Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Στις 9 Αυγούστου συμπληρώνονται 11 χρόνια από την ημέρα που η BNP Paribas δεν επέτρεψε στους πελάτες της να βγάλουν χρήματα από δύο funds, επικαλούμενη την πλήρη «εξάτμιση» της ρευστότητας στην αγορά. Για πολλούς η ημέρα εκείνη θα μείνει στην ιστορία ως η αρχή της παγκόσμιας κρίσης που κορυφώθηκε με την κατάρρευση της Lehman Brothers τον Σεπτέμβριο του 2008.
Σήμερα, μετά από τόσα βάσανα και τεράστιες προσπάθειες ανάκαμψης, η παγκόσμια οικονομία έχει καταφέρει να αφήσει πίσω της την χρηματοπιστωτική κρίση, ωστόσο βρίσκεται αντιμέτωπη με μία νέα κρίση, αυτή ενός παγκόσμιου εμπορικού πολέμου. Οι αναλυτές του ΔΝΤ προειδοποιούν ότι στην περίπτωση που ο εμπορικός πόλεμος γενικευθεί το παγκόσμιο ΑΕΠ θα χάσει 430 δισ. δολάρια, ή μισή ποσοστιαία μονάδα, ενώ οι πιο απαισιόδοξοι τοποθετούν τον αντίκτυπο της σύγκρουσης σε 2-3 ποσοστιαίες μονάδες, εξαφανίζοντας στην ουσία την παγκόσμια ανάπτυξη.
Οι συναντήσεις των υπουργών Οικονομικών των χωρών-μελών του G20 στο Μπουένος Άιρες αυτό το Σαββατοκύριακο είναι μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να συζητηθεί το ντόμινο των δασμών. Δηλώσεις όπως η πρόσφατη του Ντόναλντ Τραμπ, σύμφωνα με την οποία οι εμπορικές πρακτικές της Γερμανίας βάζουν την Ευρώπη στο… ίδιο καλάθι με την «κακή» Κίνα, δυναμιτίζουν το κλίμα και δείχνουν ότι ο Αμερικανός πρόεδρος είναι αποφασισμένος να τραβήξει κι άλλο το σχοινί.
Αν και οι κίνδυνοι του εμπορικού πολέμου έχουν σε μεγάλο βαθμό υποτιμηθεί, όλοι γνωρίζουν ότι η παγκόσμια οικονομία δεν είναι έτοιμη για μια νέα κρίση. Απλά όλοι κοιτούν το συμφέρον τους και κανείς δεν θέλει να υποχωρήσει, τουλάχιστον μέχρι να φανούν τα πρώτα σύννεφα.
Έντεκα, λοιπόν, χρόνια μετά και οι εστίες αβεβαιότητας παραμένουν ενώ τίποτα δεν διασφαλίζει ότι το πάθημα έγινε μάθημα. Μετά τα αλλεπάλληλα ιστορικά υψηλά του Dow Jones και του S&P500, πολλοί προειδοποιούν για τη νέα μεγάλη κρίση που έρχεται, επισημαίνοντας ότι η θωράκιση της παγκόσμιας οικονομίας είναι ανεπαρκής μπροστά στους τεράστιους κινδύνους που παραμονεύουν.
Όπως εκτιμούν αναλυτές από το City του Λονδίνου, ο εμπορικός πόλεμος που έχει ξεσπάσει ανάμεσα στις ΗΠΑ και στους εταίρους της, μετά το μπαράζ επιβολής δασμών, είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που έχουν αντιμετωπίσει οι αγορές από την παγκόσμια κρίση του 2008. Οι ίδιοι απορούν πως γίνεται όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να καταλαβαίνουν τους κινδύνους και να βλέπουν την καταιγίδα που έρχεται, αλλά μέχρι στιγμής κανείς να μην δείχνει διατεθειμένος να κάνει έστω ένα μικρό βήμα πίσω.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με έρευνα της Bank of America Merrill Lynch, το 60% των διαχειριστών κεφαλαίων συμφωνεί ότι ο εμπορικός πόλεμος αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο, έναν κίνδυνο που μέχρι πρόσφατα είχε υποτιμηθεί. Από την πλευρά της, η Capital Economics κρούει τον κώδωνα του κινδύνου τονίζοντας ότι ο προστατευτισμός απειλεί την Ευρώπη και ιδιαίτερα τις πιο ανοιχτές οικονομίες όπως της Γερμανίας, της Ολλανδίας και της Ελβετίας. Και βέβαια, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε την Ιταλία, η οποία μέσα στους επόμενους μήνες θα «αποφασίσει» αν θα προσπαθήσει να τινάξει την Ευρώπη στον αέρα απαιτώντας χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων.
Τι θα γίνει λοιπόν; Θα προσπαθούμε να σωθούμε αναζητώντας καταφύγιο όταν η καταιγίδα θα έχει καταστρέψει τα πάντα, όπως συνέβη το 2008; Σημειώνεται πως οι επιπτώσεις της κρίσης του 2008 είναι ακόμη αισθητές ενώ χρειάστηκαν αρκετά χρόνια για να… καθαρίσει ο ουρανός.
Κρίνοντας, βέβαια, από τα υψηλά των δεικτών της Wall Street και την ευφορία που παρατηρείται σε αρκετές αγορές, θα έλεγε κανείς ότι οι επενδυτές είτε δεν βλέπουν καμία καταιγίδα στον ορίζοντα, είτε έχουν λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα ασφαλείας και γι' αυτό δεν ανησυχούν ιδιαίτερα.
Ίσως γιατί η ανεργία χτυπάει διαδοχικά χαμηλά στις ΗΠΑ και οι δείκτες επιχειρηματικής και καταναλωτικής εμπιστοσύνης ενισχύονται σε ΗΠΑ και Ευρώπη. Οι οικονομίες της Ευρώπης ανακάμπτουν από την ύφεση και η ρευστότητα παραμένει άπλετη εξαιτίας των εκτυπωτικών μηχανημάτων της ΕΚΤ στο πλαίσιο της ποσοτικής χαλάρωσης. Όλα καλά προς το παρόν.
Όμως οι κεντρικές τράπεζες έχουν ήδη ξεκινήσει να βγάζουν τα μηχανήματα από την πρίζα και η ροή του φθηνού χρήματος θα σταματήσει σε μία εποχή που το διεθνές εμπόριο βιώνει την επέλαση του προστατευτισμού. Σε πολιτικό επίπεδο τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Οι μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου είναι με… το χέρι στη σκανδάλη, ήτοι είναι έτοιμες ανά πάσα στιγμή για αντίποινα. Βρίσκονται σε στάση αναμονής και περιμένουν η μία την κίνηση της άλλης.
Πρόκειται για ένα θανάσιμο γαϊτανάκι που ξεκίνησε από τον Ντόναλντ Τραμπ και πλέον συνεχίζεται ανεξέλεγκτο με την Κίνα και την Ευρώπη.
Σε επίπεδο προβλέψεων, τα σινιάλα είναι μικτά αν και αυξάνονται συνεχώς οι φωνές που προειδοποιούν ότι ο θετικός κύκλος για οικονομία και αγορές βρίσκεται στην τελευταία του φάση. Προχθές είδε το φως της δημοσιότητας η μηνιαία δημοσκόπηση της BofAML, την οποία διενεργεί η αμερικανική τράπεζα σε διαχειριστές κεφαλαίων, συλλέγοντας τις εκτιμήσεις τους για την αγορά. Το ποσοστό των fund managers που εκτιμά ότι η παγκόσμια οικονομία θα είναι ισχυρότερη σε ένα χρόνο από σήμερα βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Φεβρουάριο του 2016. Σήμερα, οι διαχειριστές που έχουν θετική εκτίμηση για του χρόνου είναι κατά 11% λιγότεροι από όσους βλέπουν επιδείνωση συνθηκών, όταν στις αρχές του 2018 ήταν 40% περισσότεροι.
Στο μεταξύ, τα «κοράκια» των αγορών πετάνε σε κύκλους πάνω από την Ευρώπη περιμένοντας τα θύματά τους να… παραδώσουν πνεύμα, ήτοι τις υπερχρεωμένες επιχειρήσεις της ηπείρου οι οποίες θα δυσκολευτούν να συνεχίσουν την αυτόνομη πορεία τους όταν θα αυξηθεί το κόστος δανεισμού. Σύμφωνα με το Bloomberg, οι προσλήψεις στελεχών από distressed funds βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων δύο ετών. Το αμερικανικό πρακτορείο, μάλιστα, ανέφερε ότι τέτοια κινητικότητα στην Ευρώπη έχει να παρατηρηθεί από την εποχή μετά την κρίση του 2008.