Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Η επίτευξη υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης είναι σύμφωνα με αναλυτές η εξέλιξη μέσω της οποίας η ελληνική οικονομία θα αλλάξει επίπεδο και θα καταφέρει να βρεθεί πιο κοντά στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων δανείζεται σήμερα με αρνητικά επιτόκια.
Την περασμένη Παρασκευή το spread του ελληνικού 10ετούς υποχώρησε για πρώτη φορά από τα τέλη του 2009 κάτω από τις 200 μονάδες βάσης, στον απόηχο του πακέτου μέτρων που ανακοίνωσε ο Μάριο Ντράγκι. Από τις ευρωεκλογές μέχρι σήμερα, η διαφορά της απόδοσης μεταξύ του ελληνικού και του γερμανικού 10ετούς ομολόγου έχει σημειώσει πτώση άνω του 45%, όταν η συνολική πτώση από την αρχή του 2019 είναι της τάξης του 50%.
Αυτή η σύγκριση δείχνει την τεράστια βελτίωση του κλίματος αλλά και την ταχύτητα με την οποία τους τελευταίους μήνες η Ελλάδα επιστρέφει στην κανονικότητα όσον αφορά την επενδυτική εμπιστοσύνη. Μένει πλέον να αντικατοπτριστεί η αλλαγή κλίματος και στις αναβαθμίσεις των οίκων αξιολόγησης έτσι ώστε να προλάβει η χώρα μας το QE. Μπορεί όμως η Ελλάδα να μειώσει ακόμη περισσότερο τη διαφορά με τη Γερμανία και να φτάσει να δανείζεται με αρνητικά επιτόκια;
Σημειώνεται ότι η Ελλάδα δεν ωφελείται άμεσα από την επανέναρξη του QE αλλά αφενός κυνηγάει την αναβάθμιση σε «επενδυτική βαθμίδα» για να πάρει το εισιτήριο για το QE (οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για διάρκεια 12 μηνών αν δεν αλλάξει ο κανόνας του 33%) και αφετέρου δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ελληνικοί τίτλοι έχουν μια μεγάλη ευκαιρία να πλησιάσουν τα ομόλογα των υπόλοιπων χωρών σε περιβάλλον ποσοτικής χαλάρωσης. Και αυτό γιατί οι επενδυτές για να βρουν θετικές αποδόσεις στην Ευρωζώνη θα έχουν μόνο την επιλογή της Ιταλίας (το 10ετές έχει υποχωρήσει στο (0,87%) και της Ελλάδας (1,57% την Παρασκευή).
Η διαφορά της απόδοσης μεταξύ δύο ομολόγων, το γνωστό spread, έχει επικρατήσει διεθνώς να θεωρείται «δείκτης κινδύνου» για την οικονομία αφού στην ουσία συγκρίνει το επιπρόσθετο επιτόκιο που ζητούν οι επενδυτές για να αναλάβουν τον κίνδυνο μιας χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι την εβδομάδα των ευρωεκλογών το spread διαμορφωνόταν στις 363 μβ, ενώ την Παρασκευή 13/9 έφτασε στις 199 μβ. Αναλυτές εκτιμούν ότι η αποκλιμάκωση του spread θα συμβάλλει και σε νέες εκδόσεις από το ελληνικό δημόσιο αλλά πάνω απ' όλα αποτελεί το βασικό αποδεικτικό στοιχείο της πορείας στην οποία βρίσκεται σήμερα η ελληνική οικονομία.
Μέσα σε λιγότερο από 30 ώρες μετά τη συνέντευξη τύπου του Ντράγκι η απόδοση του γερμανικού κρατικού ομολόγου ενισχύθηκε κατά περίπου 30 ποσοστιαίες μονάδες για να φτάσει στο -0,45%. Την ίδια ώρα, η απόδοση των αντίστοιχων ελληνικών τίτλων «κράτησε» στο επίπεδο του 1,5%-1,6% με αποτέλεσμα το spread να θυμίσει προ κρίσης επίπεδα υποχωρώντας στις 199 μονάδες βάσης για πρώτη φορά σε διάστημα 10 ετών.
Η πτώση των αποδόσεων και κατ' επέκταση η αποκατάσταση της επενδυτικής εμπιστοσύνη είναι εξαιρετικά σημαντική γιατί μέσα στην επόμενη διετία των μηδενικών επιτοκίων η Ελλάδα καλείται να προσελκύσει επενδύσεις και να τρέξει με υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης. Σταδιακά η πτώση θα περάσει στην αγορά καθώς θα βελτιωθούν σημαντικά οι συνθήκες χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις και ταυτόχρονα θα διευκολύνει την προσπάθεια των τραπεζών να δώσουν λύση στο μείζον για την οικονομία πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων.
Αξίζει να θυμηθούμε ότι οι αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων έφτασαν σε αρνητικό επίπεδο και στις αρχές του 2016, όμως τότε η Ελλάδα ήταν αποκλεισμένη από τις αγορές λόγω των εξελίξεων του 2015 με την απόδοση του 10ετούς να αγγίζει το 10%. Επομένως από τις 1.000 μονάδες βάσης που ήταν το 2016 το spread έως στις 199 μβ, η βελτίωση είναι τεράστια. Τώρα μένει το δύσκολο κομμάτι της διαδρομής για την πλήρη επιστροφή στην κανονικότητα και αυτό είναι η σύγκλιση με την υπόλοιπη Ευρωζώνη η οποία μπορεί να έρθει μόνο με υψηλή ανάπτυξη.