Στον τουρισμό, τα σενάρια γράφονται και σβήνονται συνεχώς. Το παράδειγμα της Μυκόνου διαψεύδει όσους μιλούσαν για ένα ανέφελο καλοκαίρι. Και άλλες όμως εξελίξεις, όπως η απόφαση της Γερμανίας να βάλει την Ελλάδα στο «κόκκινο» συνηγορούν ότι δεν θα επιβεβαιωθεί το θετικό σενάριο. Ακριβώς αυτό δείχνουν οι αντικρουόμενες προβλέψεις για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, αφού οι εκτιμήσεις στα τουριστικά έσοδα πέφτουν πλέον κάτω των 7 δισ.
Αλλά η μεγάλη εικόνα δεν αλλάζει. Στο βάθος υπάρχουν τα 60 δισ του Ταμείου Ανάκαμψης. Είναι για όλους; Όχι. Δεν αφορούν όσους έμαθαν να ζουν αποκλειστικά με επιστρεπτέες. Ούτε φτιάχτηκε για να μοιράσει «δανεικά και αγύριστα» σε όσους απέχουν από τις επιταγές της ψηφιακής εποχής, κάτι που αφορά και στον τουρισμό.
Στην κυβέρνηση γνωρίζουν ότι η φετινή σεζόν δεν θα είναι καλή. Δεν είναι μόνο η Μύκονος και ο κίνδυνος να χρειαστεί να ληφθούν παρόμοια μέτρα στις άλλες «κόκκινες» περιοχές, Σαντορίνη, Πάρο, Ιό, Ρέθυμνο, Ηράκλειο. Είναι ότι μιλάμε ξανά για μια σεζόν ανατροπών. Πάνω που ανακοινώθηκε ότι ανοίγει η βρετανική αγορά, μόλις προ ημερών η Γερμανία - η πιο σημαντική αγορά σε αφίξεις και έσοδα για τον τουρισμό μας - έβαλε την Ελλάδα στο κόκκινο εξαιτίας ανόδου των κρουσμάτων. Την ώρα που στην Κρήτη είχε αρχίσει να ανεβαίνει ο ρυθμός των κρατήσεων, άρχισαν να αυξάνονται οι ακυρώσεις και η μετάθεση ημερομηνιών.
Η μεγάλη αβεβαιότητα για τον τουρισμό είναι που οδηγεί και σε τόσο αντικρουόμενες προβλέψεις για την ελληνική οικονομία. Η Capital Economics βλέπει για φέτος ανάπτυξη 8% στην Ελλάδα, όταν το ΔΝΤ μιλά για 3,3%. Η BofA και η UniCredit την εκτιμούν σε 5,1% και 5,5% αντίστοιχα, όταν η ΕΕ προβλέπει 4,3%, η EBRD 4% και το υπουργείο Οικονομικών μιλά για 3,6%. Στο καλό του σενάριο το ΙΟΒΕ βλέπει 5,5% και στο κακό του 3%. Οι μεγάλες διαφορές ανάμεσα στα καλά και τα δυσμενή σενάρια υποδεικνύουν την τεράστια αβεβαιότητα. Ένα lockdown τον Αύγουστο στην Κρήτη ανατρέπει τα πάντα. Η μόνη ασφαλής πρόβλεψη αυτή την περίοδο είναι ότι όποιος δίνει νούμερα, θα αναγκαστεί πιθανότατα να τα επικαιροποιήσει.
Τα παραπάνω δείχνουν πόσο μια αναταραχή, όπως η μετάλλαξη «Δέλτα» μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα. Ευτυχώς όμως υπάρχει το Ταμείο Ανάκαμψης. Ακόμη και αν η φετινή ανάπτυξη «κάτσει» στο 3% - 4%, δηλαδή ανακτήσουμε ένα μόνο τμήμα της περυσινής ύφεσης 8,2%, υπάρχει μπροστά ένα σχέδιο, χρηματοδοτημένο.
Το βάρος στρέφεται ήδη στην επόμενη μέρα, στην έναρξη υλοποίησης των πρώτων δώδεκα έργων του Ταμείου, στην ικανότητα των επιχειρήσεων να απορροφήσουν τα δάνεια, στο ρόλο των τραπεζών να χρηματοδοτήσουν την ανάπτυξη. Η αγωνία αφορά στην ικανότητα των επιχειρήσεων να απορροφήσουν τα δάνεια του Ταμείου που προορίζονται για ιδιωτικά επενδυτικά έργα. Η Ελλάδα είναι από τις ελάχιστες χώρες που αποφάσισε να αξιοποιήσει το σύνολο των δανείων που της αναλογούν.
Ο λόγος για τα 12,7 δισ ευρώ που προβλέπονται για επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα και τα οποία απαιτούν ανάλογα δάνεια από τις τράπεζες, καθώς και ίδια συμμετοχή γύρω στα 6-7 δισ από την πλευρά των επιχειρήσεων, προκειμένου έως το 2026 να υλοποιηθούν ιδιωτικές επενδύσεις ύψους 32 δισ. ευρώ. Κλειδί, το να καταστούν αξιόχρεες όσο το δυνατόν περισσότερες και να «παντρευτούν» τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης με τα 26 δισ. ευρώ των πόρων του νέου ΕΣΠΑ.
Το στοίχημα τεράστιο. Αφορά το ρόλο των επιχειρήσεων, που μεγάλος τους αριθμός δεν πληροί τα κριτήρια να δανειοδοτηθεί και μένει να φανεί αν η δυναμική της οικονομίας μέσω και των κεφαλαίων του Ταμείου θα απελευθερώσει νέες δυνάμεις. Αφορά το ρόλο των τραπεζών, που παρ’ ότι δεν μπορούν να παρακάμψουν τα τραπεζικά κριτήρια, εντούτοις καλούνται να κάνουν πράξη τη δέσμευσή τους ότι θα χρηματοδοτήσουν πιο δυναμικά την οικονομία.
Το ευτύχημα είναι ότι τα πρώτα 12 έργα, συνολικού προϋπολογισμού 1,42 δισ. ευρώ, ξεκινούν άμεσα. Αφορούν σε υποδομές εκσυγχρονισμού του Δημοσίου, ψηφιοποίηση αρχείων, το βόρειο τμήμα του αυτοκινητόδρομου Ε65, ενίσχυση συστημάτων για την ψηφιακή εξυπηρέτηση των πολιτών, βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος μέσω του χωροταξικού σχεδιασμού, ανάδειξη των μνημείων της Ακρόπολης.
Το χρήμα αυτό, μαζί με όσο θα μοχλεύσει από τον ιδιωτικό τομέα, σε συνδυασμό με τη δυναμική της κατανάλωσης, πιθανώς να καλύψουν μέρος της ζημιάς από τον τουρισμό. Το καλό σενάριο είναι ότι η οικονομία θα δείξει αντοχές και όπως συνέβη και στο πρώτο τρίμηνο, όπου οι αρχικές «μαύρες» προβλέψεις μιλούσαν για ύφεση 10%, αλλά αυτή έκλεισε στο 2,3%, έτσι και η χρονιά θα ξεπεράσει τη χαμένη τουριστική σεζόν.
Το Ταμείο Ανάκαμψης όμως δεν είναι ασπιρίνη δια πάσα ασθένεια. Εκείνοι που θα αντιμετωπίσουν σοβαρό πρόβλημα είναι όσοι έμαθαν να ζουν την τελευταία διετία με ενισχύσεις και με επιστρεπτέες. Ένα σημαντικό κομμάτι της ελληνικής επιχειρηματικότητας, ιδιαίτερα της μικρομεσαίας, που βρίσκεται στην επικράτεια της γκρίζας οικονομίας και που σε μεγάλο βαθμό αφορά και στον τουρισμό.
Το Ταμείο δεν πρόκειται να λειτουργήσει ως ένα παράλληλο ή εναλλακτικό σύστημα χρηματοδότησης όσων δεν μπορούν να βρουν τραπεζική χρηματοδότηση. Το τέλος των κρατικών πακέτων στήριξης θα σημάνει και το μεγάλο ξεσκαρτάρισμα της ελληνικής οικονομίας, το οποίο η επέλαση της πανδημίας αναβάλει εδώ και μια διετία.