Της Μαίρης Βενέτη
Η τελευταία δεκαετία ήταν ίσως μια από τις δυσκολότερες για τον ελληνικό κατασκευαστικό κλάδο, καθώς λύγισε κάτω από την απουσία ζήτησης που επέφεραν τα υψηλά φορολογικά βάρη, η συνεχή μεταβολή των ρυθμίσεων και της νομοθεσίας, η απώλεια εισοδημάτων και επενδύσεων και φυσικά η πενιχρή πρόσβαση σε χρηματοδότηση.
Όσες εταιρείες όμως κατάφεραν να επιβιώσουν μέσα από διορατικά business plan αναδιάρθρωσης και επέκτασης κύκλου εργασιών στο εξωτερικό, έχουν πολλά να ελπίζουν για ένα καλύτερο αύριο και εντός Ελλάδος.
Τα σημάδια ανάκαμψης έχουν αρχίσει δειλά δειλά να κάνουν την εμφάνιση τους.
Ήδη σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο Γενικός Δείκτης Παραγωγής στις Κατασκευές τα τελευταία τρία χρόνια προσπαθεί να αφήσει πίσω του τις τιμές κάτω των 44 μονάδων.
Κινήθηκε το 2018 με μέσο ετήσιο όρο 45,12 και άνοδο 0,8%, με τον δείκτη Παραγωγής Οικοδομικών Έργων να σημειώνει πιο εντυπωσιακή ανάκαμψη της τάξης του 17,7% στις 43,51 μονάδες, ενώ στον δείκτη Παραγωγής Έργων Πολιτικού Μηχανικού (έργα υποδομών), η αλήθεια είναι ότι έχουμε πολύ δουλειά μπροστά μας, καθώς ο δείκτης παρέμεινε και το 2018 σε αρνητικό έδαφος.
Όχι όμως για πολύ, όπως θα αναλύσουμε πιο κάτω.
Φιλί της ζωής στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων
Αναλύοντας εν συντομία τους κυριότερους λόγους της βαθιάς ύφεσης του τομέα των κατασκευών, θα κατανοήσουμε πολύ καλύτερα και τις αλλαγές που κυοφορούνται για τον πολύπαθο κλάδο της ελληνικής οικονομίας.
Καταρχήν, η δυσμενής δημοσιονομική κατάσταση της χώρας επηρέασε σημαντικά τις δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων-ΠΔΕ- οι οποίες σύμφωνα με τον ΙΟΒΕ, την περίοδο 2009-2017 ήταν κατά μέσο όρο 20% χαμηλότερες σε σύγκριση με την περίοδο 2004-2008.
Το 2018 είχαμε υποτονική εκτέλεση του ΠΔΕ, η οποία εκτός από τις εγχώριες αφορούσε και τις συγχρηματοδοτούμενες από την ΕΕ επενδύσεις.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η χρήση κονδυλίων της ΕΕ κατά την τρέχουσα προγραμματική περίοδο (2014-2020) είναι μέχρι στιγμής σημαντικά χαμηλότερη σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο της προηγούμενης προγραμματικής
περιόδου (2007-2013).
Οι καθυστερήσεις σε μεγάλο βαθμό οφείλονται στην έλλειψη έργων υψηλής ποιότητας υπό ανάπτυξη και στις σύνθετες διαδικασίες των δημόσιων συμβάσεων.
Αυτό όμως φαίνεται να αλλάζει, καθώς αλλάζει και η χώρα μας, ανακτώντας την αξιοπιστία και αναβαθμίζοντας το δημοσιονομικό της προφίλ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εμπιστοσύνη των διεθνών αγορών, που ήδη είναι ορατή στην αποκλιμάκωση του spread των ελληνικών ομολόγων.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο αλλαγής, υπάρχει μια πλειάδα έργων που αναμένεται να οδηγήσουν σε περαιτέρω τόνωση της κατασκευαστικής δραστηριότητας.
Ελληνικό και Master Plan αλλάζουν την Ελλάδα
Καταρχήν, η εμβληματική επένδυση ύψους 8 δισ. ευρώ στο Ελληνικό θα μπει επιτέλους σε τροχιά υλοποίησης, αποτελώντας την μεγαλύτερη αστική ανάπλαση στην Ευρώπη και δημιουργώντας περισσότερες από 75.000 θέσεις εργασίας στο σύνολό της. Θα συμβάλλει κατά 2,4% στο ΑΕΠ της χώρας στον ορίζοντα ολοκλήρωσης της ανάπτυξης, ενώ παράλληλα θα εισφέρει συνολικά πάνω από 14 δισ. ευρώ έσοδα σε φόρους στον ίδιο χρονικό ορίζοντα.
Κυρίαρχο στοιχείο θα είναι η δημιουργία του Μητροπολιτικού Πάρκου διεθνούς εμβέλειας, συνολικής έκτασης 2.000.000 τ.μ. Η επένδυση περιλαμβάνει οικιστικές αναπτύξεις, ξενοδοχειακές μονάδες, εμπορικές δραστηριότητες, χώρους οικογενειακής απασχόλησης – διασκέδασης, μουσεία, κέντρα πολιτισμού, κέντρα υγείας και ευεξίας, αθλητικές εγκαταστάσεις και χώρους αναψυχής, ένα πρότυπο επιχειρηματικό πάρκο εκπαίδευσης, έρευνας και επιχειρηματικότητας, όπως επίσης και την πλήρη διαμόρφωση της ήδη υπάρχουσας μαρίνας καθώς και την αναβάθμιση και ανάδειξη ολόκληρου του παραλιακού μετώπου.
Ένα ακόμα έργο υψηλής προστιθέμενης αξίας που η αγορά αναμένει να ξεκλειδώσει η Κυβέρνηση, είναι το Μaster Plan του ΟΛΠ, που θα δώσει ανάσα στην κατασκευαστική δραστηριότητα, αλλά και θα αναδείξει τον Πειραιά σε ένα από τα πιο σύγχρονα λιμάνια του κόσμου.
Το γενικό σύνολο των έργων του Master Plan αγγίζει τα 647.783.000 ευρώ με το logistics center, το car terminal και το mall στο νέο cruise terminal, να έχουν συγκεντρώσει τις περισσότερες διαφωνίες, θέτοντας σε ομηρία τις πιο κομβικές από τις πρόσθετες επενδύσεις του Master Plan.
Νέα έργα στις περιφέρειες Αττικής και Θεσσαλονίκης
Οι δύο παραπάνω επενδύσεις δεν είναι οι μόνες για τις οποίες η αγορά ανυπομονεί. Μια σειρά επενδυτικών έργων, τα οποία κυρίως συγχρηματοδοτούνται από κεφάλαια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αποσκοπούν στην ενίσχυση των υποδομών με έμφαση τις μεταφορές, είναι ήδη, ή αναμένεται να μπουν σύντομα, σε τροχιά υλοποίησης.
Επιπλέον η Κυβέρνηση σχεδιάζει την έναρξη πέντε μεγάλων έργων, τα περισσότερα με τη μέθοδο ΣΔΙΤ (σύμπραξη δημόσιου-ιδιωτικού τομέα), με σκοπό την αξιοποίηση και αναβάθμιση κτιρίων και συγκροτημάτων στις περιφέρειες της Αττικής και της Θεσσαλονίκης.
Ειδικότερα προγραμματίζεται:
-Η επέκταση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και η ενοποίηση του με το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.
-Η μεταφορά των φυλακών Κορυδαλλού εκτός αστικού ιστού και η δημιουργία στη θέση τους πάρκου με χώρους άθλησης και καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων.
-Η αξιοποίηση του πρώην Βασιλικού κτήματος Τατοϊου, σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα. Ανάμεσα σε άλλα, εξετάζεται η δημιουργία αγροδιατροφικών μονάδων,η ανέγερση μικρής ξενοδοχειακής μονάδας και η διαμόρφωση των εξωτερικών χώρων, ώστε η περιοχή να αποκτήσει τουριστικό ενδιαφέρον, αποτελώντας ταυτόχρονα έναν χώρο αναψυχής για τους κατοίκους της Αττικής.
- Η αξιοποίηση των 204 στρεμμάτων στη Δραπετσώνα, με τη δημιουργία Διεθνούς Κέντρου Καινοτομίας σε συνεργασία με μεγάλες επιχειρήσεις τεχνολογίας του εξωτερικού, αλλά και με την κατασκευή μητροπολιτικού πάρκου με αθλητικές δράσεις.
-Η αναβάθμιση του χώρου που διεξάγεται η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης.
Ανοίγουν τα κανάλια της χρηματοδότησης
Η χρηματοδότηση του κλάδου των Κατασκευών από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα υποχώρησε σημαντικά λόγω της πτώσης της κατασκευαστικής δραστηριότητας, αλλά και των προβλημάτων στο τραπεζικό σύστημα.
Σύμφωνα με την έρευνα SAFE που διεξάγεται ετησίως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε συνεργασία με την ΕΚΤ, η πρόσβαση σε χρηματοδότηση ήταν το σημαντικότερο πρόβλημα για το 25% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην Ελλάδα, ποσοστό κατά πολύ μεγαλύτερο από το 8% της Ευρωζώνης.
Το Δεκέμβριο του 2018 ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της χρηματοδότησης προς τον κατασκευαστικό κλάδο διαμορφώθηκε σε -0,6% έναντι -1,5% τον Δεκέμβριο του 2017. Το μερίδιο δε της τραπεζικής χρηματοδότησης προς τον κατασκευαστικό κλάδο ήταν μόλις το 10,2% από το συνολικό ποσοστό της συνολικής χρηματοδότησης προς τον επιχειρηματικό τομέα.
Η αλήθεια είναι ότι ο κατασκευαστικός κλάδος φέρει ένα από τους πιο υψηλούς δείκτες Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων- τον Δεκέμβριο του 2018 διαμορφώθηκε στο 45,9%- κάτι που δικαιολογεί τις δυσχέρειες στην πρόσβαση σε χρηματοδότηση.
Ακριβώς αυτή η ανάγκη απομόχλευσης έθεσε μεγάλα εμπόδια στην ομαλή λειτουργία των επιχειρήσεων του κλάδου και συνεχίζεται μέχρι και την τρέχουσα περίοδο.
Επιπλέον, το κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων στην Ελλάδα είναι συστηματικά υψηλότερο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, ευρισκόμενο στην πρώτη θέση μεταξύ των κρατών μελών.
Η επανάκτηση όμως του αξιόχρεου από το Ελληνικό Δημόσιο και η πρόσβαση της χώρας στις διεθνείς αγορές με επιτόκια που αρχίζουν να προσεγγίζουν τα ευρωπαϊκά δεδομένα, καθώς και η αναμενόμενη εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών μέσω της μείωσης των κόκκινων δανείων, θα μειώσει νομοτελειακά το κόστος δανεισμού και για τις επιχειρήσεις.
Οι φορολογικές μεταρρυθμίσεις είναι εδώ
Το φορολογικό πλαίσιο παραμένει ένας από τους πιο προβληματικούς παράγοντες για την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας στην Ελλάδα.
Η αντίληψη δε ότι το μεγάλο ύψος των φορολογικών συντελεστών αποτελεί εμπόδιο στην επιχειρηματική δραστηριότητα ενισχύθηκε μετά το 2011.
Για τον κατασκευαστικό όμως κλάδο, οι παρεμβάσεις στην φορολογική πολιτική ήταν καταστροφικές.
Η επιβολή του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων είχε εξαιρετικά αρνητική επίδραση στην αγορά των ακινήτων, καθώς αποτέλεσε μια σημαντική οικονομική επιβάρυνση στους ιδιοκτήτες, επηρεάζοντας νοικοκυριά και επενδυτές.
Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Alpha Bank, οι Έλληνες κατέβαλλαν επτά φορές υψηλότερους φόρους ακίνητης περιουσίας το 2016 έναντι του 2009.
Η αγορά κατοικίας σημείωσε σημαντική υποχώρηση, αλλά η πτώση της ζήτησης επιβαρύνθηκε ακόμα περισσότερο από τη μείωση του μέσου καθαρού εισοδήματος στην Ελλάδα. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το καθαρό εισόδημα στη χώρα μας το 2017 υποχώρησε κατά 36,9% έναντι του 2010, στα 8.809 ευρώ, τη στιγμή που το μέσο ευρωπαϊκό εισόδημα κυμαινόταν στα 19.427 ευρώ!
Η καθίζηση αυτή των εισοδημάτων σε συνδυασμό, με τους φόρους ακίνητης περιουσίας, την αύξηση του ΦΠΑ και την επιδείνωση των όρων χρηματοδότησης προς τα νοικοκυριά για αγορά κατοικίας, είχαν σαν αποτέλεσμα την εξάχνωση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, με αποτέλεσμα την κάθετη υποχώρηση των επενδύσεων σε οικιστικά ακίνητα.
Για να ανακάμψει λοιπόν η παραδοσιακή συνιστώσα του ΑΕΠ της χώρας μας και να ενισχυθεί η κατασκευαστική δραστηριότητα, η Κυβέρνηση στις 30 Ιουλίου πέρασε στη βουλή σχέδιο νόμου με τον οποίο ο ΕΝ.Φ.Ι.Α μειώνεται από φέτος μεσοσταθμικά κατά 22%. Συγκεκριμένα, η μείωση θα είναι 30% για τις μικρές ιδιοκτησίες, 20% για τη μεσαία τάξη και 10% για τη μεγάλη ακίνητη περιουσία. Έως και 4 εκατ. πολίτες θα δουν σημαντικές ελαφρύνσεις, ανάμεσα τους και 500.000 πολίτες που είχαν εξαιρεθεί των εκπτώσεων από την προηγούμενη κυβέρνηση.
Επιπλέον, σύμφωνα με τις προγραμματικές δηλώσεις της Κυβέρνησης, θα ανασταλεί ο Φ.Π.Α σην οικοδομή, καθώς και ο φόρος υπεραξίας σε αγορές και πωλήσεις ακινήτων.
Θα καθιερωθεί έκπτωση φόρου 40% στις δαπάνες για την ενεργειακή, λειτουργική και αισθητική αναβάθμιση κτιρίων.
Οι παραπάνω μεταρρυθμίσεις σε συνδυασμό με το πλήρες φορολογικό πλαίσιο της Κυβέρνησης, φιλοδοξούν όχι μόνο στην ανάκαμψη του κατασκευαστικού κλάδου αλλά και της ευρύτερης οικονομίας και περιλαμβάνει: Tη μείωση του φορολογικού συντελεστή για εισοδήματα εως 10.000 ευρώ από το 22% στο 9%, τη σταδιακή κατάργηση της Εισφοράς Αλληλεγγύης και του Τέλους Επιτηδεύματος, τη μείωση ασφαλιστικών εισφορών από 20% στο 15%, τη μείωση ΦΠΑ από 13% σε 11% και από 24% στο 22%, τη μείωση φόρου στα μερίσματα από 10% στο 5% και τέλος τη μείωση του φόρου στις επιχειρήσεις από 28% στο 24% και στη συνέχεια στο 20%.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή, ή προτροπή για αγορά ή πώληση των αναφερομένων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται, βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δεν δίνεται ότι είναι ακριβείς ή πλήρεις και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.
*Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο, της Παρασκευής 2 Αυγούστου