Τι κρύβεται στη σκέψη των οπαδών της σοβιετικής οικονομικής διαχείρισης;
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι απλή, όχι όμως και αυτονόητη.
Κρύβεται ο τρόπος, βάσει του οποίου λειτουργεί μια οικονομία υπό καθεστώς κεντρικού οικονομικού σχεδιασμού, από τη στιγμή που αυτό το σύστημα έχει υποκαταστήσει την αγορά και τις δυνάμεις της.
Έχοντας, λοιπόν, τον πλήρη έλεγχο της οικονομίας, που τώρα θα λειτουργεί με εντελώς προβλέψιμο τρόπο, η διαχείρισή της θα ήταν απλή.
Τόσο απλή όσο και η λειτουργία ενός ταχυδρομικού καταστήματος, σύμφωνα με τα γραπτά του Λένιν για την οικονομία (υπήρξαν και αυτά). Απλοϊκή προσέγγιση μιας πολύπλοκης και σύνθετης πραγματικότητας, που απέχει από τα τεκταινόμενα στη σφαίρα της πραγματικής οικονομίας.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τους οπαδούς αυτής της σχολής, ο καλοκουρδισμένος μηχανισμός του κεντρικού σχεδιασμού θα λειτουργούσε με θαυμαστή τελειότητα και χωρίς τριβές. Αρκούσε απλά να δοθεί μια εντολή από το κέντρο (οικονομικός σχεδιαστής) προς την περιφέρεια (παραγωγικές μονάδες) και η εντολή αυτή θα εκτελείτο κατά τον βέλτιστο τρόπο.
Οι οποιεσδήποτε τυχόν αποκλίσεις θα διορθώνονταν με τρόπο αυτόματο.
Ο μηχανισμός ελέγχου των αποκλίσεων θα ετίθετο σε λειτουργία (αρνητικό ή θετικό feedback) για να επαναφέρει το όλο σύστημα στο επιθυμητό επίπεδο, ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι.
Ένας τέτοιος μηχανισμός θυμίζει περισσότερο τη λειτουργία ενός θερμοστάτη παρά την πραγματική οικονομία, όπου κάθε στιγμή εκατομμύρια αποφάσεις λαμβάνονται, όμως υπό τον συντονισμό των δυνάμεων της αόρατης αγοράς και όχι υπό τις διοικητικές διαταγές του οικονομικού σχεδιαστή.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο εξοβελισμός της αγοράς άφησε πίσω του ένα δυσαναπλήρωτο κενό. Κενό που ήρθε εξ ανάγκης να καλύψει η διαδικασία κατανομής των πόρων με τρόπο αυθαίρετο και διοικητικό.
Όμως, παρά τη δεδηλωμένη βούληση για έλεγχο των πάντων, ο έλεγχος αυτός υπήρξε ατελής και οικονομικά αναποτελεσματικός όπως τα εμπειρικά στοιχεία το αποδεικνύουν.
Οι σοβιετικού τύπου οικονομίες, όσο και αν ήθελαν να σταματήσουν τις ανισορροπίες της αγοράς, δημιούργησαν άλλες, εγγενείς του δικού τους συστήματος, και έτσι η «αρμονία» του οικονομικού σχεδίου δεν μπόρεσε να υποκαταστήσει την «αναρχία» της αγοράς.
Ένα τέτοιο σύστημα, που στοχεύει στον έλεγχο των πάντων παράγει συστημικής φύσεως ελλείψεις, οι οποίες διαχέονται σε όλη την οικονομία. Ελλείψεις, είτε εμφανείς μέσω των ουρών έξω από τα καταστήματα καταναλωτικών αγαθών, είτε αφανείς μέσω της κεντρικής διάθεσης πόρων προς τις παραγωγικές μονάδες. Στη χώρα μας ουδέποτε ανεπτύχθη ένας σοβαρός προβληματισμός σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας μιας σοβιετικού τύπου οικονομίας. Η άγνοια και η ιδεολογική προκατάληψη που κυριάρχησαν ήταν οι αιτίες ώστε να ενοχοποιηθεί η οικονομία της αγοράς και να αναδειχθούν οι «αρετές» του υπαρκτού σοσιαλισμού, στις χώρες που αυτός εφαρμόστηκε.
Ενώ όμως στην Ευρώπη υπήρξε μια πλημμυρίδα επιστημονικών δημοσιεύσεων, αλλά και οικονομικών συγγραμμάτων που αποκαθήλωναν το σοβιετικό οικονομικό μοντέλο, στην Ελλάδα αναζητούσαμε τρίτους δρόμους χωρίς καν να αγγίξουμε τη φύση του οικονομικού αυτού συστήματος και τις λειτουργίες του εκθειάζοντας το, χωρίς όμως να γνωρίζουμε τον τρόπο λειτουργίας του.
Ο μηχανισμός της αγοράς έπρεπε να συκοφαντηθεί και να σταλεί στο πυρ το εξώτερον. Ευτυχώς, το σοβιετικό οικονομικό σύστημα κατέρρευσε εξαιτίας των δικών του εσωτερικών αντιφάσεων.
Κανείς, όμως, μέχρι σήμερα δεν έχει τολμήσει να τις αναλύσει με τρόπο επιστημονικά τεκμηριωμένο. Μήπως σήμερα δεν είναι ακόμη αργά για να αναληφθεί μια τέτοιου είδους πρωτοβουλία;