Σήμα για επικείμενη επανεξέταση της στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, έδωσε η πρόεδρός της Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία εμφανίστηκε αισιόδοξη για την πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας αλλά επισήμανε τη σειρά αβεβαιοτήτων γύρω από το παγκόσμιο οικονομικό outlook.
Ειδικότερα, η κ. Λαγκάρντ, μιλώντας μετά τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, στο οποίο αποφασίστηκε τα επιτόκια παραμείνουν αμετάβλητα και να συνεχιστεί η υφιστάμενη νομισματική πολιτική, επισήμανε τα τελευταία οικονομικά στοιχεία καταδεικνύουν ότι η κατάσταση έχει σταθεροποιηθεί.
Ωστόσο σημείωσε ότι η ευρωπαϊκή οικονομία αντιμετωπίζει προκλήσεις, που όμως έχουν αμβλυνθεί με την υποχώρηση μέρος της αβεβαιότητας γύρω από το διεθνές εμπόριο. Στο πλαίσιο αυτό ανέφερε ότι η υπογραφή τής «πρώτης φάσης» της εμπορικής συμφωνίας ανάμεσα στην Κίνα και στις ΗΠΑ έχει περιορίσει ή εξαφανίσει την αβεβαιότητα στο μέτωπο αυτό.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ υπερασπίστηκε την πολιτική των χαμηλών επιτοκίων, υπενθυμίζοντας ότι αυτή έχει συμβάλλει στην αύξηση των θέσεων εργασίας στην ευρωζώνη και στην τόνωση της οικονομίας, αλλά εξέφρασε τον προβληματισμό της.
«Τα χαμηλά επιτόκια προϋποθέτουν χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης- για το λόγο αυτό θα προτιμούσα υψηλότερα επιτόκια και υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης» είπε, τονίζοντας όμως ότι στην παρούσα φάση αυτό που προέχει είναι να δοθεί ώθηση στην οικονομία.
Παράλληλα, η επικεφαλής της ΕΚΤ εξαγγέλλοντας την έναρξη της διαδικασίας αναθεώρησης της στρατηγικής της ΕΚΤ, διαβεβαίωσε ότι θα αφορά πλήθος θεμάτων- όπως είπε χαρακτηριστικά «δεν θ΄ αφήσουμε καμία πέτρα που να μην ελεγχθεί τι έχει από κάτω».
«Θα αναθεωρήσουμε μεγάλη σειρά θεμάτων, όπως τα εργαλεία που έχουμε, ο τρόπος που κάνουμε τις μετρήσεις μας αλλά και το πώς επικοινωνούμε την πολιτική μας» ανέφερε η Κρ. Λαγκάρντ, η οποία πρόσθεσε ότι μέρος της επανεξέτασης θα αποτελέσουν και άλλες παράμετροι, μεταξύ των οποίων η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, η απασχόληση και η περιβαλλοντική βιωσιμότητα.
Η ίδια τόνισε πάντως ότι η επανεξέταση θα βασίζεται σε ενδελεχή ανάλυση και ανοιχτό πνεύμα, φροντίζοντας να υπάρχει αλληλεπίδραση με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς.
Τέλος πρόσθεσε ότι η διαδικασία αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη του 2020, κατόπιν διαβούλευσης με ερευνητές, οικονομολόγους, ακαδημαϊκούς,εθνικές κεντρικές τράπεζες και άλλους φορείς.