Αν και η αξία των ελληνικών εξαγωγών αυξήθηκαν κατά 65% στην περίοδο 2000-2017, εντούτοις το γεγονός ότι άλλες χώρες έτρεξαν με ρυθμούς μεγαλύτερους, με αποτέλεσμα το μερίδιο των ελληνικών προϊόντων στις παγκόσμιες αγορές να διαμορφώνεται μόλις στο 0,174%, όσο περίπου και στις αρχές της δεκαετίας του 2000.
Τα παραπάνω επισημάνθηκαν κατά τη σημερινή συνέντευξη Τύπου του ΣΕΒ, με αφορμή τη διήμερη συνεδρίαση της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου και Επενδύσεων (IRC) της BusinessEurope στην Αθήνα.
Στην πράξη φαίνεται ότι το πλεονέκτημα από τη μείωση του κόστους εργασίας κατά την κρίση εξουδετερώθηκε από παράγοντες όπως το υψηλό κόστος δανεισμού, η ισχυρή ελληνική γραφειοκρατία και η απουσία διαρθρωτικών αλλαγών στο Δημόσιο. Χαρακτηριστικό είναι αυτό που ανέφερε ο αντιπρόεδρος του ΣΕΒ Κωνσταντίνος Μπίτσιος, ο οποίος επισήμανε ότι από τις 70 μεταρρυθμίσεις που είχε πρόσφατα προτείνει ο Σύνδεσμος στο επενδυτικό του Συνέδριο το 2018, έχουν υλοποιηθεί μόνο 2, 25 καταγράφουν μερική πρόοδο, ενώ για τις υπόλοιπες 43 δεν υπάρχει η παραμικρή εξέλιξη.
Ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Θεόδωρος Φέσσας, τόνισε ότι οι εξαγωγές δημιουργούν προϋποθέσεις για παραγωγικές επενδύσεις.
Στις προτάσεις του ΣΕΒ για την ενίσχυση των εξαγωγών της χώρας περιλαμβάνονται η ενεργός συμμετοχή της Ελλάδας στη διαπραγμάτευση των Συνθηκών Ελεύθερου Εμπορίου της ΕΕ, η δημιουργία Ενιαίου Εθνικού Φορέα Εξωστρέφειας, η ενίσχυση των δράσεων προώθησης των εξαγωγών μέσα από προγράμματα ΕΣΠΑ και η εφαρμογή προγραμμάτων μεγέθυνσης της εξαγωγικής βάσης της χώρας.
Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου και Επενδύσεων της BusinessEurope, κ. Νίκλας Μπέργκστρομ δήλωσε ότι «η οικονομική ανάπτυξη και η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας προϋποθέτουν ένα σταθερό επιχειρηματικό περιβάλλον με λιγότερη γραφειοκρατία, λιγότερα εμπόδια για τον επενδυτή, σεβασμό στο κράτος δικαίου, ανταγωνιστικό φορολογικό καθεστώς και ευκολία πρόσβασης στη χρηματοδότηση, ειδικά για τις ΜμΕ».