Του Κώστα Μήλα*
Τα σύννεφα συσσωρεύονται και απειλούν να αποσταθεροποιήσουν την διεθνή οικονομία αλλά και την ελληνική καθώς, ακόμα και μετά την έξοδο μας από τα Μνημόνια (sic), εξακολουθούμε και παραμένουμε ο αδύναμος κρίκος της Ευρωζώνης.
Οι λόγοι, που μεταξύ άλλων, δημιουργούν προβληματισμό ως προς την διεθνή οικονομική ευρωστία και δύναται να προκαλέσουν προβλήματα σοβαρά στην ευάλωτη ελληνική οικονομία είναι οι ακόλουθοι:
1. Ποσοτικοί οικονομικοί δείκτες προμηνύουν ότι η διεθνής οικονομία εισέρχεται σε «συγχρονισμένη» επιβράδυνση.
Πράγματι, νέα ανάλυση του Brookings Institution, η οποία παρακολουθεί την ταυτόχρονη πορεία (α) της οικονομικής δραστηριότητας, (β) της χρηματοοικονομικής δραστηριότητας και (γ) του κλίματος εμπιστοσύνης συμπεραίνει ότι η διεθνής οικονομία «κατεβάζει ταχύτητα».
Σε αυτό βέβαια συμβάλλει τόσο η ρητορική του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για εμπορικούς πολέμους όσο και η επίμονη προσπάθεια του να αναμειγνύεται με τις αποφάσεις για αύξηση ή μείωση των επιτοκίων στις ΗΠΑ.
Πράγματι, οι απαιτήσεις του Τραμπ για μείωση των επιτοκίων στις ΗΠΑ την στιγμή κατά την οποία οι ενδείξεις για επιβράδυνση της αμερικανικής οικονομίας παραμένουν, προς το παρόν, αδύναμες, έχουν την δυνατότητα να δημιουργήσουν κρίση εμπιστοσύνης των διεθνών επενδυτών σε σχέση με την αποτελεσματική (ως προς την αντιμετώπιση οικονομικών αναταράξεων) άσκηση νομισματικής πολιτικής.
2. Ο κίνδυνος άτακτου Brexit αποτελεί βραδυφλεγή βόμβα για την διεθνή οικονομία. Εξηγούμαι πάραυτα: οι Ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν σίγουρα αψηφήσει την πιθανότητα του Brexit χωρίς συμφωνία. Πράγματι, σύμφωνα με τα στοιχεία της Bank of International Settlements οι τράπεζες σε Γερμανία, Γαλλία, Ισπανία, Ιταλία, Πορτογαλία, Ιρλανδία και Ολλανδία εχουν διατηρήσει σε μεγάλο βαθμό ακέραια την έκθεση τους (από το δημοψήφισμα του Ιουνίου του 2016 μέχρι και σήμερα) σε (ιδιωτικό και δημόσιο) Βρετανικό χρέος.
Περισσότερο εκτεθειμένες παραμένουν οι τράπεζες της Ιρλανδίας (με ποσοστό 65,5% επί του συνολικού τους χαρτοφυλακίου σε χρέος) ακολουθούμενες από τις Ισπανικές τράπεζες (με ποσοστό 25,2% επί του συνολικού τους χαρτοφυλακίου σε χρέος).
Για την Γερμανία, η έκθεση φτάνει στο 13,2% του χαρτοφυλακίου των Γερμανικών τραπεζών. Για τη Γαλλία, η έκθεση φτάνει στο 8,7% του χαρτοφυλακίου των Γαλλικών τραπεζών και ακολουθούν η Ολλανδία (στο 8,2%) η Ιταλία στο 6,3% και η Πορτογαλία στο 2,3%.
Καθώς λοιπόν ένας κίνδυνος άτακτου Brexit σύμφωνα με τις υπάρχουσες εκτιμήσεις θα οδηγήσει σε ύφεση την Βρετανική οικονομία, τα όποια προβλήματα στην αποπληρωμή του Βρετανικού χρέους έχουν την δυνατότητα να επηρεάσουν αρνητικά τις Ευρωπαϊκές τράπεζες με ότι αυτό συνεπάγεται για την ευρωστία της οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης!
Πόσο μάλλον που τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν μηδενική ανάπτυξη το τελευταίο τρίμηνο του 2018 (σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο) στην Γερμανία (ήτοι, την κατά γενική παραδοχή κινητήρια δύναμη της Ευρώπης).
3. Οι εκτιμήσεις για επιβράδυνσης της διεθνούς οικονομίας θα δημιουργήσουν οικονομικό πρόβλημα και στη χώρα μας καθώς η ελληνική οικονομία παραμένει ευάλωτη στις διεθνείς αναταράξεις. Ήδη οι εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος κάνουν λόγο για ανάπτυξη μόνο 1,9% το 2019 σε σχέση με την εκτίμηση του Προϋπολογισμού για 2,5%. Σε αυτήν την περίπτωση, θα καθυστερήσει (και) η αποκλιμάκωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (τα οποία εκτιμούνται στο 44,1% του συνόλου των δανείων).
Για την οικονομία μας γενικότερα, αυτό το αρνητικό σενάριο σημαίνει μείωση των πιστώσεων στις επιχειρήσεις αλλά και αναιμικές επενδύσεις, με αποτέλεσμα τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια να ανατρέψουν τις (όποιες) αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας μας.
* Ο κ. Κώστας Μήλας είναι Καθηγητής και Πρόεδρος του Ερευνητικού Τομέα στο Τμήμα Οικονομικών, Χρηματοοικονομικών και Λογιστικής, University of Liverpool.