Του Γιώργου Φιντικάκη
Σε μια στιγμή που η Ελλάδα εξέρχεται των μνημονίων, έχοντας τόσα πολλά υποτιμημένα περιουσιακά στοιχεία, και υπερπροσφορά φθηνού καταρτισμένου ανθρώπινου δυναμικού, η οικονομία θα έπρεπε να επιδεικνύει ιδιαίτερο δυναμισμό.
Τα στοιχεία ωστόσο της πορείας της καταναλωτικής και της επιχειρηματικής εμπιστοσύνης τους τελευταίους μήνες δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνειών, δείχνοντας μια κόπωση. Αλλά και η πορεία των αγορών, είτε γίνεται αναφορά στο ελληνικό χρηματιστήριο και στην αγορά κρατικών ομολόγων, είτε στις πενιχρές αναβαθμίσεις των οίκων αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας, είναι αναντίστοιχη της ολοκλήρωσης του 3ου προγράμματος, και άρα της δυνητικής πρόσβασης του Δημοσίου, των επιχειρήσεων και των τραπεζών σε δανεισμό από το εξωτερικό, με καλύτερους όρους για τη χώρα μας.
Στα συμπεράσματα αυτά καταλήγει η ακτινογραφία της ελληνικής οικονομίας μέσα από το μηνιαίο δελτίο του ΣΕΒ, που στην ουσία, καταγράφει το αυτονόητο: Ότι οι αγορές ζητούν μεγαλύτερη αξιοπιστία στην άσκηση οικονομικής πολιτικής για να εμπιστευτούν την Ελλάδα.
Και ότι αξιολογούν αρνητικά δηλώσεις όπως του Μπ. Κερέ (ΕΚΤ) ότι στο πλαίσιο της ενισχυμένης και μόνο εποπτείας, δεν πρόκειται να επιτραπεί η διατήρηση της κατ' εξαίρεση αποδοχής των ελληνικών ομολόγων ως ενέχυρο για την παροχή ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες, και, κατ' επέκταση, η ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Ούτε, βεβαίως, αξιολογούν θετικά την απόφαση του Eurogroup για την αναβολή μέχρι τις αρχές Αυγούστου 2018 της εκταμίευσης της δόσης των 15 δισ. ευρώ, έως ότου η Ελλάδα παρουσιάσει ισοδύναμα μέτρα ύψους 28 εκατ. ευρώ για να αναπληρωθεί απώλεια εσόδων από τη μονομερή απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να διατηρήσει μέχρι τέλους του 2018 το μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ στα νησιά που επιβαρύνονται από προσφυγικές ροές, κατά παρέκκλιση των συμφωνηθέντων.
Στην πράξη, η “φωτογραφία” της ελληνικής οικονομίας, μέσα από το μηνιαίο δελτίο του ΣΕΒ, δείχνει αυτό που αφουγκράζεται όλος ο επιχειρηματικός κόσμος. Οτι η αρνητική ανάγνωση της οικονομίας συνεχίζει να επικρατεί έναντι της θετικής για αγορές και επενδυτές, και ότι χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στο χειρισμό των συμφωνηθέντων από την ελληνική πλευρά. Διαφορετικά, και σε συνδυασμό με την επερχόμενη πολιτική πόλωση και τις πιθανές ασυνέχειες στην άσκηση οικονομικής πολιτικής, οι ελπίδες για μια αναπτυξιακή πορεία διαρκείας θα αποδειχθούν φρούδες.
Υποτονικό το οικονομικό κλίμα
Η πραγματικότητα αυτή αποτυπώνεται κατά τον ΣΕΒ και στα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, καθώς μετά τη συμφωνία για την 4η και τελευταία αξιολόγηση του προγράμματος προσαρμογής, η αγορά δείχνει να κρατά στάση αναμονής, με τον δείκτη οικονομικού κλίματος να υποχωρεί ελαφρά τον Ιούνιο του 2018.
Ο σχετικός δείκτης διαμορφώθηκε στις 102,5 μονάδες τον Ιούνιο του 2018, από 104,2 μονάδες τον προηγούμενο μήνα, καταγράφοντας μικρή επιδείνωση, έπειτα από άνοδο τους δύο προηγούμενους μήνες.
Προβληματισμός νοικοκυριών
Την ίδια ώρα, ο προβληματισμός των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας μεγαλώνει, κρατώντας τον δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης σε σχετικά χαμηλά επίπεδα.
Ο σχετικός δείκτης υποχώρησε εκ νέου τον Ιούνιο του 2018 (στις -52,4 μονάδες, από -51 τον προηγούμενο μήνα), με την τάση βελτίωσης των προσδοκιών των νοικοκυριών, που σημειώθηκε κυρίως κατά το 2ο εξάμηνο του 2017 και τους πρώτους μήνες του 2018, να εμφανίζει κάμψη.
Τα καλά νέα, περιορίζονται στις θετικές προσδοκίες της μεταποίησης αναφορικά με την παραγωγή, τις νέες παραγγελίες -ιδίως από το εξωτερικό- και την απασχόληση, όπως επίσης και τις υπηρεσίες, την ίδια όμως ώρα που ο ρυθμός αύξησης των λιανικών πωλήσεων επιβραδύνεται.
Απουσιάζει ο δυναμισμός
Το συμπέρασμα είναι ότι παρά την εικόνα ανάκαμψης που συνθέτουν τα μέχρι σήμερα διαθέσιμα στοιχεία, η οικονομία δεν παρουσιάζει τον απαιτούμενο δυναμισμό για την είσοδο σε μία σταθερή τροχιά αύξησης των εισοδημάτων και της απασχόλησης, μετά από μια 10ετία σημαντικών απωλειών στο ΑΕΠ.
Επιπλέον, η ανακοπή της βελτίωσης του κλίματος στη βιομηχανία σε ευρωπαϊκό και σε διεθνές επίπεδο, σε συνδυασμό με τις αναταράξεις στο παγκόσμιο εμπόριο λόγω των τάσεων προστατευτισμού που αναπτύσσονται, ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά την μεταποιητική παραγωγή και τις εξαγωγές το επόμενο διάστημα.
Στη βάση αυτών των εξελίξεων, αναδεικνύεται σύμφωνα με τον ΣΕΒ για ακόμα μία φορά η ανάγκη διασφάλισης ενός σταθερού φιλοεπενδυτικού περιβάλλοντος, χωρίς οπισθοδρόμηση στο πρόγραμμα των μεταρρυθμίσεων.
«Η συμφωνία του Eurogroup της 21ης Ιουνίου 2018 από μόνη της δεν αρκεί για την στροφή της οικονομίας προς δυναμική ανάπτυξη. Αυτό είναι δική μας ευθύνη ως κοινωνία, με την πολιτεία, την επιχειρηματική κοινότητα και τους εργαζόμενους, στο μέτρο που τους αναλογεί, να συμβάλουν με όλες τους τις δυνάμεις προς αυτή την κατεύθυνση», επισημαίνεται χαρακτηριστικά.