Του Γιώργου Δασκαλόπουλου
Ένας άνθρωπος που αναμφίβολα γνωρίζει από μπίζνες βρέθηκε τις ημέρες αυτές στη χώρα μας και στόχος του είναι να προωθήσει ακόμη περισσότερο τις ελληνοαμερικανικές επιχειρηματικές σχέσεις. Ο υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ, Γουίλμπουρ Ρος δεν είναι βέβαια άγνωστος στο ελληνικό κοινό αφού έχει επισκεφθεί ξανά τη χώρα μας -ως υπουργός- ενώ παλαιότερα είχε ασχοληθεί και προσωπικά με τις μπίζνες στη γειτονιάς μας. Αυτή τη φορά όμως ήρθε σε μια συγκυρία που όπως επεσήμανε και ο αμερικανός πρεσβευτής στην Αθήνα Τζέφρι Πάιατ «δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερη».
Ο υπερδραστήριος, παρά τα 82 του χρόνια, Αμερικανός υπουργός έγινε γνωστός στο ελληνικό κοινό, στις αρχές της δεκαετίας, από τη συμμετοχή του στην επένδυση των βορειοαμερικανικών κεφαλαίων στη Eurobank. Μια κίνηση στην οποία το επενδυτικό του κεφάλαιο W.L. Ross & Co είχε συμπράξει με το Fairfax του Πρεμ Γουάτσα. Σε αντίθεση με τον τελευταίο, που «έμεινε Ελλάδα», ο Ρος αποχώρησε σύντομα από την επένδυση αυτή, από την οποία κατά τις ενδείξεις, δεν κέρδισε ιδιαίτερα.
Βέβαια ο Ρος ήταν ήδη εκατομμυριούχος, με 700 εκατ. δολάρια προσωπική περιουσία, και ένας από τους λίγους επιχειρηματίες τους οποίους ο πρόεδρος Τραμπ έχει «τιμήσει» με το σχόλιο: «αυτός ο τύπος ξέρει να βγάζει λεφτά». Η φιλοφρόνηση μπορεί να έχει τις ρίζες της στη διάσωση των καζίνο του Τραμπ από τον Ρος πριν δεκαετίες, δεν παύει όμως να έχει και ουσία, για τον άνθρωπο που ξεκίνησε από την αναδιάρθρωση της Rothschild για να φτάσει στη θέση του υπουργού Εμπορίου.
Κι αν ο Ρος και τα κεφάλαιά του, δεν κέρδισαν στη Eurobank, φημολογείται ότι το πέτυχαν λίγο αργότερα στην Τράπεζα Κύπρου, στην οποία το fund του Ρος επένδυσε μετά την καταστροφή του 2013, αποκτώντας (κατ'' αρχήν) το 18%. Και με τον ίδιο να διατηρεί τη θέση του αντιπροέδρου από το 2014 μέχρι τα τέλη του 2016, δηλαδή λίγο πριν υπουργοποιηθεί. Ήταν η περίοδος που ο Ρος -επισήμως τουλάχιστον- πούλησε όλα τα assets και τις μετοχές του στον προσωπικό του equity capital προκειμένου να αναλάβει τον υπουργικό θώκο, στις αρχές του 2017.
Ακόμη και από τη θέση αυτή όμως, ο Γουίλμπουρ Ρος δεν έπαψε να “βλέπει” τις ελληνικές μπίζνες. Ήταν ο ίδιος που παρενέβη προσωπικά στον διαγωνισμό για την Εθνική Ασφαλιστική, το 2016, προκειμένου να στηρίξει την υποψηφιότητα του ελληνοαμερικανού Τζον Κάλαμος και της ΕΧΙΝ. Τότε, αγνοώντας πιθανότητα την ένδεια κεφαλαίων του ελληνονοαμερικανικού σχήματος, ο Ρος έστειλε επιστολή τόσο στην διοίκηση της ΕΤΕ, όσο και στην ΤτΕ επισημαίνοντας ότι την αμερικανική κυβέρνηση την ενδιαφέρει ένας «αδιάβλητος διαγωνισμός», αλλά πως θα ήταν «θετική εξέλιξη» η Ασφαλιστική να καταλήξει στην ελληνοαμερικανικών συμφερόντων εταιρεία. Οι εξελίξεις βέβαια δεν τον δικαίωσαν, αν και κάποιες πηγές επιμένουν και σήμερα ότι στόχος της τότε παρέμβασής του ήταν περισσότερο να αποτρέψει την είσοδο των Κινέζων που ήταν οι αντίπαλοι.
Σήμερα βέβαια η κατάσταση είναι διαφορετική, στο σύνολό της, για τις προοπτικές των αμερικανικών επενδύσεων στην Ελλάδα με τα κεφάλαια από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού να είναι «ζεστά» και την ελληνική κυβέρνηση να θέτει τις βάσεις για την απόβασή τους στη χώρα.
Δεν είναι τυχαίο ότι αμέσως μετά τις εκλογές επισημοποιήθηκαν οι δύο υποψηφιότητες (αμφότερες αμερικανικές) για το καζίνο του Ελληνικού, σε μια επένδυσης της τάξης του 1 δισ. Ευρώ. Μάλιστα η Mohegan Gaming που θεωρείται ότι διατηρεί το προβάδισμα, προχώρησε και σε στρατηγική συμμαχία με τη ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ, ενισχύοντας τις προοπτικές της.
Στον Γουίλμπουρ Ρος που παρακολουθεί στενά τις υποθέσεις στα ενεργειακά, δεν είναι βέβαια άγνωστη (το αντίθετο μάλιστα) η δραστηριότητα της ExxonMobil στον τομέα της εξόρυξης υδρογονανθρώκων και η συνεργασία του αμερικανικού κολοσσού με τα ΕΛΠΕ για τις έρευνες στα ελληνικά «χωράφια». Στην ευρύτερη συγκυρία αυτή εντάσσεται και το (ισχυρό) αμερικανικό ενδιαφέρον για το νέο πρόγραμμα αποκρατικοποίησης των ΕΛΠΕ που έρχεται τους επόμενους μήνες με το «μοντέλο» που θα ακολουθηθεί να τελεί υπό διαμόρφωση την περίοδο αυτή.
Παράλληλα, η αμερικανική κυβέρνηση στηρίζει και τις επενδύσεις στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης με επίκεντρο το project για το FSRU της Gastrade. Μάλιστα εν όψει του διαγωνισμού για την παραχώρηση δραστηριοτήτων, έχει πραγματοποιηθεί ειδική ενημέρωση αμερικανικών επιχειρήσεων για τις ευκαιρίες που διαμορφώνονται, με έμφαση στην ανάπτυξη των θαλάσσιων και σιδηροδρομικών μεταφορών, την δημιουργία της «πύλης» εφοδιασμού με φυσικό αέριο, την αποθήκευση και εμπορία καυσίμων μέχρι και τη σχεδιαζόμενη μαρίνα σκαφών αναψυχής.
Στο επίκεντρο του αμερικανικού ενδιαφέροντος παραμένει εδώ και χρόνια το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, όπως αποδεικνύεται από τη «δράση» διαφόρων κεφαλαίων στον κλάδο, αλλά το τελευταίο διάστημα αποκτά υψηλή σημασία η εμπλοκή αμερικανικών funds απευθείας σε ελληνικές επιχειρήσεις. Από τις σημαντικότερες θεωρείται βέβαια η κίνηση του CVC Capital στον κλάδο υγείας (με την εξαγορά του Θεραπευτηρίου Υγεία, του Ιασώ General και του Matropolitan) η οποία θα έχει «συνέχεια». Στον ίδιο κλάδο δραστηριοποιούνται το Farallon και το Oaktree. Στο real estate, ενδεικτική είναι η -προ ημερών μόλις- κίνηση του Hines με την απόκτηση ελέγχου του εμπορικού κέντρου Athens Heart. Μέλλον φαίνεται να υπάρχει και στις κινήσεις του HIG που αγόρασε δάνεια της Χαλυβουργίας Μάνεση, ενώ έχει προχωρήσει deals με τον ξενοδοχειακό όμιλο Aldemar.
Για το επόμενο διάστημα βέβαια, ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα έχει και η υπόθεση του ενδιαφέροντος της Pimco για την ανάληψη (υπό το πρόγραμμα της τιτλοποίησης) των πακέτων των ληξιπρόθεσμων δανείων της ΔΕΗ. Ένα πρόγραμμα υψηλής σημασίας και σε πολιτικό επίπεδο.
Όλα αυτά σε ένα περιβάλλον από το οποίο δεν λείπουν οι σημαντικές εμπορικές συμφωνίες σαν και αυτές που έγιναν πρόσφατα από την Aegean (για την αγορά των κινητήρων των νέων Airbus από την Pratt&Whitney) και την Μυτιληναίος (για τον εξοπλισμό της νέας μονάδας φυσικού αερίου από την General Electric).
Πιθανότατα λοιπόν, ο Τζέφρι Πάιατ, να έχει δίκαιο όταν μιλά για την «καλύτερη δυνατή» συγκυρία, φέρνοντας σε ρόλο... manager και τον υπουργό Γουίλμπουρ Ρος. Τον άνθρωπο που ξέρει από μπίζνες.