Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Σε λίγες ημέρες συμπληρώνονται 5 χρόνια από τη «γέννηση» του όρου Grexit και η πιθανότητα «ατυχήματος» και εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ συνεχίζει... επίμονα να επανέρχεται στο προσκήνιο κάθε φορά που οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές φτάνουν - ή δείχνουν να φτάνουν - σε αδιέξοδο.
Είτε οι φωνές για Grexit αποτελούν μία «κούφια» απειλή στο πλαίσιο των πιέσεων που ασκούνται από τη γερμανική πλευρά, είτε πρόκειται για πραγματικό ενδεχόμενο, θα πρέπει να δοθούν αρμοδίως απαντήσεις για τις οικονομικές επιπτώσεις που θα είχε μία τέτοια εξέλιξη. Καλό θα ήταν επίσης, ο κόσμος να ενημερωθεί για τις απτές συνέπειες που θα είχε στην καθημερινότητά του το «διαζύγιο» με την Ευρώπη. Διότι, όπως εξηγούν αναλυτές, κανείς δεν πρέπει να πιστεύει ότι θα διαγραφεί το ελληνικό χρέος, ενώ την ίδια ώρα δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να βρεθούμε στο μέλλον αντιμέτωποι με μία «πραγματική» έξοδο.
Την περασμένη Παρασκευή, ο Draghi έκανε την αρχή. Με παρέμβασή του, φρόντισε να ποσοτικοποιήσει τον άμεσο οικονομικό αντίκτυπο για μία χώρα που θα αποφασίσει να εγκαταλείψει το ευρώ. Αυτό που πολύ απλά είπε ο Ιταλός είναι ότι πριν φύγει μία χώρα θα πρέπει να επωμιστεί το βάρος των υποχρεώσεων που έχει αναλάβει έναντι του ευρωσυστήματος. Πληρώνεις, φεύγεις. Δεν πληρώνεις, δεν φεύγεις.
Η παρέμβαση του Draghi είχε τη μορφή απειλής για την Ιταλία, όπου η συζήτηση έχει ανοίξει για τα καλά. Οι υποχρεώσεις της Ιταλίας, που απορρέουν από το σύστημα πληρωμών του ευρωσυστήματος TARGET2, είναι μάλλον απαγορευτικές αφού ανέρχονται σε 358 δισ. ευρώ.
Όπως ανέφερε το liberal.gr, ο αντίστοιχος «λογαριασμός» για την Ελλάδα διαμορφώνεται βάσει των στοιχείων Δεκεμβρίου 2016 στα 72 δισ. ευρώ, ή 6.636 ευρώ για κάθε Έλληνα πολίτη. Το ποσό αντιστοιχεί στις καθαρές υποχρεώσεις που απορρέουν από το υπόλοιπο του λογαριασμού δοσοληψιών της Τράπεζας της Ελλάδος με το TARGET2. Πρόκειται για ένα λογαριασμό που μεταβάλλεται, έχοντας αυξηθεί σημαντικά μετά το 2007, όταν βρισκόταν στα 12,2 δισ. ευρώ, για να διαμορφωθεί το 2011 στο ιστορικό υψηλό των 109,8 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με την ΤτΕ, η συγκεκριμένη υποχρέωση αυξανόταν μέχρι το τέλος του 2012 καθώς οι εγχώριες τράπεζες αντιμετώπιζαν καθαρές εκροές κεφαλαίων σε συνδυασμό με μειωμένη πρόσβαση σε αγορές βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης. Στη συνέχεια, η βελτίωση των συνθηκών χρηματοδότησης αντικατοπτρίστηκε εν μέρει στη μείωση του υπολοίπου του λογαριασμού TARGET2, το οποίο ωστόσο, από τα τέλη του 2014 επανήλθε στα επίπεδα του 2012. Πιο αναλυτικά, οι υποχρεώσεις προς την ΕΚΤ υποχώρησαν στα 52,9 δισ. ευρώ μέσα στο 2014 για να εκτιναχθούν στα 108,5 δισ. ευρώ το 2015.
Δεν είναι μόνο τα 72 δισ. ευρώ
Από τη στιγμή που δεν υπάρχει ένας ξεκάθαρος οδικός χάρτης για την ομαλή – αλλά ούτε για αναγκαστική – έξοδο μίας χώρας από ευρώ, τα αναπάντητα ερωτήματα είναι πολλά. Αναλυτές υποστηρίζουν ότι η έκδοση διαζυγίου μεταξύ μίας χώρας-μέλους και της Ευρωζώνης αποτελεί μία δαιδαλώδη διαδικασία, καθώς οι ορατοί και «αόρατοι» δεσμοί που έχουν αναπτυχθεί κατά τη διάρκεια... του έγγαμου βίου δεν περιορίζονται στις υποχρεώσεις μέσω του TARGET2.
Προσθέτουν ότι οι βασικές εκκρεμότητες αφορούν σε μία νέα συμφωνία για το δημόσιο χρέος των 323 δισ. ευρώ, με βάση αυτή τη φορά το νέο νόμισμα και την ισοτιμία του με το ευρώ, αλλά και στη «διευθέτηση» διαφόρων κρατικών και άλλων εγγυήσεων. Το επιπρόσθετο βάρος δεν μπορεί εύκολα να εκτιμηθεί καθώς εξαρτάται από μία σειρά παραγόντων αλλά θα είναι πολλαπλάσιο του υπολοίπου του TARGET2.
Όπως έχει τονίσει ο Γερμανός οικονομολόγος και ένα από τα πρώτα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, Otmar Issing, η πεποίθηση ότι το κοινό νόμισμα είναι μη αναστρέψιμο είναι μία αυταπάτη. Σύμφωνα με τον Issing, η Ευρώπη δεν έπρεπε να διασώσει εξαρχής την Ελλάδα, αλλά να την οδηγήσει στην έξοδο και να την προσφέρει στήριξη.
Στο παρελθόν, ωστόσο, Ευρωπαίοι αξιωματούχοι με πρώτο τον Mario Draghi δήλωναν επανειλημμένα ότι το ευρώ είναι «μη αναστρέψιμο», κάτι που άλλαξε η πρόταση του Wolfgang Schaeuble το καλοκαίρι του 2015. Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών πρότεινε στην ελληνική κυβέρνηση την προσωρινή έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ μέχρι να επιλύσει τα οικονομικά και δημοσιονομικά της προβλήματα. Από εκείνη τη στιγμή το Grexit επανέρχεται ως η... μόνιμη εναλλακτική που προσφέρει η Γερμανία στην Ελλάδα.
Στην παρούσα φάση το Grexit δεν έχει την αίγλη του παρελθόντος, όταν το ελληνικό ζήτημα αποτελούσε καθημερινή συνήθεια των παγκόσμιων μέσων ενημέρωσης και των αναλυτών που προσπαθούσαν να εκτιμήσουν τις επιπτώσεις για την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια οικονομία.
Το Grexit επινόησε ο οικονομολόγος της Citigroup, Ebrahim Rahbari, ενώ για πρώτη φορά παρουσιάστηκε σε έκθεση του Rahbari και του επικεφαλής αναλυτή της αμερικανικής τράπεζας Willem Buiter στις 6 Φεβρουαρίου του 2012. Βέβαια, ο Rahbari ήταν ο άνθρωπος που προέβλεψε το καλοκαίρι του 2015 ότι το αποτέλεσμα του ελληνικού δημοψηφίσματος θα ήταν ένα ξεκάθαρο «ναι», γεγονός που σύμφωνα με τον ίδιο θα περιόριζε αισθητά την πιθανότητα ενός Grexit. Η ιστορία είναι γνωστή: το αποτέλεσμα ήταν ένα ξεκάθαρο «όχι», όμως οι πιθανότητες του Grexit μειώθηκαν καθώς η χώρα συνέχισε με τρίτο μνημόνιο.