Μία από τις πρώτες προτεραιότητες που θα πρέπει να θέσει η κυβέρνηση, εάν ανανεώσει τη λαϊκή εντολή θα πρέπει να αφορά την αποκατάσταση των διατηρητέων κτιρίων. Αυτό αναφέρουν παράγοντες της αγοράς με αφορμή και την πρόσφατη επιστολή της νεοεκλεγείσας προέδρου του Πανελληνίου Συλλόγου Ιδιοκτητών Διατηρητέων Κτιρίων και Μνημείων δικηγόρος Εύης Μαμιδάκη προς τον πρωθυπουργό.
«Η αποκατάσταση του κτιριακού πλούτου αποκτά πλέον καθοριστικό ρόλο για την επίτευξη του κλιματικού στόχου αξιοποίησης εναλλακτικών πηγών ενέργειας, και ενίσχυσης της ανθεκτικότητας του ιστορικού πλούτου, με αποτέλεσμα θωρακισμένα, αναβαθμισμένα και ενεργειακά αυτόνομα κτίρια» σημειώνει η κυρία Μαμιδάκη που ζητάει την λήψη μέτρων για την αποκατάσταση των διατηρητέων.
Από την πλευρά της η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Ακινήτων, έχει αναφέρει ότι “η ανακαίνιση των διατηρητέων και παλαιών κτιρίων σε συνδυασμό με την απαλλαγή από ετοιμόρροπα κτίρια χωρίς ιδιοκτήτη θα οδηγήσει σε άμεση αναβάθμιση πάμπολλες γειτονιές και περιοχές στην Αθήνα και τις άλλες παλιές πόλεις της χώρας μας”.
Κατά την άνθηση των βραχυχρόνιων ενοικιάσεων και του Airbnb, σημαντικός αριθμός ακινήτων, που είχαν εγκαταλειφθεί, μετατράπηκαν σε ξενοδοχεία με αποτέλεσμα σημαντικός αριθμός συνοικιών να αναγεννηθούν.
Κτίρια κατασκευής 1960
Σύμφωνα με παλαιότερη μελέτη της Διανέοσις, πάνω από το 60% των κτιρίων του κέντρου της Αθήνας είναι κατασκευασμένα πριν από το 1960. Από αυτά περισσότερα ποσοστό άνω του 85% χρήζει παρεμβάσεων αποκατάστασης, εκσυγχρονισμού και βελτίωσης της λειτουργικότητας και της ενεργειακής του απόδοσης.
Κι ενώ τα κτήρια γραφείων του κέντρου αποτελούν «κυψέλες» επιβλητικής αρχιτεκτονικής που συνίστανται από ένα πλήθος γραφείων επιφανείας συνήθως από 10 έως 50 τ.μ., κατά βάση, είναι ενεργοβόρα. Και διαθέτουν κοινόχρηστους χώρους σε κακή κατάσταση, δεν διαθέτουν σύγχρονα δίκτυα, οι χώροι υγιεινής είναι κοινόχρηστης, ενώ ευρύτερα τα προβλήματα συντήρησης και διαχείρισης είναι δυσεπίλυτα.
Ως λοιπόν, γίνεται αντιληπτό η ανακαίνιση του εν λόγω κτιριακού δυναμικού αποτελεί μία πολλά υποσχόμενη δραστηριότητα, η οποία θα οδηγήσει και στην πλήρη αναμόρφωση της εικόνας του κέντρου. Μαλιστα το μέσο κόστος αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού του 70% περίπου των κτιρίων τοποθετείται σε πάνω από 400 ευρώ /τ.μ., ενώ το μέσο κόστος αποκατάστασης είναι υψηλότερο από την αγοραία αξία τους. Γι’ αυτό, σύμφωνα με τους επαΐοντες, απαιτείται η εξασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης μέσω και του ταμείου Ανάκαμψης.
Τα projects
Το υψηλό άλλωστε, κόστος αποκατάστασης αποδεικνύει και το γεγονός ότι μέχρι σήμερα σχετικές επενδύσεις έχουν υλοποιήσει, ως επί το πλείστον, όσοι διαθέτουν σημαντικά κεφάλαια και δεν αναζητουν αναγκαστικά υψηλές αποδόσεις. Χαρακτηριστική περίπτωση, αυτή του εφοπλιστή Γιώργου Προκοπίου, ο οποίος έχει αποκτήσει το Μέγαρο Αθηνογένους στην οδό Σταδίου 50 στην Αθήνα.
Επίσης, πριν από μερικά χρόνια ένα από τα ιστορικά ακίνητα που απέκτησαν, πρόσφατα, ξανά ζωή είναι το "Μέγαρο Δεληγιώργη" στην οδό Κανάρη 1 στην Αθήνα, το οποίο έχει μισθωθεί, σε συνέχεια διαγωνισμού του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων, από την παγκόσμιας φήμης γκαλερί Allouche Benias Gallery με έδρα τη Νέα Υόρκη.
Αλλά και η στοά Νικολούδη, ενδεχομένως, να μην είχε ποτέ ανακαινιστεί (είχε υποστεί σοβαρές ζημιές το 2012 από τα τότε επεισόδια στο κέντρο της Αθήνας), εάν η Alpha Bank δεν είχε αναλάβει τη χρηματοδότηση των εργασιών του κτίσματος που ολοκληρώθηκε το 1918.