Του Γιώργου Φιντικάκη
Τρομάζει η οικονομία μπροστά στον κίνδυνο κατάρρευσης της μεγαλύτερης επιχείρησης της χώρας, όχι μόνο για τις ζημιές-μαμούθ που παρουσίασε πέρυσι, όσο γιατί συνειδητοποιεί ότι απουσιάζει το σχέδιο που θα την κρατήσει όρθια.
Την αρχική ψυχρολουσία της αγοράς από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της ΔΕΗ, διαδέχθηκε το ερώτημα κατά πόσο ο πυλώνας του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας που ηλεκτροδοτεί 7 εκατομμύρια νοικοκυριά, επιχειρήσεις και όλες τις βιομηχανίες, έχει πάρει ένα δρόμο δίχως επιστροφή.
Σκεφτείτε, όπως λένε άνθρωποι των επιχειρήσεων, μια εταιρεία σε οποιοδήποτε κλάδο της οικονομίας, που κάθε μήνα μπαίνει μέσα 1,5 εκατ. ευρώ, και οι πελάτες της χρωστούν το 50% του τζίρου της, να ευθύνεται για την ομαλή προμήθεια του 80% της αγοράς.
Σε αυτή την συνταγή χρεοκοπίας που ακολουθεί συστηματικά τα τελευταία χρόνια η ΔΕΗ εντοπίζονται οι φόβοι της πραγματικής οικονομίας. Τα ερωτήματα κατά πόσο η επιχείρηση οδεύει σύντομα προς την πλήρη κατάρρευση, κατά πόσο βρισκόμαστε αντιμέτωποι ακριβώς με αυτό που ποτέ μέχρι σήμερα δεν θέλαμε να αποδεχθούμε, και για το οποίο εδώ και χρόνια προειδοποιούσαν αναλυτές και «ειδικοί», έρχονται αυθόρμητα.
Ενισχύονται από την σιωπή των άλλοτε λαλίστατων αρμόδιων κυβερνητικών στελεχών, κυρίως όμως από τις προειδοποιήσεις των ίδιων των ορκωτών ελεγκτών της ίδιας της ΔΕΗ που κτυπούν ηχηρό καμπανάκι. Όταν ακόμη και η πολυεθνική που υπογράφει τον ισολογισμό του ομίλου (Ernst & Young) προειδοποιεί πως η τρέχουσα χρονιά θα σηματοδοτήσει ενδεχομένως την πλήρη αδυναμία της ΔΕΗ να συνεχίσει να λειτουργεί, τα σχόλια περιττεύουν.
Έπειτα και από μια δεύτερη συνεχόμενη ημέρα ελεύθερης πτώσης της μετοχής της στο ταμπλό (-17,9% χθες), η διοίκηση της ΔΕΗ εξέδωσε αργά χθες ανακοίνωση με τον ειρωνικό τίτλο «Ας είναι ήσυχοι οι... ανησυχούντες», επιχειρώντας να καθησυχάσει τους φόβους της αγοράς.
Καταγράφει όλες εκείνες τις ενέργειες που έχει κάνει μέσα στο 2019 για να ενισχύσει την ρευστότητά της, από δάνεια 677 εκατ. ευρώ, έως τη μείωση της έκπτωσης στο 10% για τους συνεπείς πελάτες και τα 550,7 εκατ. ευρώ που ως κρατική ένεση της εκταμίευσε πρόσφατα το υπ. Οικονομικών για την προπληρωμή της ετήσιας κατανάλωσης ρεύματος των υπουργείων και των ΟΤΑ. Στην ίδια λογική του καθησυχασμού μετόχων, επιχειρήσεων και πελατών, η διοίκηση Παναγιωτάκη θυμίζει ότι εξόφλησε το δάνειο 350 εκατ. του Μαΐου, ενώ προαναγγέλλει μια σειρά εσόδων που αναμένει, κάποια από τα οποία, εντελώς αβέβαια, όπως αυτά από την επικείμενη πώληση των λιγνιτικών της μονάδων, όπου η τύχη του διαγωνισμού παραμένει άγνωστη.
Επιχειρεί με άλλα λόγια η διοίκηση της ΔΕΗ, στα χέρια της οποίας η επιχείρηση έγραψε για πρώτη φορά στην 69χρονη ιστορία της ζημιές ύψους 903 εκατ. ευρώ, να συμμαζέψει όσο μπορεί και να ευπρεπίσει την εικόνα.
Επειδή όμως η αλήθεια δεν κρύβεται, η αγορά τη βλέπει. Και αυτός είναι ο λόγος που η μετοχή της ΔΕΗ έχασε το τελευταίο 48ωρο το 30% της αξίας της, όχι κάποια υποτιμητική επίθεση κερδοσκόπων, όπως υπονοούν τόσο η επιχείρηση, όσο και προχθές το υπουργείο Ενέργειας.
Εδώ και καιρό στη ΔΕΗ οι πάντες έχουν μυριστεί «αίμα». Για τον πολύ απλό λόγο ότι βλέπουν κυβέρνηση και διοίκηση να αρνούνται στο βωμό του πολιτικού κόστους, να προχωρήσουν σε μια γενναία αναδιάρθρωση, όπως η μείωση του προσωπικού, προκειμένου μαζί με άλλα μέτρα, να μειώσει τις δαπάνες της, να αυξήσει έσοδα και να ορθοποδήσει.
Το ταμπλό, αλλά και η πραγματική οικονομία, απλά καταγράφουν απορίες: Είναι δυνατόν μια τέτοια επιχείρηση των μόλις 301 εκατ. ευρώ κεφαλαιοποίηση και των 12 δισ. ευρώ ενεργητικού, να είναι ο πυλώνας λειτουργίας ολόκληρης της χώρας;
Είναι σε θέση μια κυβέρνηση που το 2015, τότε που η πολιτική της Κομισιόν για τον άνθρακα ήταν ακόμη πιο ελαστική, κλότσησε την ευκαιρία της εξυγίανσης, τορπιλίζοντας για μικροπολιτικούς λόγους κάθε διαδικασία αναδιάρθρωσης, όπως το project της "Μικρής ΔΕΗ", και τις πωλήσεις ζημιογόνων μονάδων, να βρει σήμερα την λύση;
Σε ποια εταιρεία του ιδιωτικού τομέα, ο μάνατζερ θα την οδηγούσε μέσα σε μια χρονιά σε ζημιές 900 εκατ. από κέρδη 127 εκατ. την προηγούμενη χρονιά, και οι μέτοχοι θα τον κρατούσαν στη θέση του;