Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Ταχύτερα και από τις πιο δυσοίωνες προβλέψεις… στερεύουν οι οικονομίες των Ελλήνων, ως αποτέλεσμα της «επιτυχούς» δημοσιονομικής προσαρμογής που επιτάσσουν τα μνημόνια. Σύμφωνα με στοιχεία που παραθέτει η Eurobank, μόνο μέσα στη διετία 2015-2016 οι καταναλωτικές δαπάνες των ελληνικών νοικοκυριών ξεπέρασαν το διαθέσιμο εισόδημα κατά 19 δισ. ευρώ, ενώ μέσα στην κρίση (2009-2016) οι αποταμιεύσεις των νοικοκυριών μειώθηκαν κατά 22 δισ. ευρώ!
Η τρομακτική συρρίκνωση των αποταμιεύσεων των νοικοκυριών αποδίδεται, μεταξύ άλλων, στην προσπάθεια του δημοσίου να επιτύχει τη δημοσιονομική προσαρμογή που προέβλεπαν τα μνημόνια, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την τεράστια μείωση της ζήτησης, τη δραματική πτώση της εγχώριας παραγωγής και κατ'' επέκταση των εισοδημάτων.
Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην οποία βρίσκεται εδώ και χρόνια η πραγματική οικονομία υπερτονίζεται, επίσης, από το γεγονός ότι από το 2012 μέχρι σήμερα η καταναλωτική δαπάνη ήταν υψηλότερη από το αντίστοιχο διαθέσιμο εισόδημα κατά 29 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι τα τελευταία πέντε χρόνια οι Έλληνες δαπανούν περισσότερα απ' όσα κερδίζουν, στην… απέλπιδα προσπάθειά τους να διατηρήσουν στα επιθυμητά επίπεδα το βιοτικό τους επίπεδο.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις ανώτερων τραπεζικών πηγών, μόνο μέσα στο τελευταίο δωδεκάμηνο, οι πολίτες έβγαλαν περίπου 6 δισ. ευρώ από τα σεντούκια για να καλύψουν τις αυξημένες φορολογικές υποχρεώσεις τους και τα γενικότερα έξοδα. Το ποσό θα ήταν ακόμη μεγαλύτερο αν δεν είχαν μειωθεί τα υπόλοιπα των τραπεζικών καταθέσεων των νοικοκυριών από τις αρχές του 2017 κατά σχεδόν 2 δισ. ευρώ, λόγω της αβεβαιότητας.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει σε σχετική έκθεση η Eurobank, ο συγκεκριμένος τρόπος χρηματοδότησης ενός ποσοστού της ιδιωτικής κατανάλωσης δεν θεωρείται βιώσιμος μακροπρόθεσμα. Με άλλα λόγια, η οικονομία δεν θα αντέξει για πολύ αν δεν ενισχυθούν τα εισοδήματα των νοικοκυριών και παράλληλα συνεχιστούν οι αυξήσεις φόρων – οι οποίες ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για τη μείωση της ζήτησης.
Το 2016 ήταν το πέμπτο συνεχές έτος που η καταναλωτική δαπάνη των ελληνικών νοικοκυριών ήταν υψηλότερη από το αντίστοιχο διαθέσιμο εισόδημα. Αρχικά, το 2012, ήταν οριακά υψηλότερη κατά 200 εκατ. ευρώ, το 2013 η διαφορά έφτασε τα 5,5 δισ. ευρώ για να υποχωρήσει το 2014 στα 4,6 δισ. ευρώ. Αυτή είναι μία ακόμη ένδειξη ότι η οικονομία εμφάνιζε το 2014 τα πρώτα σημάδια βελτίωσης, πριν ξεσπάσει νέα κρίση στο α' εξάμηνο του 2015.
Τα τελευταία δύο χρόνια καταγράφηκε έκρηξη του χάσματος μεταξύ καταναλωτικής δαπάνης και διαθέσιμου εισοδήματος, φτάνοντας τα 8,2 δισ. ευρώ το 2015 και 10,6 δισ. ευρώ το 2016!
Όταν οι δαπάνες είναι μεγαλύτερες από το εισόδημα, τότε αυτές καλύπτονται ή από δανεισμό, είτε από οικονομίες. Κατά τη διάρκεια της περιόδου 2009-2016, ο ιδιωτικός τομέας μείωσε τις αποταμιεύσεις του κατά 24,9 δισ. ευρώ (από 37,4 δισ. ευρώ στα 12,5 δισ. ευρώ) και ο δημόσιος τομέας τις αύξησε (μείωση των ελλειμμάτων) κατά 28,5 δισ. ευρώ (από -23,6 δισ. ευρώ στα 4,9 δισ. ευρώ). Το αποτέλεσμα για το σύνολο της οικονομίας ήταν η αύξηση του επιπέδου της εγχώριας αποταμίευσης κατά 3,5 δισ. ευρώ.
Όπως προαναφέρθηκε, η μείωση του επιπέδου της αποταμίευσης του ιδιωτικού τομέα προήλθε κυρίως από τα νοικοκυριά (-22,0 δισ. ευρώ). Ακολούθησαν οι μη χρηματοοικονομικές εταιρείες (-8,0 δισ. ευρώ), ενώ στις χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις καταγράφηκε αύξηση της τάξης των 5,1 δισ. ευρώ.
Σεντούκια
Τα χρήματα που φυλάσσονται εκτός τραπεζικού συστήματος διαρκώς μειώνονται και σήμερα εκτιμάται ότι προσεγγίζουν τα 12 δισ. ευρώ, πολύ κοντά στο επίπεδο που βρίσκονταν στις αρχές του 2015, πριν πάρουν την ανιούσα.
Τα… σεντούκια και οι διάφορες κρυψώνες «γέμισαν» με 20 δισ. ευρώ μέσα στο α'' εξάμηνο του 2015. Αυτό σημαίνει ότι τα μισά από τα χρήματα που βγήκαν εκτός τραπεζικού συστήματος κατά την κρίση του 2015 βρέθηκαν κρυμμένα σε... σεντούκια και τραπεζικές θυρίδες, πριν χρησιμοποιηθεί μέχρι σήμερα σημαντικό μέρος από αυτά για την κάλυψη αναγκών.
Εντυπωσιακό είναι το στοιχείο που δείχνει ότι τα λεφτά στα «σεντούκια» διαμορφώνονταν στα 8,7 δισ. ευρώ το 2002, ενώ στο απόγειο της κρίσης και τη διπλή εκλογική αναμέτρηση του καλοκαιριού του 2012 ανήλθαν στα 45,4 δισ. ευρώ, για να υποχωρήσουν τον Οκτώβριο του 2014 στα 30,4 δισ. ευρώ.
Με άλλα λόγια, οι πολίτες συνεχίζουν να «ταΐζουν» το αδηφάγο κράτος από το «λίπος», το οποίο μειώνεται με ταχύ ρυθμό και δεν αποκλείεται να έχει εξαντληθεί μέσα στα επόμενα 2-3 χρόνια.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ, της ΕΛΣΤΑΤ και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, σχεδόν 8 στα 10 νοικοκυριά υπέστησαν σημαντικές απώλειες εισοδήματος μετά το 2010, ενώ η αποταμίευση ακολουθεί πτωτική τροχιά από το 2009 και το διαθέσιμο εισόδημα συνεχώς μειώνεται.