Μεγάλες ελλείψεις παρουσιάζει η παγκόσμια αγορά τροφίμων λόγω της πολεμικής σύρραξης Ρωσίας και Ουκρανίας, ενισχύοντας την αδύναμη εικόνα που άφησε στην τροφοδοτική αλυσίδα η πανδημία. Πολλές χώρες πλέον αναζητούν εναλλακτικές λύσεις με αποτέλεσμα να εισέρχονται δυναμικά στην αγορά τροφίμων η Ινδία, η Βραζιλία και οι ΗΠΑ. Η Ρωσία και η Ουκρανία αποτελούν σημαντικούς προμηθευτές στην παγκόσμια αγορά τροφίμων, ειδικά όσον αφορά τα δημητριακά και το ηλιέλαιο. Ενδεικτικά, η Ουκρανία προμηθεύει το 10% του σιταριού, το 13% του κριθαριού, και άνω του 50% του ηλιελαίου που διακινούνται στη διεθνή αγορά, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά για τη Ρωσία είναι 24% για το σιτάρι, 14% για το κριθάρι και 23% για το ηλιέλαιο.
Συνεπώς, η δεσπόζουσα θέση που κατέχουν οι Ουκρανία και Ρωσία στην αγορά, ως βασικές εξαγωγικές χώρες των αγαθών αυτών, μεγεθύνει τις επιπτώσεις που φέρει η ρωσική εισβολή στην παγκόσμια αγορά τροφίμων. Οι εναλλακτικές λύσεις φέρνουν μαζί τους επιπλέον κόστος και μεγαλύτερες καθυστερήσεις, επιδεινώνοντας τον πληθωρισμό των τιμών των τροφίμων. Οι περίοδοι ξηρασίας στη Βραζιλία και τον Καναδά αλλά και τα προβλήματα που άφησε στα λιμάνια η πανδημία έχουν ήδη προκαλέσει προβλήματα στην τροφοδοτική αλυσίδα, ενώ τα futures του σίτου, του καλαμποκιού κ.ο.κ. έχουν αυξηθεί από 20% έως και 50% από τις αρχές του έτους, όπως βλέπουμε και στο παρακάτω γράφημα του σιταριού.
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, οι τιμές αυτές ενδέχεται να αυξηθούν μέχρι και 22% περαιτέρω μέχρι το τέλος του χρόνου.
Στον αντίποδα, συγκλονιστικά είναι τα στοιχεία από μία παλαιότερη έκθεση της τράπεζας για την σπατάλη τροφίμων κυρίως στις δυτικές οικονομίες. Σύμφωνα με τα στοιχεία το ένα τέταρτο με ένα τρίτο της συνολικής παραγωγής καταλήγει στα σκουπίδια ή χάνεται. Ο πρόεδρος του διεθνούς οργανισμού χαρακτήρισε ντροπή το ποσοστό των τροφίμων που σπαταλιούνται παγκοσμίως και επισημαίνοντας ότι «εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο πηγαίνουν για ύπνο νηστικοί κάθε βράδυ κι όμως εκατομμύρια τόνοι τροφίμων καταλήγουν στο σκουπιδοτενεκέ ή χαλάνε πριν φτάσουν στην αγορά».
Σε περιοχές που πλήττονται από υποσιτισμό όπως η Αφρική και η Νότια Ασία, η σπατάλη αντιστοιχεί σε 400-500 χαμένες θερμίδες κατ’ άτομο ημερησίως. Στον αναπτυγμένο κόσμο η σπατάλη μεταφράζεται σε 750 έως 1.500 θερμίδες ημερησίως. Σε όρους θερμιδικής απόδοσης, το πάνω από τα μισά τροφίμων που χάνονται ή σπαταλούνται είναι δημητριακά με τα φρούτα και τα λαχανικά να ακολουθούν. Η ρίζα του κακού εντοπίζεται στις διαδικασίες παραγωγής, φύλαξης και κατανάλωσης. Ωστόσο, τα ποσοστά ποικίλουν ανάλογα με την περιοχή.
Στην ανεπτυγμένη Βόρεια Αμερική, μπορεί η λειτουργία της συντήρησης τροφίμων να είναι καλή, ωστόσο το 61% των απωλειών εντοπίζεται στο στάδιο της κατανάλωσης. Τα τρόφιμα αγοράζονται και αφήνονται να σαπίσουν στα ψυγεία. Σε οικονομικούς όρους, σε χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Βρετανία μια τετραμελής οικογένεια σπαταλάει τρόφιμα που βρίσκονται στο στάδιο της κατανάλωσης αξίας 1.600 δολαρίων και 1.100 λιρών, αντιστοίχως. Αντίθετα, στη «φτωχή» υποσαχάρια Αφρική τεράστιες ποσότητες σπαταλούνται κατά τις διαδικασίες παραγωγής και επεξεργασίας, ενώ 5% μόνο των τροφίμων χάνεται στο στάδιο της κατανάλωσης. Η έκθεση εντοπίζει μια μεγάλη αιτία του κακού στον ανεπτυγμένο κόσμο στον φαύλο κύκλο ανεξέλεγκτης διαφήμισης και στρεβλής καταναλωτικής συμπεριφοράς.
Τα μεγάλα σουπερμάρκετ και εταιρείες τροφίμων υποκινούν την υπερπαραγωγή τροφίμων και τις διαφημιστικές προσφορές με αποτέλεσμα να ενθαρρύνουν τους καταναλωτές να αγοράζουν περισσότερα απ’ όσα έχουν πραγματική ανάγκη. Η σπατάλη τροφίμων σημαίνει επίσης και σπατάλη ενέργειας και φυσικών πόρων. Για παράδειγμα, η ποσότητα νερού που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ρυζιού ή την επεξεργασία του νερού, σπαταλιέται άδικα εάν και το τελικό προϊόν «χαθεί». Η Παγκόσμια Τράπεζα προτείνει ως ενδεικτικές λύσεις την αλλαγή των τεχνικών αγροτικής παραγωγής, τις επενδύσεις στις μεταφορές και την αποθήκευση των τροφίμων και την αλλαγή της συμπεριφοράς των καταναλωτών και των εμπόρων.
Η μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας έχει ιδιαίτερη βαρύτητα και για τη χώρα μας, όπου παρά τις συνθήκες χρεοκοπίας που επικρατούν αποδεικνυόμαστε πρωταθλητές στη σπατάλη τροφίμων. Έρευνα της Public Issue στο πλαίσιο του προγράμματος «Καλύτερη ζωή» του WWF Ελλάς είχε δείξει ότι σχεδόν δύο στους δέκα Έλληνες πετούν το φαγητό τους στα σκουπίδια. Το 59% των Ελλήνων σπαταλάει φαγητό τουλάχιστον μια με δύο φορές το μήνα με τους νέους ηλικίας 18 έως 34 ετών να «πρωταγωνιστούν». Τα είδη τροφίμων που καταλήγουν στα σκουπίδια, κατά κύριο λόγο είναι τα μαγειρεμένα φαγητά, τα φρούτα, τα λαχανικά και οι σαλάτες.
Η εικόνα σήμερα παραμένει εξίσου ανησυχητική ως προς την υπερκατανάλωση, καθώς κανένας λόγος από τους οποίους ανέφερε το 2019 η τράπεζα δεν έχει εκλείψει, στον αντίποδα έχουν ενισχυθεί περισσότερο. Σήμερα ο πρόεδρος του διεθνούς χρηματοπιστωτικού ιδρύματος Ντέιβιντ Μάλπας, αναλύει τον παγκόσμιο αντίκτυπο του πολέμου, συμπεριλαμβανομένων των αυξήσεων των τιμών στα τρόφιμα και στην ενέργεια, με κύριο στόχο να προετοιμάσει μια άμεση ανταπόκριση στην κρίση που θα παράσχει στοχευμένη στήριξη σε αναπτυσσόμενες χώρες.
Η απότομη αύξηση των τιμών στα τρόφιμα χρήζει άμεσης προσοχής, με τον Μάλπας να συμπληρώνει πως για κάθε ποσοστιαία μονάδα αύξησης στις τιμές των τροφίμων, 10 εκατομμύρια άνθρωποι αναμένεται να βρεθούν αντιμέτωποι με συνθήκες ακραίας φτώχειας. Οι πλούσιοι μπορούν να ανταπεξέλθουν οικονομικά στην αγορά ακριβότερων βασικών ειδών, αλλά οι φτωχοί δεν μπορούν, και αυτό είναι η σκληρή εικόνα της επισιτιστικής κρίσης αν εξαιρέσουμε τους θανάτους των αθώων ανθρώπων. Σύμφωνα με τον Μάλπας, «Ο υποσιτισμός αναμένεται να αυξηθεί και θα είναι πιο δύσκολο να αντιστραφεί ο αντίκτυπός του στα παιδιά».
Σε μια παλαιότερη δήλωση μετά το τέλος της σκληρής πανδημίας η επικεφαλής οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας Κάρμεν Ράινχαρτ δήλωνε πως, «η παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη από την κρίση που προκάλεσε η πανδημία του κορονοϊού μπορεί να χρειαστεί έως και πέντε χρόνια για να επιστρέψει η ανθρωπότητα στην κατάσταση προ πανδημίας». Όλα αυτά, τη στιγμή που οι Ρώσοι στοχοποιούν την ουκρανική γεωργία και κλείνουν μερικώς τα σύνορα για τις δικές τους εξαγωγές, που ως γνωστό χρειάζονται για να συντηρούν την πολεμική τους μηχανή, έτσι ώστε να προκαλέσουν παγκόσμια κρίση τροφίμων, χρησιμοποιώντας τις βασικές ανάγκες των ανθρώπων ως μοχλό γεωπολιτικής πίεσης, όπως ακριβώς έκαναν με το φυσικό αέριο. Και φυσικά να δείχνουν τις εικόνες προπαγάνδας του καθεστώτος, που έδειχναν και το 1929, της πείνας των δυτικών χωρών, ενώ οι ίδιοι θα είναι χορτάτοι.
Κι όμως εδώ κάνουν το μεγάλο λάθος που θα οδηγήσει στην πλήρη απομόνωση τους από το διεθνές στερέωμα, εάν φυσικά η Ευρώπη κινηθεί έξυπνα για μια φορά. Αντίθετα με την ενεργειακή κρίση, η Ευρώπη δε φαίνεται να είναι το επίκεντρο των συνεπειών της κρίσης τροφίμων.
Η ΕΕ είναι επίσης μεγάλος παραγωγός δημητριακών με σημαντικές εξαγωγές τροφίμων, ενώ η κοινή αγροτική πολιτική παρέχει επαρκή διαθεσιμότητα και διατηρεί το επίπεδο τιμών στα τρόφιμα χαμηλά για τους Ευρωπαίους καταναλωτές. Το μεγαλύτερο πρόβλημα θα το αντιμετωπίσουν οι χώρες με αδύναμη δημοσιονομική κατάσταση, όπου το αυξημένο κόστος ενέργειας και η μεγάλη διατροφική εξάρτηση από τα σιτηρά δημιουργούν ένα συνδυασμό παραγόντων που οδηγεί σε μεγάλη οικονομική πίεση.
Οι χώρες της Αφρικής και της Ασίας θα οδηγήσουν τους πολίτες σε μια νέα γενιά μετανάστευσης προς τις δυτικές χώρες. Ίσως και αυτό να αποτελεί ένα ακόμη στρατηγικό σχέδιο του Πούτιν, ώστε με κάποιο τρόπο να καταφέρει να πλήξει τις δυτικές οικονομίες. Είναι πολύ δύσκολο να έχεις μια εμμονή και να κάνεις τα πάντα να πετύχεις τον στόχο σου!
Ο κίνδυνος μιας παγκόσμιας επισιτιστικής κρίσης είναι πλέον ορατός με άμεση συνέπεια κυρίως την πρόκληση κοινωνικών εκρήξεων στις υποανάπτυκτες χώρες και την άνοδο του λαϊκισμού στις δυτικές οικονομίες (βλ. Εκλογές Γαλλία). Οι δυτικές οικονομίες θα πρέπει να οχυρωθούν σε αυτό το ενδεχόμενο, και να στηρίξουν αυτές τις χώρες. Επίσης πολύ σημαντικό να θωρακίσουν τη δημοκρατία εντός των τειχών, καθώς ο εχθρός που βρίσκεται εντός των τειχών της Ε.Ε. ίσως αποδειχθεί και σημαντικότερος. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ξεκίνησε ο Χίτλερ, ως υποστηρικτής των αδυνάτων και σωτήρας της Γερμανίας!
Η Ευρώπη και ο γενικότερα οι πλούσιες δυτικές χώρες φαίνεται να επηρεάζονται κυρίως μέσω των ισχυρών πληθωριστικών πιέσεων ενώ οι αδύναμες χώρες μέσω πραγματικής πείνας. Θα πρέπει λοιπόν, παράλληλα με την προστασία των Ευρωπαίων καταναλωτών, να συντονίσουν τη δράση τους ώστε να ενισχύσουν τις χώρες που επηρεάζονται σε πραγματικούς όρους αδυνατώντας να θρέψουν τους πληθυσμούς τους. Η κίνηση της παγκόσμιας τράπεζας βρίσκεται στο σωστό δρόμο, αλλά δεν αρκεί.
Και για να ασχοληθούμε και λίγο με τα του οίκου μας, θα πρέπει να μπουν κάποια όρια λειτουργίας στις αγορές των futures σε προϊόντα που έχουν σχέση με την ενέργεια(χρηματιστήριο ενέργειας) και τροφίμων(αγορές παραγώγων). Λόγω της κρισιμότητας της παγκόσμιας οικονομίας, θα έκρινα, λογικό και σώφρων, να σταματήσει ο απλός επενδυτής να κερδοσκοπεί με το σιτάρι, το καλαμπόκι, τη σόγια, το πετρέλαιο κ.ο.κ. . Οι χρηματαγορές σε κάθε δυτική οικονομία θα πρέπει να αφήσουν τις αγορές ανοιχτές μόνο σε όσους είναι έμποροι και διαθέτουν τα κυρίως υποκείμενα προϊόντα. Έχω το σιτάρι, έχω το καλαμπόκι στην κατοχή μου και μόνο τότε θα αντισταθμίσω τον κίνδυνο.
Είπαμε, ζούμε σε επικίνδυνους και δύσκολους καιρούς και πρέπει όλοι να αναλάβουμε ένα μέρος της ευθύνης που μας αναλογεί. Οι υπόλοιποι κερδοσκόποι πρέπει να καταλάβουν ότι η άνοδος του σιταριού και το δικό τους κέρδος από την συναλλαγή θα επιφέρει τον θάνατο σε εκατοντάδες ανθρώπους στον πλανήτη μας! Δυστυχώς πρέπει να καταλάβουμε στην επενδυτική μας κοινότητα ότι δεν σκοτώνουν μόνο οι βόμβες.
* Ο Μιχάλης Τουτζιάρης είναι χρηματιστηριακός αναλυτής