Η πίεση προς την κυβέρνηση για νέα μέτρα στήριξης είναι δεδομένη, καθώς μετά τις απώλειες εισοδήματος που προκάλεσε η πανδημία έρχονται τώρα οι συνέπειες ενός επικείμενου πληθωριστικού κύματος. Δεδομένες είναι και οι προσδοκίες ότι ο πρωθυπουργός θα ανοίξει το «πουγκί» για μια ακόμη φορά στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Εύλογα όμως εγείρεται το ερώτημα: Λεφτά υπάρχουν;
Υπάρχουν είναι η απάντηση, αλλά όχι αρκετά για να χρηματοδοτήσουν όλα τα μέτρα που έχουν ακουστεί τις τελευταίες ημέρες, είναι η απάντηση αυτών που γνωρίζουν από πρώτο χέρι. Το τελικό προς διάθεση ποσό θα γίνει γνωστό την επόμενη εβδομάδα, αφού ανακοινωθούν τα στοιχεία για την πορεία της οικονομίας κατά το πρώτο εξάμηνο. Και θα υπάρξουν κάποια περιθώρια για διορθωτικές κινήσεις τον Νοέμβριο στο πλαίσιο κατάρτισης του προϋπολογισμού, όταν πλέον θα έχουμε πλήρη εικόνα και για την πορεία της οικονομίας το 2021 και για την απόδοση ολόκληρης της τουριστικής σεζόν, αλλά και για τον δημοσιονομικό στόχο που θα έχει τεθεί για το 2022.
Για να μειωθούν οι ασφαλιστικές εισφορές κατά 1,1% επιπλέον των 3,9 μονάδων που έχουν εξασφαλιστεί, για να μειωθεί περαιτέρω ο συντελεστής φορολόγησης των επιχειρήσεων κατά δύο μονάδες από το 22% στο 20% (η μείωση από το 24% στο 22% είναι διασφαλισμένη), για να καταργηθεί η εισφορά αλληλεγγύης και για τους δημοσίους υπαλλήλους και για τους συνταξιούχους, για να εκλείψει το τέλος επιτηδεύματος και να μειωθεί ο ΕΝΦΙΑ ενώ θα περιορίζονται οι συντελεστές στην έμμεση φορολογία για να απορροφηθούν τα κύματα ακρίβειας, απαιτούνται περισσότερα από 3-4 δισ. ευρώ. Και αυτά τα λεφτά δεν υπάρχουν. Πολύ απλά, διότι ακόμη και αν δίνεται περιθώριο δημοσιονομικής χαλάρωσης στην Ελλάδα και για το 2022, ο στόχος της δημοσιονομικής εξυγίανσης πρέπει να επιτευχθεί. Όχι μόνο γιατί θα πιέσουν οι θεσμοί προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά και γιατί οι αγορές που έχουν καλύψει επί δύο χρόνια τα τεράστια πρωτογενή ελλείμματα που δημιούργησε η πανδημία «παρακολουθούν».
Το ζητούμενο είναι ο στόχος που αποτυπώθηκε στο μεσοπρόθεσμο για περιορισμό του πρωτογενούς ελλείμματος από τα 12 δισ. ευρώ φέτος στο 1 δισ. ευρώ το 2022 να επιτευχθεί. Το να υπάρξουν μικρές αποκλίσεις για να «χωρέσουν» κάποια μέτρα στήριξης που θα αντιμετωπίσουν τις συνέπειες του επερχόμενου κύματος ακρίβειας είναι πιθανό. Το να εξαγγελθεί από τη Θεσσαλονίκη δημοσιονομικός εκτροχιασμός επί 3η χρονιά, δεν είναι στα σχέδια του πρωθυπουργού. Πόσο μάλλον όταν το μέλλον σχετικά με τις πιθανές επιπτώσεις της πανδημίας, παραμένει αβέβαιο.
Μέτρα στήριξης θα υπάρξουν. Η προοπτική μεγαλύτερης ανάπτυξης από αυτή που έχει προϋπολογιστεί (3,6%) δημιουργεί πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο. Αν θα είναι 500 εκατ. ευρώ ή αν θα πιάσουμε το 1 δισ. ευρώ, θα φανεί από το ποιος θα είναι ο τελικός ρυθμός ανάπτυξης. Αυτό το ποσό αρκεί για να μειωθούν περαιτέρω οι ασφαλιστικές εισφορές και για να απορροφηθεί μέρος των κραδασμών από τις ανατιμήσεις στην ενέργεια, και στα είδη πρώτης ανάγκης.
Είναι πολύ πιθανό να ακούσουμε για μέτρα αντιμετώπισης της ενεργειακής φτώχειας και πρόσθετες μειώσεις ασφαλιστικών εισφορών πέραν του 3,9% που έχει ήδη νομοθετηθεί. Διότι με αυτές τις κινήσεις απορροφάται μέρος της συνέπειας της ακρίβειας. Το ενδεχόμενο εκπλήξεων είναι ανοικτό καθώς ο κατάλογος των εισηγήσεων με τα μέτρα στήριξης, παραμένει το «κρυφό χαρτί» του οικονομικού επιτελείου. Ένα είναι δεδομένο: ο πρωθυπουργός δεν θα στείλει από τη Θεσσαλονίκη μήνυμα στην διεθνή επενδυτική κοινότητα ότι η Ελλάδα θα τινάξει την μπάνκα στον αέρα. Το αντίθετο: Το 2022 θα είναι έτος δημοσιονομικής εξυγίανσης.