Ανατροπή στα δεδομένα της αγοράς της ηλεκτροπαραγωγής φέρνει η άνοδος των τιμών φυσικού αερίου. Με τις τιμές να έχουν διαμορφωθεί μεταξύ 70 - 90 ευρώ/MWh οι μονάδες φυσικού αερίου είναι ακριβότερες από το λιγνίτη, με το κόστος δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων να είναι 60 ευρώ ο τόνος.
Ειδικότερα μια λιγνιτική μονάδα έχει λειτουργικό κόστος 120 ευρώ ο τόνος, εν ολίγοις 90 ευρώ κόστος ρύπων και 30 ευρώ κόστος καυσίμου. Στην ουσία ανά MWh το κόστος είναι 48 ευρώ, ενώ το μεταβλητό κόστος μιας μονάδας φυσικού αερίου φτάνει τα 168 ευρώ/MWh, δηλαδή 144 ευρώ το κόστος καυσίμου και 24 ευρώ το κόστος ρύπων.
Παράγοντες της αγοράς αναφέρουν πως η διαφορά αυτή αναμένεται να αυξηθεί ακόμη περισσότερο τον Οκτώβριο, καθώς οι τιμές φυσικού αερίου αναμένεται να φτάσουν τα 90 ευρώ/MWh. Το λειτουργικό δηλαδή κόστος των μονάδων αερίου θα εκτοξευθεί πάνω από 200 ευρώ/MWh και η διαφορά του κόστους με τους λιγνίτες θα είναι πάνω από 80 ευρώ/MWh.
Αποτέλεσμα της παραπάνω κατάστασης στην αγορά είναι πως οι ηλεκτροπαραγωγοί είναι διστακτικοί να προχωρήσουν σε εισαγωγές LNG από τη Ρεβυθούσα, καθώς φοβούνται πως δε θα μπορέσουν να απορροφήσουν τις εισαγόμενες ποσότητες.
Τα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ είναι αποκαλυπτικά: Το μερίδιο LNG στο οκτάμηνο του έτους έχει σημειώσει πτώση 31,27%, από τα επίπεδα του 50% που είχε βρεθεί πέρυσι, όταν οι τιμές στη spot αγορά είχαν πέσει σημαντικά. Ειδικότερα, μέχρι τον Αύγουστο στη Ρεβυθούσα εκφόρτωσαν 22 δεξαμενόπλοια από 38 το 2020, με τις μειώσεις να έχουν να κάνουν με μεταφορές φορτίων LNG από τις ΗΠΑ (-41%) και το Κατάρ (-35%).