Στ. Ιωάννου (Eurobank): Ομαλοποίηση στην παροχή ρευστότητας και χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας

Στ. Ιωάννου (Eurobank): Ομαλοποίηση στην παροχή ρευστότητας και χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας

Για μια «θετική εξέλιξη» στο Eurogroup της προηγούμενης εβδομάδας, έκανε λόγο ο Σταύρος Ιωάννου, αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, στην ομιλία του στο Ετήσιο Συνέδριο του Πανελλήνιου Συνδέσμου Εξαγωγέων.

«Το κλείσιμο της αξιολόγησης και η εκταμίευση της δόσης ανοίγουν το δρόμο για να κλείσει επιτέλους ο κύκλος της αβεβαιότητας. Η χώρα μας, η οικονομία, έχουν την ευκαιρία να γυρίσουν σελίδα με την αυστηρή προϋπόθεση ότι θα υπηρετήσουμε ένα σχέδιο ανασυγκρότησης», τόνισε.

Και συμπλήρωσε πως «ασφαλώς μια πιο ευνοϊκή και συγκεκριμένη απόφαση για τη ρύθμιση του δημοσίου χρέους και την εξασφάλιση της συμμετοχής της χώρας μας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, θα επιτάχυνε τις θετικές εξελίξεις. Η συγκυρία δεν βοήθησε, αλλά αυτό δεν ακυρώνει τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε η κυρία Lagarde "κανείς δεν ισχυρίζεται ότι αυτή είναι η καλύτερη λύση, είναι όμως η δεύτερη καλύτερη λύση" που επιτρέπει προφανώς στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να μετέχει κατ αρχήν στο πρόγραμμα.

«Τώρα, είναι επιβεβλημένο, όχι μόνο να σκεφτούμε ή να προβληματιστούμε αλλά κυρίως να αναλάβουμε συγκροτημένη δράση για τη σταθεροποίηση της οικονομίας, την επιστροφή στην ανάπτυξη, την προσέλκυση επενδύσεων, την αντιμετώπιση των προκλήσεων και την αξιοποίηση ευκαιριών», πρόσθεσε.

«Οι χώρες έχουν σύνορα. Το επιχειρείν όχι»

Η σταδιακή ανάληψη επιχειρηματικού ρίσκου και η εκμετάλλευση των σημαντικών συγκριτικών μας πλεονεκτημάτων, είναι πλέον μονόδρομος, ανέφερε ο Στ. Ιωάννου.

Όπως τόνισε. «ο δρόμος δεν είναι ούτε εύκολος ούτε απλός. Υπάρχουν σημαντικές προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Πέραν της προσέλκυσης σημαντικών ξένων άμεσων επενδύσεων που θα καλύψουν το τεράστιο επενδυτικό κενό που δημιουργήθηκε στα χρόνια της κρίσης, καθοριστικής σημασίας, είναι η ομαλοποίηση στην παροχή ρευστότητας και χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας με σταδιακή αποκλιμάκωση του κόστους χρήματος.
Για να γίνει αυτό απαιτούνται συγκεκριμένα βήματα:

Πρώτον: Aποκατάσταση συνθηκών εμπιστοσύνης στην οικονομία, ώστε να επιστρέψουν καταθέσεις στις τράπεζες και να προχωρήσει σταδιακά η πλήρης άρση των κεφαλαιακών περιορισμών που επιβλήθηκαν στη χώρα το καλοκαίρι του 2015. Κάποια πρώτα δείγματα άρσης είμαι πεπεισμένος ότι θα δούμε μέσα στις επόμενες εβδομάδες.

Δεύτερον: Επιστροφή του δημοσίου στις διεθνείς αγορές, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για τη χρηματοδότηση και των μεγάλων επιχειρήσεων, να οικοδομηθούν πάλι σχέσεις εμπιστοσύνης με τις διεθνείς αγορές. Σημαντικός παράγοντας που θα μπορούσε να βοηθήσει στην κατεύθυνση αυτή θα ήταν μια θετική εξέλιξη σχετικά με την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, καθώς θα βελτιωνόταν άμεσα το κλίμα για την ελληνική οικονομία στη διεθνή επενδυτική κοινότητα.

Τρίτον: Τήρηση με συνέπεια και χωρίς παλινδρομήσεις των συμφωνηθέντων με τους εταίρους μας και ειδικότερα στον τομέα της υλοποίησης μεταρρυθμίσεων και αποκρατικοποιήσεων. Κάτι τέτοιο θα λειτουργήσει ως εγγύηση απέναντι στους διεθνείς επενδυτές που δυστυχώς για εμάς παραμένουν επιφυλακτικοί και πρέπει να πειστούν για την αποφασιστικότητα μας ως χώρα. Η υιοθέτηση από πλευράς μας των αναγκαίων μεταρρυθμιστικών πολιτικών είναι η βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη που με τη σειρά της είναι απαραίτητη για να μπορούμε να στηρίξουμε τους φιλόδοξους δημοσιονομικούς στόχους που έχουμε αναλάβει για πρωτογενή πλεονάσματα μέσα στα επόμενα χρόνια.

Τέταρτον: Καθοριστικής σημασίας παράγοντας, όπως προαναφέρθηκε ήδη, που θα συμβάλλει στην απελευθέρωση ρευστότητας προς, υγιείς ελληνικές επιχειρήσεις, είναι η αποτελεσματική μείωση των υπολοίπων των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (ΝΡΕs) έχουν εκτιναχθεί στα 106 δισ. ευρώ τα τελευταία χρόνια, υπό το βάρος της κρίσης, της ανεργίας αλλά και της αύξησης των στρατηγικών κακοπληρωτών που εκμεταλλεύθηκαν και εκμεταλλεύονται τις δυσμενείς συνθήκες στην οικονομία για να μην είναι συνεπείς με τις υποχρεώσεις τους. Οι τράπεζες έχουν δεσμευθεί έναντι των εποπτικών αρχών να μειώσουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, κατά περίπου 40%, την επόμενη τριετία και μπορεί αυτό να φαίνεται ένας φιλόδοξος στόχος, αλλά θεωρώ πως είναι και εφικτός».

 

Φωτογραφία: SOOC