Με την ολοκλήρωση του α’ τριμήνου του έτους, η ελληνική οικονομία έχει καταφέρει να αναβαθμίσει το.. φετινό προφίλ της. Αφενός η διάψευση των δυσμενών σεναρίων για την ενεργειακή κρίση και αφετέρου τα πολύ ενθαρρυντικά σημάδια για την τουριστική περίοδο, έχουν πυροδοτήσει μία σειρά βελτιωμένων προβλέψεων για την ανάπτυξη του 2023. Από το 1,8% που αναφέρει ο Κρατικός Προϋπολογισμός, ο εκτιμώμενος ρυθμός ανάπτυξης για φέτος έχει ανέλθει στο 2,2% από την Τράπεζα της Ελλάδος και στο 2,6% από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι σύντομα θα υπάρξουν και νέες εκτιμήσεις που θα τοποθετούν την ανάπτυξη κοντά στο 2,5%, επίπεδο που δεν αποκλείεται να αναθεωρηθεί ξανά επί τα βελτίω μέσα στο έτος. Είναι πιθανό να δούμε το ΑΕΠ να αναπτύσσεται με 3% ή και υψηλότερα; Είναι πιθανό, αλλά όχι το βασικό σενάριο, απαντούν οι ειδικοί. Θα πρέπει να συνεχιστεί η προσέγγιση της χώρας σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις και να μεταβληθούν προς το καλύτερο οι διεθνείς οικονομικές συνθήκες.
Ιδιαίτερα η πρόβλεψη του ΔΝΤ έχει το δικό της ενδιαφέρον καθώς το Ταμείο έχει αποδείξει ότι παραδοσιακά είναι συντηρητικό, αν όχι απαισιόδοξο, για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Μην ξεχνάμε, ότι τόσο κατά τη διάρκεια των μνημονίων, την περίοδο 2010-2018, όσο και αργότερα, ακόμα και τη διετία 2021-2022, που η Ελλάδα εντυπωσίασε σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, το ΔΝΤ επέμενε ότι η ελληνική οικονομία θα είναι μακροπρόθεσμα εγκλωβισμένη σε ετήσια ανάπτυξη περίπου 1%.
Σήμερα, το ΔΝΤ όχι μόνο προβλέπει υψηλότερη ανάπτυξη από το υπουργείο Οικονομικών και την ΤτΕ αλλά τοποθετεί τον ρυθμό μεγέθυνσης του ελληνικού ΑΕΠ στα υψηλότερα επίπεδα της Ευρώπης, πίσω μόνο από την «ειδική» περίπτωση της Ιρλανδίας για την οποία προβλέπεται ανάπτυξη 5,6%. Είναι χαρακτηριστικό ότι για τη Γερμανία το ΔΝΤ προβλέπει συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 0,1% το 2023, για τη Γαλλία και την Ιταλία ανάπτυξη 0,7%, για την Ισπανία 1,5% και για την Πορτογαλία και την Ολλανδία 1%. Σε ύφεση εκτιμάται ότι θα βρεθούν επίσης Μ. Βρετανία (-0,3%) και Σουηδία (-0,5%).
Σε μία συγκυρία, μάλιστα, που υποστηρίζει ότι η παγκόσμια οικονομία θα «προσγειωθεί» στο 2,7% το 2023, που είναι ο χαμηλότερος ρυθμός ανάπτυξης από το 2001, με εξαίρεση την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και τη χρονιά της πανδημίας.
Ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας, απέδωσε τη βελτιωμένη εικόνα της ελληνικής οικονομίας στη μεγαλύτερη των προσδοκιών δυναμική που απέκτησε το 2022 και η οποία μεταφέρεται στη φετινή χρονιά. Η δυναμική προέρχεται κυρίως από την κατανάλωση, τον τουρισμό και τις επενδύσεις, οδηγώντας την ανάπτυξη στο 2,2%, ρυθμό πολύ πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του ΙΟΒΕ, Νίκος Βέττας, τόνισε σε άρθρο του στο Liberal, ότι μία σειρά παραγόντων στηρίζουν την τρέχουσα μεγέθυνση του ελληνικού ΑΕΠ, άνω του 2% φέτος. Παράγοντες όπως η ισχυρή ανάκαμψη της κατανάλωσης, που ενδυναμώθηκε από τα μέτρα στήριξης των νοικοκυριών αλλά κυρίως εκφράζει συσσωρευμένη αντίδραση μετά τους περιορισμούς της πανδημίας. Ο ίδιος κάνει επίσης λόγο για αυξημένη ροπή πολλών νοικοκυριών προς κατανάλωση, ισχυρή δυναμική του εισερχόμενου τουρισμού και οφέλη από την υλοποίηση των επενδυτικών σχεδίων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Παρ’ όλα αυτά, ο κ. Βέττας προειδοποιεί για όσα έρχονται, λέγοντας ότι η ελληνική οικονομία παραμένει ασθενέστερη από άλλες ευρωπαϊκές και συγκρίνεται από χαμηλότερη βάση. Γι’ αυτό το λόγο, υπογραμμίζει ότι πρέπει να επιδείξει πρόοδο σε βασικούς τομείς και να πετύχει την επενδυτική βαθμίδα το συντομότερο δυνατό, για να μην εισέλθει σε περιοχή στασιμότητας και κινδύνου.
Ο τελικός ρυθμός ανάπτυξης που θα επιτύχει το ελληνικό ΑΕΠ θα εξαρτηθεί τόσο από τις πολιτικές που θα εφαρμοστούν από την επόμενη κυβέρνηση, όσο και από τις διεθνείς συνθήκες. Ο τουρισμός θα συνεχίσει να αποτελεί τον βασικό καταλύτη, όμως δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι μία οικονομία σαν την ελληνική, επηρεάζεται πάρα πολύ από τις παγκόσμιες εξελίξεις και το κλίμα που επικρατεί διεθνώς.