Πολλαπλές επιπτώσεις για την πολιτική σκηνή της Ευρώπης και σε δεύτερο χρόνο για την οικονομία και τις αγορές, θα έχει η πολιτική αναταραχή στη Γαλλία, από τη στιγμή που ο Εμανουέλ Μακρόν έχασε την απόλυτη πλειοψηφία στη γαλλική Εθνοσυνέλευση. Είναι η πρώτη φορά από το 1988 που ο επανεκλεγείς Γάλλος πρόεδρος δεν καταφέρνει να εξασφαλίσει την απόλυτη πλειοψηφία, ήτοι να ξεπεράσει το όριο των 289 εδρών. Σαν να μην έφτανε αυτό, οι διεθνείς σχολιαστές συμφωνούν ότι ο πραγματικός νικητής των βουλευτικών εκλογών είναι η Μαρίν Λε Πεν το κόμμα της οποίας εξασφάλισε 11 φορές περισσότερες έδρες.
Πέρα από τις προφανείς δυσκολίες, όπως η προώθηση ριζικών μεταρρυθμίσεων και η υλοποίηση του κυβερνητικού έργου στο μέγιστο δυνατό βαθμό, οι αγορές σύντομα θα αρχίσουν να προεξοφλούν την εκ νέου άνοδο του ευρωσκεπτικισμού στην Ευρώπη, με αφετηρία αυτή τη φορά τη Γαλλία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το μέλλον του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
Η αντίδραση των αγορών είναι κρίσιμη για τη συνέχεια. Όχι άμεσα αλλά σε βάθος χρόνου και όσο θα βρίσκει δυσκολίες ο Μακρόν στην προώθηση των μεταρρυθμίσεων και ειδικότερα του συνταξιοδοτικού. Είδαμε ήδη ότι η διεύρυνση των spreads στην αγορά ομολόγων προκάλεσε την έκτακτη συνεδρίαση της ΕΚΤ. Αν η νευρικότητα για το μέλλον της Γαλλίας κυριαρχήσει στις τάξεις των επενδυτών τότε η ΕΚΤ θα έχει πολύ πιο σοβαρό πρόβλημα. Και αυτό γιατί το εργαλείο για την αποφυγή του κατακερματισμού στην Ευρωζώνη αναμένεται να αφορά στην πώληση ομολόγων του πυρήνα (Γερμανίας, Γαλλίας κλπ) κάθε φορά που θα παρεμβαίνει η ΕΚΤ για να αγοράζει ομόλογα της Ιταλίας και της Ελλάδας.
Επιπλέον, σε μία συγκυρία που η ευρωπαϊκή οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη με τον υψηλότερο πληθωρισμό της κοινής ιστορίας της και την απειλή μιας νέας βαθιάς ύφεσης, ιδιαίτερα στην περίπτωση που κλείσουν οι στρόφιγγες του ρωσικού φυσικού αερίου, ο Μακρόν αποτελούσε μία πολιτική σταθερά, τον πυλώνα που έχει ανάγκη η Ευρώπη για να αλλάξει – αν μπορεί - προς το καλύτερο. Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς έχει τα δικά του ζητήματα, ενώ ο μεγαλύτερος σύμμαχος του Μακρόν στο δρόμο για τη μεταρρύθμιση της Ευρώπης, Μάριο Ντράγκι, αναμένεται να αποχωρήσει το 2023.
Μία σημαντική μειονότητα βουλευτικών εδρών στη Γαλλία, ανήκει σε κόμματα που έχουν κάνει τον ευρωσκεπτικισμό σημαία, από τη Λαϊκή Ένωση (NUPES) του Ζαν-Λυκ Μελανσόν έως την Εθνική Συσπείρωση (RN) της Μαρίν Λε Πεν. Διαμορφώνεται έτσι ένα ιδιαίτερο μομέντουμ, με τελικό προορισμό τις προεδρικές εκλογές του 2027. Η Γαλλία, με άλλα λόγια, ενώ κυβερνάται από τον ευρωπαϊστή Μακρόν και έχει μπροστά της σοβαρά προβλήματα, όπως της ακρίβειας και του ενεργειακού, και ταυτόχρονα καλείται να υλοποιήσει μια μεγάλη μεταρρυθμιστική ατζέντα, πρέπει να αντιμετωπίσει και το φάντασμα του ευρωσκεπτικισμού.
Φαίνεται, μάλιστα, ότι το μομέντουμ γυρίζει υπέρ εκείνων που είτε από την Αριστερά (Μελανσόν) είτε από τη Δεξιά (Λε Πεν), επιθυμούν την αποδυνάμωση της Ενωμένης Ευρώπης.
Πως θα είναι η Ευρώπη αν στις εκλογές της άνοιξης του 2023 στην Ιταλία επικρατήσουν τα Αδέλφια της Ιταλίας και το γαλλικό ευρωσκεπτικιστικό κίνημα μεγαλώσει εξαιτίας της κρίσης που έρχεται; Είναι μία απειλή που προς το παρόν μπαίνει σε δεύτερη μοίρα. Η αλήθεια είναι πως στη δεδομένη χρονική στιγμή οι αγορές έχουν πολύ σοβαρότερα ζητήματα να τις απασχολούν, όπως οι γεωπολιτικές εξελίξεις (κυρίως το πως θα εξελιχθεί ο πόλεμος στην Ουκρανία) και το κατά πόσο η προσήλωση των κεντρικών τραπεζών στην καταπολέμηση του πληθωρισμού θα φέρει νέα ύφεση. Όμως στην πορεία δεν αποκλείεται η άνοδος του ευρωσκεπτικισμού να αποτελέσει κεντρικό πρόβλημα σε όλα τα επίπεδα.