Του Βασίλη Γεώργα
Νέα δημοσιονομικά μέτρα που θα καλύπτουν το κενό των 600 εκατ. ευρώ για το 2018 ζητούν οι δανειστές να λάβει από τώρα η κυβέρνηση. Ο βαθμός δυσκολίας για μια συμφωνία στο διάστημα που απομένει μέχρι το Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου ανεβαίνει κατακόρυφα μετά και τις χθεσινές ολονύχτιες διαπραγματεύσεις οι οποίες δεν κατέληξαν σε κάτι χειροπιαστό.
Ήδη από το περιβάλλον της ευρωπαϊκής αντιπροσωπείας των θεσμών, ο πήχης των προσδοκιών επιχειρείται να κατέβει και η πίεση προς την Αθήνα κλιμακώνεται. Πηγές του κουαρτέτου σχολίαζαν νωρίτερα ότι στο στάδιο που βρίσκονται αυτή τη στιγμή οι διαπραγματεύσεις και παρά την πρόοδο που έχει μεσολαβήσει, το Eurogroup προσφέρεται περισσότερο για να διαπιστώσουν οι υπουργοί Οικονομικών που βρίσκεται το πρόγραμμα της Ελλάδας, αλλά όχι για μια οριστική συμφωνία που θα επισφραγίζει την δεύτερη αξιολόγηση.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η αποστολή των κλιμακίων τους στην Αθήνα ολοκληρώθηκε σύμφωνα με τον προγραμματισμό και υπήρξε πρόοδος σε πολλά θέματα.
Στόχος παραμένει η επίτευξη συνολικής συμφωνίας της «σύντομα», χωρίς ωστόσο να υπάρχει εκτίμηση για τον χρόνο που θα μπορούσε να συμβεί αυτό.
Δεν είναι μόνο το εργασιακό μέτωπο που παραμένει ανοιχτό με τους δανειστές να ζητούν απελευθέρωση και αύξηση του ορίου των ομαδικών απολύσεων και υπερίσχυση των επιχειρησιακών συμβάσεων, αλλά και το γεγονός ότι όλη η συζήτηση στο δημοσιονομικό μέτωπο γίνεται πλέον στη βάση ότι η Ελλάδα θα πρέπει να επιτυγχάνει θηριώδη πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% τουλάχιστον μέχρι και το 2020 αν όχι για ακόμη περισσότερα χρόνια. Συνεπώς το οικονομικό καλείται να εξειδικεύσει μόνιμες περικοπές και πρόσθετα μέτρα που θα διασφαλίζουν τους στόχους με ορίζοντα τριετίας (σ.σ. ήδη έχουν ανοίξει θέματα περικοπών στις συντάξεις και το αφορολόγητο από το ΔΝΤ), αλλά και θα έχουν πολλαπλάσιο αφαιρετικό αποτέλεσμα στις τσέπες των πολιτών συγκριτικά με τα 300 εκατ. ευρώ τα οποία η κυβέρνηση ευελπιστεί ότι θα μοιράσει ως «κοινωνικό μέρισμα» διανέμοντας το 30% του πρωτογενούς πλεονάσματος 1 δισ. ευρώ του 2016.
Η κυβέρνηση καλείται να διαχειριστεί πολιτικά μια εξαιρετικά πιεστική κατάσταση όπου ενώ από τη μια παρουσιάζει έναν προϋπολογισμό με εξαιρετικά φιλόδοξους στόχους για την ανάπτυξη του 2017, από την άλλη καλείται να πείσει την κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ να υποστηρίξει όχι μόνο τα νέα φορολογικά – εισπρακτικά μέτρα ύψους 2,5 δισ. ευρώ για το 2017, αλλά και να δεσμευτεί σε νέες δημοσιονομικές παρεμβάσεις για τα επόμενα χρόνια, θεσπίζοντας παράλληλα αλλαγές στο εργασιακό πλαίσιο πέραν και έξω από τις πολιτικές θέσεις που διαχρονικά υποστήριζε η Αριστερά.
Το προσχέδιο του κειμένου συμφωνίας που συζητούσαν μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες τα κλιμάκια των δανειστών με την ελληνική διαπραγματευτική ομάδα, έμεινε με πολλές από τις σελίδες του «λευκές» και πλέον τα περισσότερα από τα θέματα αγκάθια θα παραπεμφθούν προς «πολιτική απόφαση» στο Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου.
Εκεί θα επιχειρηθεί να συζητηθούν τόσο τα πλεονάσματα του 3,5% που η κυβέρνηση θέλει να τα μειώσει σε συνάρτηση με τη συμφωνία που θα γίνει για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα του χρέους, όσο και το θέμα των εργασιακών.
Τα περιθώρια να κερδίσει κάποιες από τις «κόκκινες γραμμές» της η κυβέρνηση ειδικά στο μέτωπο των ομαδικών απολύσεων, της Διαιτησίας και των συλλογικών συμβάσεων, είναι περιορισμένα όχι μόνο λόγω του χρόνου που πιέζει αλλά κυρίως λόγω του κοινού μετώπου των δανειστών το οποίο πλαισιώνεται και από την υποστήριξη του ΣΕΒ από πλευράς των εγχώριων εργοδοτικών οργανώσεων.
Δεδομένου ότι πολύ λίγα πράγματα μπορούν να γίνουν ώστε να κλείσουν εξ αποστάσεως τα σημαντικά ανοιχτά θέματα στα δημοσιονομικά, τα εργασιακά, τον εξωδικαστικό συμβιβασμό και την ενέργεια, δεν αποκλείεται το Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου να μην φέρει αποτελέσματα ως προς μια οριστική συμφωνία, και να χρειαστεί αφενός νέος κύκλος διαπραγματεύσεων στην Αθήνα και αφετέρου παραπομπή των θεμάτων σε νέα σύνοδο εντός του Ιανουαρίου. Αυτό με τη σειρά του θα έχει ως αποτέλεσμα να πάνε ακόμη πιο μακριά οι συζητήσεις για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, και συνεπώς οι εκθέσεις για την βιωσιμότητά του και η αποφάσεις της ΕΚΤ για την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Σε κάθε περίπτωση τόσο η πλευρά των δανειστών όσο και η ελληνική κυβέρνηση γνωρίζουν πως το «παράθυρο ευκαιρίας» για μια συμφωνία θα αρχίσει να κλείνει από τα τέλη Ιανουαρίου καθώς μεγάλες χώρες της ευρωζώνης θα αρχίσουν πλέον να μπαίνουν στο «σκληροπυρηνικό» κομμάτι της προεκλογικής περιόδου.
Διαβάστε ακόμα:
- Αξιολόγηση: Με ανοιχτά τα καυτά θέματα ολοκληρώθηκε η διαπραγμάτευση
- Ικανοποιημένη η Κομισιόν για την πορεία των διαπραγματεύσεων στην Αθήνα