Tου Θανάση Παπαδή
Σκληρότερη από όσο φαντάζονταν οι οφειλέτες και πολύ περισσότεροι οι επιχειρήσεις που χρωστούν στην εφορία αποδεικνύεται η πραγματικότητα της ρύθμισης για τις 120 δόσεις.
Δεν είναι μόνο ότι ο απόλυτος αριθμός των 120 δόσεων αφορά τελικά πολύ λιγότερους σε σχέση με τις προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν από τις αρχικές εξαγγελίες της κυβέρνησης με αποτέλεσμα ο συντριπτικά μεγάλος αριθμός των οφειλετών να ετοιμάζεται για διακανονισμούς σε μέχρι και 18-24 δόσεις.
Είναι και το γεγονός πως ακόμη και όσοι τελικά θα καταφέρουν να κλειδώσουν τη ρύθμιση των χρεών τους σε 120 δόσεις, θα κληθούν να πληρώσουν πολύ περισσότερα χρήματα σε βάθος δεκαετίας, από αυτά που χρωστούν σήμερα λόγω των υψηλών τόκων που θα τρέχουν και των προσαυξήσεων από χρέη των προηγούμενων ετών.
Aς πάρουμε για παράδειγμα έναν οφειλέτη με ετήσιες αποδοχές 10.000 ευρώ και χρέος πάνω από 8.000 ευρώ ο οποίος παίρνει το εισιτήριο αποπληρωμής σε 120 δόσεις. Ο οφειλέτης αυτός θα μπορεί να δίνει 82,3 ευρώ κάθε μήνα για 10 χρόνια. Το ποσό της δόσης δεν φαίνεται μεγάλο και είναι θεωρητικά ανεκτό για πολλούς από τους οφειλέτες.
Από την άλλη, όμως, στο τέλος της ρύθμισης, ο οφειλέτης θα βρεθεί να έχει πληρώσει πάνω από 9.800 ευρώ για να καλύψει επιπλέον τους τόκους που θα τρέχουν με 5%, επιβαρύνοντας το χρέος αισθητά περισσότερο από ένα επιχειρηματικό ή στεγαστικό δάνειο. Το ποσό αυτό προκύπτει ακόμη και αν συνυπολογιστεί το «κούρεμα» που θα γίνει στις προσαυξήσεις και το οποίο περιορίζεται σε μόλις 10% για όσους επιλέξουν τις 120 δόσεις.
Η ρύθμιση σύμφωνα με πληθώρα λογιστών μοιάζει να είναι καλή δεδομένης και της πλήρους απουσίας τέτοιων διευκολύνσεων όλα αυτά τα χρόνια. Αλλά στην πραγματικότητα είναι έτσι δομημένη ώστε να αποτρέπει τους οφειλέτες να την επιλέξουν επειδή καθιστά σε σημαντικό βαθμό ασύμφορη την επιβάρυνση των οφειλετών που θα βρεθούν να πληρώνουν 20% περισσότερο από την αρχική οφειλή τους.
Η επιλογή που έχει κάποιος που χρωστά είναι να βάλει μόνος του φρένο στον αριθμό των δόσεων ώστε να μειώσει τις επιβαρύνσεις που προκύπτουν από τους τόκους.
Έστω ότι ο συγκεκριμένος οφειλέτης με το χρέος των 8.000 ευρώ χρωστάει 5.600 ευρώ από κεφάλαιο και 2.400 ευρώ από προσαυξήσεις. Στην πράξη έχει τις εξής επιλογές:
1. Να πληρώσει εφάπαξ 5.600 ευρώ και να γλιτώσει από το σύνολο των προσαυξήσεων. Έτσι όμως μειώνει κατακόρυφα την διαθέσιμη ρευστότητά του ακόμη κι αν έχει τα χρήματα.
2. Να πληρώνει περίπου 500 ευρώ τον μήνα μπαίνοντας στις 12 δόσεις και τελικώς να δώσει στην εφορία 6.000 ευρώ από 8.000 ευρώ που χρωστάει σήμερα. Τη δυνατότητα αυτή την έχει και σήμερα.
3. Να πληρώνει 261,47 ευρώ τον μήνα για 24 μήνες και συνολικά να χρεωθεί με 6.275,36 ευρώ.
4. Να χρεώνεται με 185,82 ευρώ τον μήνα για 36 μήνες, ανεβάζοντας το συνολικό κόστος στα 6.689,5 ευρώ.
5. Να ζητήσει 48 δόσεις των 153,84 ευρώ, οι οποίες ανεβάζουν το συνολικό ποσό καταβολής στα 7.384,11 ευρώ στην τετραετία.
6. Να επεκταθεί στις 60 δόσεις. Η μηνιαία καταβολή θα ανέλθει στα 130,59 ευρώ και το συνολικό ποσό θα φτάσει στα 7.835 ευρώ.
7. Για να ρίξει τη μηνιαία δόση στα 115,31 ευρώ, θα πρέπει να πληρώνει επί 72 μήνες και συνολικά το κόστος θα διαμορφωθεί στα 8.302,4 ευρώ.
8. Για 84 δόσεις προκύπτει συνολικό κόστος 8.785 ευρώ με ποσό δόσης στα 104,59 ευρώ.
9. Για 96 δόσεις η μηνιαία δόση βγαίνει 96,7 ευρώ και το κόστος εκτινάσσεται στα 9285,29 ευρώ.
Οι παραπάνω περιπτώσεις αφορούν οφειλέτες που δηλώνουν εισόδημα μόλις 10.000 ευρώ. Αν το ίδιο χρέος των 8.000 ευρώ το οφείλει κάποιος με εισόδημα 30.000 ευρώ τα πράγματα αλλάζουν επί τα χείρω ως προς τις τελικές επιβαρύνσεις.
1. Η καλύτερη επιλογή που έχει είναι να πληρώνει 129,6 ευρώ τον μήνα για 69 μήνες. Αυτή η πρόταση ανεβάζει το συνολικό κόστος περίπου κατά 1000 ευρώ, στα 8.944 ευρώ.
2. Να πληρώνει 190 ευρώ τον μήνα για 41 μήνες καταβάλλοντας μέχρι τη λήξη της ρύθμισης 7.803 ευρώ.
3. Για να «κουρέψει» της προσαυξήσεις κατά 85% η εφορία θα του προσφέρει μόνο 14 δόσεις των 439 ευρώ έκαστη, ενώ για να διαγράψει το 90% των προσαυξήσεων, οι δόσεις πρέπει να μειωθούν ακόμη περισσότερο, μόλις σε 7 κατά την διάρκεια των οποίων θα πρέπει να πληρωθούν 5.937,74 ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση η ρύθμιση των 120 δόσεων είναι μια πρώτη προσπάθεια να αρχίσει να λύνεται ο κόμπος των χρεών γύρω από χιλιάδες φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις που χρωστούν στην εφορία Η αγορά θα επιθυμούσε ακόμη πιο μεγάλες διευκολύνσεις και πιο γαλαντόμες λύσεις που να βρίσκονται πιο κοντά στις πραγματικές δυνατότητες αποπληρωμής των οφειλών με τρόπο που δεν επιβαρύνουν σε τόσο μεγάλο βαθμό όσους χρωστούν χρήματα.
Η ρύθμιση θα κριθεί στην πράξη. Χθες πρώτη μέρα λειτουργίας της πλατφόρμας για την ρύθμιση στις εφορίες είχαν υποβληθεί περίπου 10.000 αιτήσεις από ένα σύνολο οφειλετών που ξεπερνούν τα 4 εκατομμύρια. Ο χρόνος λήγει στις 28 Ιουνίου και η συμμετοχή είναι κλειδί όχι μόνο για το αν θα “επιβιώσει” στο μέλλον η ρύθμιση αλλά και για το αν θα αυξηθούν ή θα μειωθούν τα δημόσια έσοδα. Οι δανειστές έχουν λόγο να ανησυχούν επειδή εκτιμούν πως υπάρχει κίνδυνος να χαθούν έσοδα 800 έως 900 εκατ. ευρώ από τον προϋπολογισμό του 2019. Αντίθετα η κυβέρνηση όχι μόνο δεν βλέπει «τρύπα», αλλά προσβλέπει και σε πρόσθετα έσοδα τουλάχιστον 200 εκατ. ευρώ, τα οποία μάλιστα έχει ήδη ξοδέψει για τη λεγόμενη 13η σύνταξη, αλλά και τη μείωση του ΦΠΑ...