Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Η χθεσινή επιβεβαίωση της Εθνικής Τράπεζας για το νέο ναυάγιο στην πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής επαναφέρει στο προσκήνιο το μείζον για την ελληνική οικονομία ζήτημα της προσέλκυσης «ποιοτικών» επενδυτικών κεφαλαίων. Δεν θα πρέπει, εξάλλου, να ξεχνάμε ότι η πώληση της μεγαλύτερης ασφαλιστικής εταιρείας στην Ελλάδα μας έχει δώσει πολλά επεισόδια και έχει εκθέσει τον Αλέξη Τσίπρα για τις επιλογές του.
Οι πληροφορίες θέλουν τον διευθύνοντα σύμβουλο της ΕΤΕ, Παύλο Μυλωνά, να έχει εξασφαλίσει το πράσινο φως από την Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν (DGComp) για την ολοκλήρωση της πώλησης έως το τέλος του 2019, αντί για το τέλος του 2018. Εύλογα, λοιπόν, η διοίκηση της Εθνικής προσπαθεί με κάθε τρόπο να αποφύγει ένα νέο μέγα φιάσκο, όπως αυτό με την EXIN και να διασφαλίσει ότι η Ενική Ασφαλιστική θα περάσει σε... καλά χέρια.
Είναι δυνατόν ένα από τα «φιλέτα» του ελληνικού επιχειρείν, η κυρίαρχη εταιρεία στον ασφαλιστικό κλάδο ο οποίος κατά γενική ομολογία εμφανίζει τεράστιες προοπτικές, να πρέπει να περάσει από χίλια κύματα για να βρει έναν αξιόπιστο επενδυτή που θα ποντάρει στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας;
Στον επενδυτικό παράδεισο του ΣΥΡΙΖΑ έχουμε δει να μπαίνουν εμπόδια σε πολλές επενδύσεις. Έχουμε, επίσης, δει τη μεγαλύτερη επένδυση στην Ελλάδα, το Ελληνικό, να καθυστερεί με κάθε δυνατό τρόπο, ενώ οι τρεις «κολοσσοί» που ενδιαφέρθηκαν για την Εθνική Ασφαλιστική είτε αποδείχθηκαν... ξυπόλυτοι πρίγκιπες είτε δεν κατάφεραν να πείσουν για την οικονομική τους επιφάνεια και τα σχέδιά τους.
Αρχικά, ήταν η EXIN, η οποία κέρδισε στο νήμα τη Fosun, και όλοι θυμούνται την παρέμβαση του υπουργού Εμπορίου των ΗΠΑ καθώς και την ξεκάθαρη προτίμηση του Αλ. Τσίπρα στο επενδυτικό σχήμα στο οποίο συμμετείχε ο ομογενής Τζον Κάλαμος. Βλέπετε, ο πρωθυπουργός ήθελε να πείσει ότι έρχονται χρήματα από την Αμερική και ότι οι Έλληνες της διασποράς ποντάρουν στην ελληνική οικονομία. Τελικά, η EXIN δεν κατάφερε να «δείξει το χρώμα του χρήματος» και αποχώρησε, ενώ τελευταία στιγμή αποχώρησε και η κινεζική Fosun, η οποία είχε την οικονομική επιφάνεια όμως είχε να διαχειριστεί και το σκάνδαλο της Folli Follie, στην οποία είναι μέτοχος.
Έτσι, φτάσαμε στο σημείο να έχει μείνει μόνη της η Gongbao, μία κοινοπραξία που συμμετείχε από την αρχή στον διαγωνισμό, για την οποία, ωστόσο, δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες. Ήταν δεδομένο ότι η διοίκηση της Εθνικής θα ήταν διπλά προσεχτικά και ότι θα ζητούσε αξιόπιστες εγγυήσεις. Οι φήμες ήθελαν την Gongbao να εξασφαλίζει τη χρηματοδότηση της εξαγοράς και μέσω του κινεζικού τραπεζικού κολοσσού ICBC. Αυτό, μάλιστα, ανέφερε και η χθεσινή ανακοίνωση της Gongbao με την οποία απάντησε στην Εθνική και απειλεί με δικαστικές ενέργειες.
Μετά από αρκετούς μήνες και αφού η διοίκηση της ΕΤΕ ήθελε να αποφύγει ένα φιάσκο ανάλογο της EXIN, φτάσαμε στο ναυάγιο, με τις πληροφορίες να αναφέρουν ότι η Gongbao δεν κατάφερε να πείσει ότι έχει την οικονομική επιφάνεια να ολοκληρώσει το deal και κυρίως να θωρακίσει το μέλλον της Εθνικής Ασφαλιστικής.
Το πρόβλημα, ωστόσο, εξακολουθεί να είναι περισσότερο εθνικού χαρακτήρα και όχι συγκεκριμένης επιχείρισης. Η αναξιοπιστία της ελληνικής οικονομίας φαίνεται σχεδόν σε κάθε επενδυτική προσπάθεια. Η κυβέρνηση υποσχόταν ότι η χώρα μας θα αποτελούσε στο εξής επενδυτικό προορισμό από τη στιγμή που η οικονομία ξεπέρασε την ύφεση και άφησε πίσω της τα μνημόνια. Η λέξη-κλειδί είναι η ανάκαμψη.
Υπάρχουν χίλιοι λόγοι που ένας μακροπρόθεσμος επενδυτής θα επέλεγε μία χώρα που αναδύεται από πολυετή κρίση, όμως φτάνει μόνο ένας λόγος για να μην επενδύσει. Και ο λόγος αυτός μπορεί να είναι η αναξιοπιστία, η ανασφάλεια ή η αβεβαιότητα για το αύριο. Δυστυχώς, η χώρα μας πάσχει σήμερα από όλα αυτά.
Η χώρα δεν έχει ανάγκη από κερδοσκόπους αλλά από υγιή και βιώσιμα επενδυτικά πλάνα. Όμως, στην Ελλάδα της τεράστιας πτώσης του ΑΕΠ και της κατάρρευσης των τιμών, στην Ελλάδα που κερδίζει μεγαθήρια στον τομέα του ανθρώπινου δυναμικού και των δεξιοτήτων, οι επενδύσεις περιορίζονται σε ευκαιριακές τοποθετήσεις.
Θα πρέπει κάποια στιγμή να συνειδητοποιήσουμε ότι για να προσελκύσουμε ποιοτικά κεφάλαια, ήτοι επενδυτές που βλέπουν τη χώρα μας ως μία μακροπρόθεσμη πηγή εσόδων και όχι σαν «αρπαχτή» θα πρέπει να θέσουμε τις απαιτούμενες βάσεις και αυτό θα είναι το μεγάλο στοίχημα του επόμενου πρωθυπουργού. Αν αποτύχει τότε η χώρα θα χάσει ίσως την τελευταία ευκαιρία για να βγει από το τέλμα της κρίσης.
Στην έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ φαίνεται ξεκάθαρα ότι ο μοναδικός τομέας στον οποίο η Ελλάδα μπορεί να κοντράρει τις υπερδυνάμεις είναι το ανθρώπινο κεφάλαιο. Στα πεδία ωστόσο που θεωρούνται κρίσιμα για την προσέλκυση επενδύσεων, όπως η αποτελεσματική λειτουργία των θεσμών (περιλαμβάνει τους τομείς της ασφάλειας, του οργανωμένου εγκλήματος, της τρομοκρατίας κ.ά.) η χώρα μας κατατάσσεται 87η, στο ίδιο επίπεδο με τη Τζαμάικα, την Κολομβία και την Τανζανία...