Μετά την ερχόμενη Πέμπτη και τις προγραμματικές δηλώσεις της νέας κυβέρνησης, οι οίκοι αξιολόγησης δεν θα έχουν πολλές δικαιολογίες για να διατηρούν την Ελλάδα στα «σκουπίδια» των αγορών.
Και μπορεί ο επόμενος γύρος αξιολογήσεων των «τριών αδελφών» S&P, Moody’s, Fitch και της DBRS, να ξεκινούν τον Σεπτέμβριο, ωστόσο υπάρχει αφενός το ενδεχόμενο έκτακτων κινήσεων και αφετέρου υπάρχει και η αξιολόγηση του γερμανικού οίκου Scope Ratings στις 4 Αυγούστου, που μπορεί να μην έχει την έγκριση της ΕΚΤ αλλά αν μας αναβαθμίσει θα στείλει μήνυμα στις αγορές.
Το αποτέλεσμα των εκλογών ήταν ακριβώς αυτό που ζητούσαν οι οίκοι αξιολόγησης για να έρθει πιο κοντά η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας για την ελληνική οικονομία, μετά από 13 χρόνια στην απαξίωση και στο… βούρκο της κατηγορίας «junk».
Η Ελλάδα διαθέτει αυτοδύναμη αλλά και ισχυρή κυβέρνηση, γεγονός που εξαλείφει τον πολιτικό κίνδυνο και αναγκάζει αναλυτές όπως ο Λορέντζο Κοντόνιο να την τοποθετούν στις χώρες χαμηλού επενδυτικού κινδύνου. Με δεδομένο, μάλιστα, ότι η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να υλοποιήσει μία σειρά μεταρρυθμίσεων που θα βελτιώσουν ακόμη περισσότερο το οικονομικό και επιχειρηματικό κλίμα, πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για την πολυπόθητη αναβάθμιση.
Μία αναβάθμιση που μπορεί να μη λύνει όλα τα προβλήματα για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, σε μία εποχή ακραίας ακρίβειας, όμως μόνο καλό θα κάνει, βελτιώνοντας τις συνθήκες δανεισμού συνολικά για την οικονομία και ξεκλειδώνοντας μεγάλες ροές επενδυτικών κεφαλαίων που μέχρι πρότινος δεν… έβλεπαν τη χώρα μας γιατί βρισκόταν στα τάρταρα των αξιολογήσεων.
Τι μένει για να φτάσουμε στην επενδυτική βαθμίδα; Οι προγραμματικές δηλώσεις της νέας κυβέρνησης και η εφαρμογή των πρώτων μέτρων που θα δείχνουν ότι οι υποσχέσεις γίνονται πράξεις. Οι οίκοι αξιολόγησης θέλουν να δουν ότι τα μέτρα στήριξης που θα ανακοινωθούν (είτε συνέχιση υφιστάμενων είτε εφαρμογή νέων) δεν θα βάλουν σε κίνδυνο δημοσιονομικού εκτροχιασμού τη χώρα και ότι υπάρχει πραγματική θέληση για μεταρρυθμίσεις.
Μετά την Πέμπτη, λοιπόν, οι οίκοι αξιολόγησης που στο παρελθόν «δίκασαν» την Ελλάδα, θα κληθούν να κάνουν τη δουλειά τους και να δώσουν στο ελληνικό αξιόχρεο το εισιτήριο για τα επενδυτικά σαλόνια. Να σημειώσουμε εδώ ότι ενώ S&P, Fitch, DBRS και Scope, μας βαθμολογούν ένα σκαλοπάτι χαμηλότερα από το investment grade, η αξιολόγηση της Moody’ s μας τοποθετεί τρία σκαλοπάτια χαμηλότερα.
Τα ελληνικά ομόλογα αντιμετωπίζονται εδώ και καιρό σαν να έχουν την επενδυτική βαθμίδα και γι’ αυτό δεν θα προκαλέσει έκπληξη αν η… αυστηρή Moody’s προχωρήσει σε κάποια έκτακτη κίνηση πριν την επόμενη προγραμματισμένη αξιολόγηση του φθινοπώρου. Χθες, το spread του ελληνικού 10ετούς με το αντίστοιχο γερμανικό διαμορφώθηκε στις 125 μονάδες βάσης, ενώ με το ισπανικό 10ετές υποχώρησε στις 26 μονάδες βάσης.
Η Moody’s έσπευσε μετά τις πρώτες εκλογές του Μαΐου να χαρακτηρίσει «πιστωτικά θετική» τη νίκη της Νέας Δημοκρατίας και τον σχηματισμό αυτοδύναμης κυβέρνησης, δείχνει να ποντάρει στην προοπτική βελτίωση του επενδυτικού κλίματος και προβλέπει ότι η Ελλάδα θα σημειώσει μία από τις μεγαλύτερες μειώσεις χρέους ως προς το ΑΕΠ, παγκοσμίως, κάτω από το 150% το 2025, από 171,3% το 2022, με στήριξη από τους ισχυρούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης. Χρωστάει, λοιπόν, μία αναβάθμιση για να πλησιάσει και τους υπόλοιπους οίκους.
Η συνετή δημοσιονομική διαχείριση και η επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων, με φόντο την επαναφορά των δημοσιονομικών κανόνων από το 2024, σε συνδυασμό με την αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό της δικαιοσύνης, τις μειώσεις φόρων και την περαιτέρω καταπολέμηση της γραφειοκρατίας, είναι οι κινήσεις που θα αποδείξουν στους οίκους αξιολόγησης ότι η ελληνική οικονομία παραμένει σε τροχιά προσέλκυσης επενδύσεων και επίτευξης ισχυρών ρυθμών ανάπτυξης.
Το βασικό σενάριο θέλει την Scope να αναβαθμίζει πρώτη την Ελλάδα και να ακολουθεί τον Οκτώβριο η S&P, ενώ πολύ πιθανή είναι μία αναβάθμιση από DBRS τον Σεπτέμβριο ή από την Fitch στις αρχές Δεκεμβρίου.