Στησυζήτηση με αντικείμενο τη ρευστότητα στην πραγματική οικονομία, ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας ανέφερε ότι σε μία χώρα τραπεζο-κεντρική, όπως είναι η Ελλάδα, η παροχή ρευστότητας στην πραγματική οικονομία μέσω των πιστωτικών ιδρυμάτων είναι προϋπόθεση για την επίτευξη υψηλής και διατηρήσιμης ανάπτυξης, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Όπως ανέφερε ο υπουργός, οι συναντήσεις του με φορείς της αγοράς και εκπροσώπους του τραπεζικού συστήματος στοχεύουν στη δημιουργία διαύλου επικοινωνίας μεταξύ των επιχειρήσεων και των τραπεζικών ιδρυμάτων ώστε να αποσαφηνιστούν τα αίτια που καθιστούν έναν αριθμό επιχειρήσεων μη επιλέξιμο για τραπεζικό δανεισμό και να βρεθούν λύσεις προκειμένου να αυξηθεί η περίμετρος των επιχειρήσεων που θα έχουν πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα.
Ο κ. Σταϊκούρας επεσήμανε ότι η άντληση κεφαλαίων με εξαιρετικά χαμηλό κόστος δανεισμού είναι απόρροια της ενίσχυσης της αξιοπιστίας της χώρας, χάρη στην ασκούμενη κυβερνητική πολιτική.
Οι τράπεζες έχουν απορροφήσει από το Ευρωσύστημα μέχρι σήμερα κεφάλαια ύψους 47 δισ. ευρώ, με επιτόκια από -1% έως -0,5%. Παράλληλα, απέκτησαν πλήρη πρόσβαση στις αγορές και πέτυχαν αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου και εκδόσεις ομολόγων.
Τα κόκκινα δάνεια στα χαρτοφυλάκιά τους έχουν μειωθεί σημαντικά, είπε, εξαιτίας της υλοποίησης του Προγράμματος «ΗΡΑΚΛΗΣ».
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ανήλθαν τον Ιούνιο του 2021 στα 29,4 δισ. ευρώ, ή στο 20,3% του συνόλου των δανείων. «Πρόκειται για εντυπωσιακή μείωση, από τα 75,3 δισ. ευρώ που είχαν διαμορφωθεί, τον Ιούνιο του 2019».
Ανέφερε ότι σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την προσβασιμότητα των επιχειρήσεων στον τραπεζικό δανεισμό, διαπιστώνεται πρόβλημα χρηματοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Η Ελλάδα καταγράφει το υψηλότερο financing gap (δηλαδή, τη διαφορά μεταξύ της ζήτησης για νέα δάνεια και της προσφοράς τους από τις τράπεζες), το οποίο φθάνει το 14%, όταν ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι 4%. Επίσης, το 22% των αιτήσεων για δάνειο που υποβάλλουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα απορρίπτεται, ενώ το αντίστοιχο μέσο ευρωπαϊκό ποσοστό είναι 8%.
Ο ετήσιος ρυθμός πιστωτικής επέκτασης προς τις μεγάλες επιχειρήσεις επιταχύνθηκε κατά 10,8% το πρώτο τετράμηνο του 2021 ενώ για τις μικρομεσαίες κατά 7,4%, ανέφερε ο υπουργός, προσθέτοντας ότι σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, ως απάντηση σε επιστολή του, το σύνολο των νέων εκταμιεύσεων προς τις επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως τζίρου, ανέρχεται στα 11,2 δισ. ευρώ το 1ο οκτάμηνο του έτους.
Ειδικά προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με κύκλο εργασιών έως 50 εκατ. ευρώ, οι χορηγήσεις διαμορφώθηκαν στα 3,3 δισ. ευρώ από τον Απρίλιο μέχρι τον Αύγουστο του 2021, εκ των οποίων, 1,2 δισ. ευρώ σε επιχειρήσεις με ετήσιο τζίρο μέχρι 500.000 ευρώ.
«Οι τράπεζες διοχετεύουν ρευστότητα στην πραγματική οικονομία. Όχι, όμως στην επιθυμητή ένταση και έκταση, ειδικά στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με σχετικά και συγκριτικά υψηλότερο κόστος δανεισμού. Βέβαια, το πρόβλημα δεν εμφανίζεται μόνο στη Ελλάδα. Αλλά είναι εντονότερο στη χώρα μας», είπε ο κ. Σταϊκούρας.
«Η αύξηση της πιστωτικής επέκτασης δεν θα πρέπει να συνοδεύεται από τη δημιουργία μιας νέας γενιά κόκκινων δανείων, ούτε να υποσκάπτει την αναγκαία κουλτούρα πληρωμών».
«Τα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να προετοιμαστούν καλύτερα, ώστε να εντοπίζουν περισσότερες βιώσιμες ή δυνητικά βιώσιμες επιχειρήσεις, ενσωματώνοντας και το πλαίσιο ρυθμίσεων οφειλών τους, διευρύνοντας την περίμετρο των δικαιούχων πιστώσεων».