Όποιος μαντέψει σωστά την εξέλιξη της πανδημίας, προβλέψει παράλληλα για πόσο θα συνεχιστεί η πρωτοφανής διοχέτευση ρευστότητας στο σύστημα κρίνει αν οι αγορές είναι «σκασμένες» ή έχουν ακόμη περιθώρια ανόδου, θα είναι ο επενδυτής που θα πετύχει υπεραποδόσεις μέσα στο 2021. Κάνε με προφήτη να σε κάνω πλούσιο…
Επειδή, λοιπόν, λίγοι είναι αυτοί που έχουν… κληρονομικό χάρισμα, οι επενδυτές καλούνται να απαντήσουν σε τρία ερωτήματα και αναλόγως να τοποθετηθούν στις αγορές. Αν π.χ. κάποιος πιστεύει ότι οι αποδόσεις των ομολόγων θα συνεχίσουν για ολόκληρο το 2021 να είναι σε μεγάλο βαθμό αρνητικές, τότε θα μπορούσε να προτιμήσει τις μετοχές. Αν κάποιος άλλος πιστεύει ότι το νέος έτος η οικονομία θα σημειώσει εκρηκτική ανάκαμψη και θα επανέλθει σε φυσιολογικούς ρυθμούς, τότε μπορεί να ποντάρει σε assets υψηλότερου ρίσκου, ενώ ίσως ήρθε η στιγμή να κοιτάξει κλάδους που δέχτηκαν το μεγαλύτερο χτύπημα το 2020.
Ας δούμε αναλυτικά που οδηγούν οι απαντήσεις στα τρία μεγάλα ερωτήματα του 2021:
Πώς θα εξελιχθούν η πανδημία και οι εμβολιασμοί;
Είναι το προφανές ερώτημα, θα έλεγε κάποιος. Δεν σας ζητάμε να δείτε καλά μέσα στη γυάλινη σφαίρα σας, όμως θα είναι δύσκολο να επιτύχετε σημαντικές επενδυτικές αποδόσεις αν δεν εκτιμήσετε σωστά την εξέλιξη της πανδημίας ή/και της διαδικασίας εμβολιασμού του πληθυσμού.
Σήμερα οι αγορές δείχνουν να έχουν προεξοφλήσει μεγάλος μέρος της αισιοδοξίας του επενδυτικού κόσμου για το 2021. Τα risky assets έχουν κερδίσει σημαντικό έδαφος τις τελευταίες επτά εβδομάδες, πόσω μάλλον από το ναδίρ του Μαρτίου. Σημειώστε, ωστόσο, ότι οι κλάδοι που έχουν πληγεί περισσότερο από την πανδημία συνεχίζουν να υστερούν που σημαίνει ότι έχουν μεγάλα περιθώρια ανόδου τη νέα χρονιά. Έχετε το σθένος να ποντάρετε στην ανάκαμψή τους; Πρέπει πρώτα να απαντήσετε στο πως θα εξελιχθεί η πανδημία.
Καλό θα είναι να έχετε κατά νου τη διόρθωση στις αρχές της τρέχουσας εβδομάδας που οφείλεται στην είδηση της εξάπλωσης ενός πιο μεταδοτικού στελέχους του ιού στη Μ. Βρετανία. Έτσι θα καταλάβετε το πως θα αντιδρούν οι αγορές τους επόμενους μήνες. Παρά το γεγονός ότι η επενδυτική ανησυχία δεν εξελίχθηκε σε πανικό, η διόρθωση υποδεικνύει τους μεγάλους κινδύνους που κρύβει ο δρόμος προς την έξοδο από την κρίση. Βάζει παράλληλα στην εξίσωση το ρίσκο να υπάρξει μία πιο επικίνδυνη μετάλλαξη του ιού πριν εμβολιαστεί ο πληθυσμός.
Θα συνεχίσουν οι κεντρικές τράπεζες τον έλεγχο των επιτοκίων;
Αυτή τη στιγμή οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες «ελέγχουν» τα επιτόκια δανεισμού καθώς τα περιορίζουν σε ένα στενό εύρος διακύμανσης γύρω από τα ιστορικά χαμηλά τους, είτε πρόκειται για βραχυπρόθεσμα είτε για μακροπρόθεσμα επιτόκια.
Η μεγάλη αλλαγή που έφερε η πανδημία δεν σχετίζεται τόσο με την υπερβολικά χαλαρή νομισματική πολιτική, αφού ανάλογα μέτρα είχαν ληφθεί και τα προηγούμενα χρόνια για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και της κρίσης χρέους της Ευρωζώνης. Η αλλαγή εντοπίζεται κατά κύριο λόγο στη νέα στρατηγική που υιοθετούν οι κεντρικές τράπεζες για να πετύχουν το στόχο τόνωσης του πληθωρισμού.
Η ευελιξία που εισήγαγε η Fed - και θα ακολουθήσει η ΕΚΤ οσονούπω - στο στόχο του 2% για τον πληθωρισμό προκαλεί ντόμινο που επηρεάζει τις αγορές. Η νέα τάση μας δείχνει ότι οι κεντρικές τράπεζες θα κάνουν τα πάντα για να διατηρήσουν ευνοϊκές τις χρηματοπιστωτικές συνθήκες μέχρι να συνέλθει για τα καλά η οικονομία. Χαμηλά επιτόκια, λοιπόν, για τουλάχιστον μία διετία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για ομόλογα και μετοχές. Ήδη ορισμένοι από τους μεγαλύτερους οίκους «ψηφίζουν» μετοχές και συγκεκριμένα εταιρικά ομόλογα υψηλών αποδόσεων και συμβουλεύουν να ξεχάσουμε για καιρό τα κρατικά ομόλογα ανεπτυγμένων οικονομιών.
Είναι υπερβολικές οι αποτιμήσεις των μετοχών;
Από τη στιγμή που η Wall Street κατέγραψε νέα ιστορικά υψηλά χωρίς να έχει τελειώσει η πανδημία, όλοι προσπαθούν να αξιολογήσουν την κατάσταση.
- Ζούμε άλλη μία φούσκα που είναι έτοιμη να σκάσει ή μια εντελώς νέα πραγματικότητα που ακόμη και οι υψηλές αποτιμήσεις είναι δικαιολογημένες;
- Μήπως οι τρέχουσες τιμές είναι τόσο υψηλές που η διόρθωση είναι αναπόφευκτη μέσα στο 2021 ακόμα και αν η πανδημία εξασθενίσει και οι κεντρικές τράπεζες συνεχίσουν να παρέχουν ρευστότητα;
Είναι σίγουρα τα ερωτήματα του 1 εκατομμυρίου. Ορισμένοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι η πανδημία έχει αλλάξει τα πάντα με τέτοιο τρόπο που ακόμη και σε τόσο υψηλά επίπεδα οι αποτιμήσεις όχι μόνο είναι δικαιολογημένες αλλά έχουν και περιθώρια μεγαλύτερης ανόδου. Στον αντίποδα, υπάρχουν αυτοί που συμβουλεύουν τους επενδυτές να είναι επιφυλακτικοί.
Κάθε επενδυτικός οίκος ερμηνεύει διαφορετικά τα σημάδια των αγορών και στέκεται σε διαφορετικούς δείκτες για να κρίνει αν οι αποτιμήσεις είναι υπερβολικές. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Capital Economics, αν εξετάσουμε λ.χ. το δείκτη P/E και το δείκτη του Tobin, οι αποτιμήσεις φαίνεται πως βρίσκονται σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα, ειδικά στις ΗΠΑ. Αντιθέτως, αν εξετάσουμε την απόδοση των κερδών ανά μετοχή ως προς τις πραγματικές αποδόσεις των κρατικών ομολόγων, τότε οι αποτιμήσεις μοιάζουν πολύ λιγότερο «τραβηγμένες».
Στο μεταξύ, προσθέτει ο οίκος, τα spreads εταιρικών ομολόγων αλλά και πολλών κρατικών τίτλων αναδυόμενων αγορών, έχουν σχεδόν επανέλθει στα προ πανδημίας επίπεδα. Αυτό υποδεικνύει ότι δύσκολα θα μειωθούν κι άλλο.
Τέλος, στην αγορά συναλλάγματος, το μεγάλο ερώτημα σχετίζεται με το δολάριο, το οποίο ενώ έχει αποδυναμωθεί πολύ από τον Μάρτιο, ιστορικά είναι ακόμη ισχυρό ενώ το βασικό σενάριο της επόμενης διετίας είναι ότι οι συνθήκες θα ευνοήσουν την περαιτέρω πτώση του έναντι των κύριων νομισμάτων.