Καλύτερη χρονιά της δεκαετίας από πλευράς επενδύσεων θα είναι η φετινή. Σειρά εξαγορών, συγχωνεύσεων και επενδύσεων που έχουν ήδη συμφωνηθεί ή βρίσκονται στην τελική ευθεία, μαζί με τις τιτλοποιήσεις και πωλήσεις πακέτων «κόκκινων» τραπεζικών δανείων, αθροίζουν συναλλαγές ύψους 4,9 δισ ευρώ.
Στις εκτιμήσεις αυτές καταλήγει η μελέτη της PriceWaterhouse Coopers σχετικά με τις φετινές προοπτικές της ελληνικής αγοράς, στέλνοντας ταυτόχρονα ένα μήνυμα ότι οι όποιες επιδράσεις από το αρνητικό διεθνές περιβάλλον, δεν θα επηρεάσει τόσο πολύ την δυναμική της ελληνικής οικονομίας.
Στην πράξη αυτό που λένε οι άνθρωποι της PwC είναι ότι οι μεταρρυθμίσεις και ιδιωτικοποιήσεις, μαζί με τις αρκετά υψηλότερες ακόμη αποδόσεις που προσφέρουν τα ελληνικά assets συγκριτικά με τα αντίστοιχα ώριμων αγορών, όπως της Ευρώπης, λειτουργούν σαν «μαγνήτης» για εγχώριους και ξένους επενδυτές, «ισοφαρίζοντας» υπό μια έννοια, τις επιπτώσεις από το υπαρκτό country risk.
Στις δρομολογημένες συναλλαγές βρισκόμαστε σε πάνω από 3 δισ, στα οποία αν προστεθούν τα 1,5 δις από ιδιωτικοποιήσεις, αθροίζεται ήδη ένα ύψος «κλεισμένων» επενδύσεων, γύρω στα 4,9 δισ ευρω. Τα ενεργειακά και κυρίως οι «πράσινες» επενδύσεις αποτελούν τους πρωταγωνιστές της φετινής χρονιάς, ενώ ακολουθούν το real estate, τα ξενοδοχεία και ο τουρισμός.
Ειδικά στο χώρο της «πράσινης» ενέργειας, την πόρτα της ελληνικής αγοράς «χτυπά» καινούργιο χρήμα από μεγάλα ευρωπαικά και αμερικανικά funds, που είναι έτοιμα να κάνουν πρεμιέρα στον χώρο, δείγμα του μεγάλου ενδιαφέροντος που υπάρχει. Τέτοια funds, όπως oι αμερικανικές Blackstone και Quantum, η Cubico, η δανέζικη CIP και η αραβική Maasdar, θέλουν να επενδύσουν 250-500 εκατ. ευρώ το καθένα μέσα στην επόμενη πενταετία, δημιουργώντας ένα επενδυτικό κύμα πολλών δις ευρώ.
Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν ότι οι επενδύσεις και κυρίως οι εξαγορές και συγχωνεύσεις θα κινηθούν καλύτερα απ’ ότι πέρυσι, όπου είχαμε 85 περιπτώσεις, ύψους 4,3 δισ ευρώ. Εξ αυτών, οι 64 συναλλαγές αφορούσαν εξαγορές και συγχωνεύσεις σε ποσοστά άνω του 33% του μετοχικού κεφαλαίου, συνολικής αξίας 3,1 δισ, οι 17 ήταν συναλλαγές μειοψηφικών πακέτων, ύψους 990 εκατ ευρώ ενώ οι κινήσεις αποπεπένδυσης των συστημικών τραπεζών έφτασαν τα 236 εκατ ευρώ. Επίσης είχαμε εκδόσεις ύψους 5 δισ ευρω στα εταιρικά ομόλογα, 1,6 δισ συναλλαγές γύρω από μη εξυπηρετούμενα δάνεια και 1,2 δισ ευρώ έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις. Το μέσο περυσινό ύψος της συναλλαγής ανήλθε στα 51 εκατ ευρώ.
«Χαρακτηριστικό της ωριμότητας της ελληνικής αγοράς είναι ότι πλέον οι αγοραστές δεν απαιτούν διψήφιες αποδόσεις, αλλά ικανοποιούνται και με αποδόσεις πιο κοντά σε ευρωπαϊκά επίπεδα. Από την στιγμή μάλιστα που η Ελλάδα θα περάσει σε επενδυτική βαθμίδα, η Ελλάδα θα αποκτήσει ακόμη πιο ποιοτικούς επενδυτές», όπως ανέφερε ο advisory leader της PwC Κυριάκος Ανδρέου.