Του Χρήστου Ν. Κώνστα
Κάθε μία έκθεση διεθνούς οργανισμού για την Ελληνική Οικονομία που δίδεται στη δημοσιότητα, αντί να περιγράφει με ενθουσιασμό την «έξοδο της χώρας από τα Μνημόνια», ασχολείται με το πέπλο Nομοθετικής ασάφειας, ανασφάλειας Δικαίου και πολιτικής αστάθειας που επικρατεί σήμερα και θα παραμείνει κυρίαρχη μέχρι τις επόμενες εκλογές.
Ακόμη και οι «φιλικοί προς την κυβέρνηση» αναλυτές διστάζουν να βάλουν στόχους και να προεξοφλήσουν εξελίξεις στην οικονομία για δύο κυρίως λόγους:
Τα στελέχη της Κυβέρνησης δεν θέλουν, λίγο πριν τις κρίσιμες εκλογές, να εμπλακεί το όνομά τους σε «φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις».
Όσοι ενδιαφέρονται πραγματικά να επενδύσουν στην Ελλάδα, προτιμούν να περιμένουν για να διαπραγματευτούν με την επόμενη κυβέρνηση της χώρας ώστε να αποφύγουν οδυνηρές εκπλήξεις και ανατροπές.
Όλοι γνωρίζουν ότι η επόμενη κυβέρνηση της χώρας θα είναι φιλική προς το επιχειρείν, διευκολύνοντας τις ξένες επενδύσεις. Ουδείς έχει διάθεση να εμπλακεί σε διαπραγματεύσεις με τη σημερινή κυβέρνηση η οποία δεν ενδιαφέρεται να προσελκύσει κεφάλαια από το εξωτερικό αλλά ασχολείται μόνον με τους πηχυαίους τίτλους των φιλικών της εφημερίδων και σάιτ για το πως δήθεν προστατεύει τα «κεκτημένα» των λαϊκών τάξεων.
Μέχρι σήμερα οι ιδιωτικοποιήσεις αποτελούσαν για την Ελλάδα, τη μοναδική πηγή ροής κεφαλαίων από το εξωτερικό. Σήμερα κι αυτή η πηγή στέρεψε.
Η Ελλάδα έχει μπει σε μια απροσδιόριστης διάρκειας προεκλογική περίοδο. Ουδείς μπορεί να προεξοφλήσει επενδύσεις σε μια χώρα που οι κυβερνήτες της δεν πιστεύουν στις επενδύσεις και οι χιλιάδες ψηφοφόροι τους, πιστεύουν ακόμη και σήμερα, ότι όποιος βάζει τα λεφτά του στη χώρα, επιδιώκει την καταστροφή της.
Στο θέμα των ξένων επενδύσεων, όσα road shows σε μακρινούς τουριστικούς προορισμούς κι αν κάνουν -με τα λεφτά των φορολογουμένων φυσικά- τα κυβερνητικά στελέχη η πραγματική αλήθεια διαδίδεται από στόμα σε στόμα:
Μιλούν οι Κινέζοι της Cosco. Θέλουν να υλοποιήσουν τις συμφωνημένες επενδύσεις στο Λιμάνι του Πειραιά αλλά το σχέδιο που κατέθεσαν δεν εγκρίνεται γιατί σε προεκλογική περίοδο, τα τοπικά επιχειρηματικά, κοινωνικά, συνδικαλιστικά και αυτοδιοικητικά μικροσυμφέροντα, επηρεάζουν περισσότερο τη λήψη αποφάσεων.
Μιλούν οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι που έχουν στο παρελθόν πάρει την απόφαση να ασχοληθούν με την Ελλάδα. Το σύνολο των εσόδων από ιδιωτικοποιήσεις στη χώρα, από το 2011 μέχρι σήμερα δεν ξεπέρασε τα 5,5 δισ. ευρώ. Ακόμη και σήμερα δεν έχουν ολοκληρωθεί ιδιωτικοποιήσεις που είχαν συμπεριληφθεί στο τρίτο μνημόνιο (Ελληνικό, Ελευθέριος Βενιζέλος, Εγνατία Οδός, Ελληνικά Πετρέλαια, ΔΕΗ, ΔΕΠΑ, ΕΥΔΑΠ ΕΥΑΘ).
Όλοι όσοι αποφάσισαν να ασχοληθούν με την ελληνικές ιδιωτικοποιήσεις ξόδεψαν εκατομμύρια ευρώ σε συμβούλους, μελέτες, εκθέσεις, επαφές και συναντήσεις και στο τέλος καταλήγουν στην ...αναμονή...
Γι'' αυτό όλες οι εκθέσεις των ξένων οργανισμών περιορίζονται στο να περιγράφουν... το brain drain.
Όσοι μπορούν φεύγουν από την Ελλάδα. Το εργατικό δυναμικό είναι εγκλωβισμένο στους μισθούς των 586 Ευρώ με στόχο τα 630 Ευρώ που ουδόλως βιάζεται να νομοθετήσει η Υπουργός Εργασίας.
Η έλλειψη επαγγελματικών ευκαιριών για τους νέους συγκαλύπτεται από χιλιάδες συμβάσεις ορισμένου χρόνου στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Αυτή όμως δεν μπορεί να είναι η λύση για το μέλλον.