Ένα διάταγμα που υπέγραψε την τελευταία ημέρα του Ιουνίου ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν προβλέπει πως όλα τα περιουσιακά στοιχεία, τα δικαιώματα, οι υποχρεώσεις και οι δραστηριότητες της Sakhalin Energy Investment Company (SEIC) θα μεταφερθούν σε μία νέα εταιρική οντότητα υπό τον έλεγχο του ρωσικού δημοσίου.
Η Sakhalin Energy Investment Company, δηλαδή η κοινοπραξία της ρωσικής Gazprom με μία ευρωπαϊκή και δύο ιαπωνικές εταιρείες που εκμεταλλεύεται τα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου που είναι γνωστά ως «Σαχαλίνη 2», μαζί με τις εγκαταστάσεις υγροποίησης φυσικού αερίου (LNG).
Η «Σαχαλίνη 2» δεν είναι ένα τυχαίο project. Κάθε χρόνο φεύγει από εκεί περίπου το 4% του LNG παγκοσμίως, πηγαίνοντας κυρίως σε Ασιάτες πελάτες, ιδίως στην Ιαπωνία η οποία βρίσκεται σχεδόν δίπλα στη Σαχαλίνη. Μέσα σε διάστημα ενός μηνός, οι τρεις δυτικοί εταίροι της κοινοπραξίας θα πρέπει να ζητήσουν από το ρωσικό δημόσιο να τους παραχωρήσει μερίδια αντίστοιχα με αυτά που είχαν.
Για την Gazprom δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, καθώς στη νέα επιχείρηση έχει ήδη το ίδιο ποσοστό που διατηρούσε στη SEIC, δηλαδή 50% συν μία μετοχή. Για τις άλλες τρεις όμως, τα πράγματα δεν είναι πολύ εύκολα. Θα πρέπει να αποδείξουν πως ήταν νόμιμοι κάτοχοι των μετοχικών μεριδίων που διατηρούσαν στη SEIC, αλλά αυτό δεν θα είναι αρκετό. Η ρωσική κυβέρνηση διατηρεί το δικαίωμα να αρνηθεί τη συμμετοχή τους στη νέα εταιρεία. Στην περίπτωση που δεν εγκριθεί η συμμετοχή κάποιου από τους παλαιούς εταίρους, ή ο εταίρος δεν ζητήσει να συμμετάσχει, το μερίδιο θα πουληθεί σε αγοραστές της επιλογής της κυβέρνησης. Τα χρήματα θα κατατεθούν σε ειδικούς τραπεζικούς λογαριασμούς και θα αποδοθούν στους – πρώην πλέον – εταίρους. Εκτός αν το ρωσικό δημόσιο κρίνει πως οι εταίροι έχουν προκαλέσει ζημία στη SEIC με διάφορες πράξεις τους. Σε αυτή την περίπτωση, η ρωσική κυβέρνηση θα παρακρατήσει το ποσό που αντιστοιχεί στη ζημιά που έχουν προκαλέσει και θα τους αποδώσει το υπόλοιπο, εκτός αν η ζημιά είναι ίση ή μεγαλύτερη από την αξία του μεριδίου τους. Για να μην πολυλογούμε, έχοντας μάθει τους τελευταίους μήνες πως πρέπει να περιμένουμε το χειρότερο, είμαστε σχεδόν υποχρεωμένοι να υποθέσουμε πως είτε θέλουν να κρατήσουν το μερίδιο τους, είτε όχι, το πιθανότερο είναι πως θα το χάσουν και θα χρωστούν και χρήματα στο ρωσικό δημόσιο.
Ποιοι είναι οι τρεις εταίροι, συνεταίροι μέχρι τώρα της Gazprom στη Sakhalin Energy Investment Company; Η γνωστή μας αγγλοολανδική Shell και δύο ιαπωνικές επιχειρήσεις, η Mitsui και η Mitsubishi, από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις της Ιαπωνίας με εκτεταμένες εμπορικές δραστηριότητες κάθε είδους.
Η Shell κατέχει το 27,5% μείον μία μετοχή, η Mitsui το 12.5% και η Mitsubishi το 10%. Για τη Shell, τα πράγματα είναι σχετικά απλά: όπως ξέρουμε, έχει ήδη αρχίσει την αποχώρησή της από όλες τις δραστηριότητές της στη Ρωσία. Εδώ και αρκετές εβδομάδες είχε αρχίσει την αναζήτηση αγοραστή για το μερίδιό της στη SEIC, το οποίο, θεωρητικά αξίζει περίπου 4 δισεκατομμύρια δολάρια. Σύμφωνα με τις πληροφορίες του διεθνούς Τύπου, η Shell πλέον πιθανολογεί πως δεν θα καταφέρει να πάρει ούτε δεκάρα, καθώς εκτιμά πως βρισκόμαστε μπροστά σε μία διαδικασία απαλλοτρίωσης.
Με τις δύο ιαπωνικές επιχειρήσεις, η κατάσταση είναι διαφορετική. Παρά το γεγονός πως η Ιαπωνία συμμετέχει ενεργά στη διαδικασία επιβολής κυρώσεων, η Mitsui και η Mitsubishi είχαν δηλώσει σαφώς πως δεν επιθυμούσαν να αποχωρήσουν από τις δραστηριότητές τους στη «Σαχαλίνη – 2». Η απόφασή τους δεν ήταν τυχαία και είχε τη σαφή έγκριση της ιαπωνικής κυβέρνησης.
Το γιατί δεν είναι καθόλου δυσεξήγητο: η Ιαπωνία προμηθεύεται από τη Ρωσία περίπου το 9% του φυσικού αερίου που χρησιμοποιεί, και το μεγαλύτερο μέρος αυτού έρχεται από τη «Σαχαλίνη – 2». Αν η ροή φυσικού αερίου από τη Σαχαλίνη σταματήσει ξαφνικά, τότε η χώρα θα αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα ενεργειακής επάρκειας.
Προς το παρόν, η ρωσική πλευρά δεν φαίνεται να απειλεί με διακοπή της αποστολής φυσικού αερίου στην Ιαπωνία. Όπως δήλωσε ο εκπρόσωπος Τύπου του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ, δεν βλέπει κάποιον λόγο να σταματήσει η αποστολή LNG από τη «Σαχαλίνη – 2». Θεωρητικά, δεν θα πρέπει να υπάρξει πρόβλημα διότι η Ιαπωνία έχει συνάψει συμβόλαια προμήθειας LNG πολύ μεγάλης χρονικής διάρκειας, σαν αυτά που ζητούσε ο πρόεδρος Πούτιν να υπογράψουν οι ευρωπαϊκές χώρες.
Με όλα αυτά που βλέπουμε όμως, θα είμαστε αφελείς αν υποθέσουμε πως όλα θα πάνε καλά. Αυτό το ξέρει βέβαια πολύ καλά η ρωσική πλευρά, η οποία είναι πολύ πιθανόν να στέλνει ένα μήνυμα στην Ιαπωνία. Τι μήνυμα θα μπορούσε να είναι αυτό; Πολύ απλά, πως αν εξακολουθήσει να στηρίζει ενεργά τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας, θα βρεθεί και αυτή στην κατάσταση που αντιμετωπίζει η Γερμανία, η οποία προετοιμάζεται για το ενδεχόμενο κήρυξης κατάστασης εκτάκτου ανάγκης λόγω έλλειψης φυσικού αερίου.
Το ρωσικό διάταγμα είναι μία επίδειξη ισχύος από την πλευρά του προέδρου της χώρας. Τιμωρεί τις επιχειρήσεις των δυτικών χωρών ακόμα και αν δεν θέλησαν να φύγουν από τη Ρωσία, όπως οι δύο ιαπωνικές επιχειρήσεις. Στέλνει το μήνυμα προς την Ιαπωνία, και ίσως και αλλού, πως στην κατάσταση που βρισκόμαστε τώρα, δεν υπάρχει μέση λύση: αν συμμετέχεις στα μέτρα εναντίον της Ρωσίας είσαι αυτόματα εχθρός της, ακόμα αν εφαρμόζεις λίγα από αυτά.
Και δημιουργεί ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα στις παγκόσμιες αγορές ενέργειας. Με αυτό εννοούμε πως από τη στιγμή που η Ιαπωνία θα αρχίσει να αναζητά εναλλακτικούς προμηθευτές φυσικού αερίου, θα ενταθεί η ανοδική τάση των τιμών του φυσικού αερίου στην Ευρώπη και την Ασία. Σίγουρα ο πρόεδρος Πούτιν εκτιμά πως με αυτόν τον τρόπο θα φέρει σε δύσκολη θέση τις κυβερνήσεις των χωρών της δυτικής συμμαχίας που βλέπουν τους πολίτες τους να δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν την άνοδο του πληθωρισμού και το αυξημένο κόστος των καυσίμων και του ηλεκτρικού ρεύματος.
Είναι όμως η χώρα τόσο ισχυρή όσο θέλει να δείχνει προς τα έξω; Ο τρόπος με τον οποίον χειρίστηκαν οι ελεγχόμενες από το κράτος επιχειρήσεις το θέμα της διανομής μερισμάτων προς τους μετόχους τους μας οδηγεί σε ένα χρήσιμο συμπέρασμα. Αναφερόμαστε στο γεγονός ότι μεγάλες επιχειρήσεις που ελέγχονται από το ρωσικό δημόσιο αποφάσισαν να μην διανείμουν μερίσματα, παρά το γεγονός πως πολύ πρόσφατα είχαν δεσμευθεί πως θα το κάνουν.
Τελευταίο παράδειγμα είναι αυτό της Gazprom, η οποία είχε ανακοινώσει πριν λίγο καιρό πως θα μοίραζε μερίσματα ύψους σχεδόν είκοσι δισεκατομμυρίων δολαρίων, ύστερα από τα κέρδη ρεκόρ για το 2021. Ξαφνικά όμως, την Πέμπτη που μας πέρασε, η διοίκηση ανακοίνωσε ξαφνικά πως δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για τη διανομή μερίσματος. Αντίθετα, το ποσό που θα δινόταν στους μετόχους θα καταλήξει άμεσα ή έμμεσα στα κρατικά θησαυροφυλάκια, μέσω μίας εφ’ άπαξ καταβολής περίπου οκτώ δισ. δολαρίων ως έκτακτη εισφορά προς την εφορία και μέσω μεγάλης αύξησης των έργων υποδομής στο δίκτυο φυσικού αερίου της χώρας. Η ρωσική κυβέρνηση, που κατέχει το μισό περίπου του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας, δεν θα χάσει τίποτα.
Παρόμοιες κινήσεις έγιναν και από άλλες κρατικές εταιρείες όπως η Sberbank και άλλες, οι οποίες αποφάσισαν να μην δώσουν μερίσματα. Πέρα από το γεγονός πως η ρωσική κυβέρνηση δεν έχει κανέναν λόγο να μοιράσει μερίσματα σε εταιρείες που έχουν ακόμα Αμερικανούς και Δυτικούς μετόχους, φαίνεται, τουλάχιστον με βάση εκτιμήσεις του διεθνούς Τύπου, πως το Κρεμλίνο επιθυμεί να ενισχύσει όσο περισσότερο γίνεται τα δημόσια ταμεία. Πράγμα αρκετά λογικό, εφόσον η ηγεσία της χώρας γνωρίζει πως τα έσοδά της θα υποστούν πλήγμα τα επόμενα χρόνια.
Όμως, εδώ υπάρχει μία εξαίρεση, αυτή της Rosneft. Στο Reuters διαβάζουμε πως, σε αντίθεση με την Gazprom, η πετρελαϊκή εταιρεία θα διανείμει μέρισμα ύψους σχεδόν δέκα δισεκατομμυρίων δολαρίων. Σύμφωνα με την άποψη αρθρογράφων του πρακτορείου, ο λόγος που η Rosneft θα δώσει τελικά το μέρισμά της, είναι η παρουσία του Κατάρ στο μετοχολόγιό της, με ποσοστό περίπου 20%. Μπορεί η χώρα να δηλώνει πως είναι πολύ ισχυρή και να απειλεί όσους της πάνε κόντρα, αλλά μάλλον κρίνει πως δεν μπορεί να δυσαρεστήσει το πολύ πλούσιο εμιράτο του Κόλπου. Τελικά μπορεί και η Ρωσία να έχει κάποιους ανάγκη!