Του Βασίλη Γεώργα
Την προηγούμενη φορά που οι εταίροι μας στην Ευρώπη προσφέρθηκαν να δώσουν λεφτά στην Ελλάδα, ήταν με το Σχέδιο Schaeuble για να φύγει η χώρα από την ευρωζώνη.
Τότε (το 2011 και το 2015) είχαν πέσει στο τραπέζι 50 δισ. ευρώ ως προσφορά του Γερμανού υπουργού Οικονομικών και άλλων ευρωπαίων ομολόγων του, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η «ανθρωπιστική κρίση» και να υποστηριχθεί στοιχειωδώς η μετάβαση της Ελλάδας στο εθνικό νόμισμα, αν η χώρα δεν συμφωνούσε με τους όρους του μνημονίου.
Τώρα είναι η ίδια κυβέρνηση που διεκδικεί αυτά τα 50 δισεκατομμύρια ευρώ από την Ευρώπη. Το επικοινωνιακό εύρημα του Πρωθυπουργού που ανήγγειλε ότι θα ζητήσει αναπτυξιακό πακέτο από τους ευρωπαίους, είναι ότι αφού οι πιστωτές δεν ρυθμίζουν το χρέος και διαφωνούν για τους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ, οφείλουν (;) να δρομολογήσουν ένα «σχέδιο Marshall» προκειμένου να χρηματοδοτήσουν έργα υποδομών και έτσι να επιταχύνουν την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Κάτι αντίστοιχο είχε πει προ διμήνου και ο κυβερνητικός εταίρος του ΣΥΡΙΖΑ Πάνος Καμμένος, ο οποίος πιστεύει πως η Ελλάδα μπορεί να σωθεί μόνο από τις ΗΠΑ και η Ρωσία με ένα νέο σχέδιο Marshall «το οποίο δεν έχει Μνημόνια ούτε τοκογλυφικά επιτόκια»…
Εκ πρώτης όψεως το «αναπτυξιακό πακέτο» μοιάζει με ένα πολύ ενδιαφέρον αίτημα. Ειδικά στα αυτιά των κουρασμένων ανέργων, των σκληρά φορολογούμενων ελεύθερων επαγγελματιών και των επιχειρηματιών που περιμένουν να ανοίξει καμιά δουλειά, ηχεί σαν μουσική. Ποιος δεν θα ήθελε «τσάμπα» λεφτά σε προγράμματα χρηματοδότησης και φτηνά δάνεια για να χτιστούν γέφυρες, δρόμοι και νέες επιχειρήσεις σε μια χώρα που ψάχνει κανείς τις επενδύσεις και θέσεις εργασίας με τα κιάλια.
Είναι όμως έτσι;
Εδώ για άλλη μια φορά δεν ξέρουμε καν με τι είδους πρόταση έχουμε να κάνουμε, ούτε καν αν υπάρχει κάτι στο τραπέζι ή σκοπίμως παραπλανούν ενόψει της συμφωνίας (ή της ρήξης) που έρχεται. Μοιραία οι συνειρμοί μπορούν εύκολα να εκτρέψουν τη συζήτηση σε άλλες ατραπούς, εφόσον δεν δοθούν επαρκείς εξηγήσεις.
Να θυμίσουμε μόνο ότι το 2015 η τότε κυβέρνηση, αλλά και κορυφαία στελέχη της Κομισιόν καλλιεργούσαν την προσδοκία στους πολίτες ότι η Ε.Ε θα δώσει αναπτυξιακή βοήθεια 35 δισ. ευρώ στην Ελλάδα. Λίγο αργότερα αποδείχθηκε ότι δεν υπήρχε κανένα αναπτυξιακό πακέτο για την Ελλάδα και αυτό για το οποίο όλοι μιλούσαν ήταν για τα 19,5 δισ. ευρώ του ΕΣΠΑ και τα 14,5 δισ. ευρώ των αγροτικών ενισχύσεων της προγραμματικής περιόδου 2014-2020. Εκείνη την περίοδο η εκταμίευση αυτών πόρων παραλίγο να γίνει «προαπαιτούμενο» της συμφωνίας του ΣΥΡΙΖΑ για το τρίτο μνημόνιο.
Τι ζητάμε σήμερα από τους ευρωπαίους; Περισσότερα χρήματα για το ΕΣΠΑ των 35 δισ. ευρώ το οποίο δεν έχει καν ξεκινήσει να μοιράζει χρήματα; Χρηματοδότηση από το «πακέτο Juncker» των 320 δισ. ευρώ το οποίο, όμως, ήδη μπορεί να αξιοποιήσει η Ελλάδα; Μικρότερα πρωτογενή πλεονάσματα ενώ έχουμε ήδη συμφωνήσει για 3,5% μέχρι το 2022; Ένα μεγάλο νέο δάνειο όπως επιχειρήθηκε να πείσει η κυβέρνηση προ μηνών ότι διαπραγματεύεται με την Παγκόσμια Τράπεζα; Χρηματοδοτικά εργαλεία και πόρους για κάποια συγκεκριμένα μεγάλα δημόσια και ιδιωτικά έργα; Λεφτά για να χρηματοδοτήσουμε τις προσλήψεις 300-400.000 υπαλλήλων στο Δημόσιο τα επόμενα χρόνια όπως έχουν εισηγηθεί στην Τρόικα οι υπουργοί Δ. Παπαδημητρίου και Ρ. Αντωνοπούλου για να μειωθεί ταχύτερα η ανεργία;
Και τελικά ποια είναι η λογική ενός τέτοιου αιτήματος για «αναπτυξιακό πακέτο» από μια κυβέρνηση που την ίδια στιγμή ισχυρίζεται ότι η Ελλάδα βγαίνει από την κρίση, αποκαθιστά την εμπιστοσύνη με τους επενδυτές και είναι σε θέση να προσελκύσει μεγάλες επενδύσεις; Εδώ προσπαθούμε να πείσουμε τις αγορές να μας εμπιστευτούν με το επιχείρημα ότι η Ελλάδα έχει μεγάλες προοπτικές, και την ίδια στιγμή τους λέμε ότι θέλουμε περισσότερη βοήθεια.
Για να είμαστε ειλικρινείς η Ελλάδα δεν χρειάζεται μόνο 50 ή 100 δισ. ευρώ αλλά πολλά περισσότερα σε χρηματοδότηση και επενδυτικά έργα τα επόμενα χρόνια για να καλύψει το έδαφος που χάθηκε στα χρόνια της κρίσης. Σε παλαιότερη ανάλυσή της μια μεγάλη ελληνική τράπεζα είχε εκτιμήσει ότι απαιτούνται τουλάχιστον 730 δισ. ευρώ επενδύσεων ως το 2030 για να ξεπεράσουμε τη ζημιά που έγινε.
Οι ανάγκες είναι αντικειμενικά πολύ μεγάλες. Για να καλυφθούν όμως πρέπει να δημιουργηθούν εντός χώρας οι προϋποθέσεις ώστε η Ελλάδα να προσελκύσει όσα περισσότερα κεφάλαια και επενδυτές μπορεί. Το ελάχιστο που έχουμε να κάνουμε είναι ένα σοβαρό «αναπτυξιακό σχέδιο» το οποίο ακόμη δεν υπάρχει ούτε στα χαρτιά. Το βέλτιστο είναι να ανοίξουμε τις αγορές, να διευκολύνουμε τις επιχειρήσεις να επενδύσουν και να πάρουμε στα σοβαρά την ανασυγκρότηση της οικονομίας.
Αλλά όσο η χώρα διεκδικεί λεφτά για επενδύσεις ως επαίτης με τρόπο που στέλνει το μήνυμα ότι χρήζει ειδικής μεταχείρισης γιατί δεν μπορεί να ανακάμψει με άλλο τρόπο, αυτό που πετυχαίνει είναι να ρίχνει νερό στον μύλο εκείνων που θεωρούν ότι η ανάκαμψη είναι χαμένη υπόθεση και ότι η χώρα δεν διασώζεται από κανένα πρόγραμμα.
Συνεπώς όσο πιο δυνατά ζητάμε βοήθεια σε νέα δανεικά, ελαφρύνσεις χρέους και «αναπτυξιακά προγράμματα», τόσο μεγαλώνει ο κίνδυνος αντί για σχέδιο Marshall να ξαναβρούμε μπροστά μας το Σχέδιο Schaeuble.
(Φωτογραφία: Sooc)