση με την αύξηση του χρέους σε σχέση με το ΑΕΠ, ανάμεσα στην περίοδο της χρηματοοικονομικής κρίσης του 2008-2009 και στην πρόσφατη περίοδο της πανδημίας Covid-19. Στο ακόλουθο γράφημα βλέπουμε συγκριτικά αυτά τα δυο ποσοστά κατά σειρά για όλον τον κόσμο, για τις ανεπτυγμένες οικονομίες, για τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, για τις αναπτυσσόμενες οικονομίες χωρίς την Κίνα, για τις χώρες χαμηλού εισοδήματος, για τις ΗΠΑ και για την Κίνα.
Το θέμα του Δημοσίου χρέους και του χρέους των νοικοκυριών, τελεί με την ευρύτερη έννοια υπό τη σκέπη των κυβερνήσεων. Και αφορά πολιτικές αποφάσεις. Εκείνο που αφορά την επενδυτική κοινότητα είναι το χρέος των εταιρειών. Σήμερα το ύψος του παγκόσμιου εταιρικού χρέους βρίσκεται στα $12 τρισ., δηλαδή στα ιστορικά υψηλά του, καταγράφοντας μια αύξηση του 300%, σε σχέση με το 2000.
Πώς επηρεάζει η παρούσα κρίση τον εταιρικό δανεισμό; Υποκρύπτει κινδύνους για τις λογιστικές καταστάσεις των εταιρειών; Τι συμβαίνει με τους επενδυτές, που έχουν εταιρικά ομόλογα στα χαρτοφυλάκια τους;
Ο εταιρικός δανεισμός μέσω της έκδοσης εταιρικών ομολογιακών δανείων θα μειωθεί. Τα υψηλότερα επιτόκια, η χαμηλότερη ρευστότητα, μαζί με την αποστροφή στο ρίσκο που συνοδεύει κάθε κρίση, λειτουργούν αποτρεπτικά για την προσφυγή στο ευρύ επενδυτικό κοινό. Και αυτό είναι ένα γεγονός που δυσκολεύει την ανάπτυξη όσων εταιρειών έχουν άμεση ανάγκη κεφαλαίων, αφού και η άντληση κεφαλαίων μέσω δημόσιων προσφορών μετοχών στα χρηματιστήρια, βαίνει μειούμενη.
Τα ήδη εκδοθέντα και κυκλοφορούντα εταιρικά ομόλογα, σε μια περίοδο χαμηλών επιτοκίων και θηριώδους ρευστότητας, δεν θα έχουν πρόβλημα εξυπηρέτησης για τις εταιρείες. Ωστόσο, οι νέες εκδόσεις, θα πρέπει να προσελκύσουν τους επενδυτές με υψηλότερες αποδόσεις, οι οποίες σε ένα υφεσιακό περιβάλλον, είναι αμφίβολο αν θα εξυπηρετούνται.
Όσον αφορά τη δευτερογενή αγορά εταιρικών ομολόγων, για την οποία υπάρχει έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον, το spread των αμερικανικών εταιρικών ομολόγων σε σχέση με τις αποδόσεις των αμερικανικών κρατικών τίτλων US Treasuries, έχει «ανοίξει», προσεγγίζοντας το 1,5% από 0,9% που ήταν προ εξαμήνου. Ας σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο spread τον Μάρτιο του 2020, είχε φτάσει στο 4%.
Η μείωση του εταιρικού δανεισμού που παρατηρείται σήμερα, είναι η πρώτη από το 2014. Την εκκίνηση, την έδωσαν οι αμερικανικές ενεργειακές εταιρείες που εκμεταλλευόμενες τις υψηλές τιμές των τελικών προϊόντων τους, αποπλήρωσαν οφειλές ύψους $155 δισ. Σύμφωνα με εκτιμήσεις των αναλυτών, το σύνολο της μείωσης των ομολογιακών δανείων για το 2022, θα φτάσει τα $270 δισ. Η εποχή των ισχνών επενδυτικών αγελάδων βρίσκεται ante portas.