Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Η έξοδος στις αγορές πραγματοποιήθηκε, ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε όμως το τέλος της προστασίας της πρώτης κατοικίας και η έκρηξη των πλειστηριασμών απειλούν το αφήγημα της κυβέρνησης. Η ανάγκη για άμεση δράση και πωλήσεις δανείων σε ξένα funds υποχρεώνουν την κυβέρνηση να θέσει ως «εθνικό στόχο» τη μείωση των «κόκκινων» δανείων, ξεχνώντας για πάντα – ή μέχρι την επόμενη φορά που θα βρεθεί στην αντιπολίτευση – τη σεισάχθεια. Την ίδια ώρα προετοιμάζεται το έδαφος για νέα έξοδο στις αγορές αφού το αφήγημα της επιστροφής στην κανονικότητα πρέπει να ενισχυθεί στο δρόμο προς τις κάλπες.
Όμως το διεθνές περιβάλλον είναι τέτοιο που η Ελλάδα κινδυνεύει να βρεθεί απροστάτευτη απέναντι σε τρομακτικές αναταράξεις τους επόμενους μήνες. Εκεί που όλα έδειχναν ότι η Ευρώπη αφήνει για τα καλά πίσω της την κρίση χρέους και επιστρέφει στην ανάπτυξη, οι εξελίξεις του 2018 διαμορφώνουν μία νέα πραγματικότητα χαμηλής ή και μηδενικής ανάπτυξης. Η συρρίκνωση του ιταλικού ΑΕΠ και η δραματική υποβάθμιση των προβλέψεων για τη γερμανική οικονομία, σε συνδυασμό με την υποχώρηση των επιχειρηματικών και καταναλωτικών δεικτών το δίμηνο Δεκεμβρίου-Ιανουαρίου, υποδεικνύουν ότι η ευρωπαϊκή οικονομία κινδυνεύει το 2019 να γυρίσει χρόνια πίσω.
Σύμφωνα με την πλειονότητα των αναλυτών, η πορεία της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα έτη και η επίτευξη των πολύ αυστηρών δημοσιονομικών στόχων θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό από το κατά πόσο η Ευρώπη θα πατήσει τελικά φρένο. Αν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις που θέλουν την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη να μην ξεπερνάει το 1% το 2019, όταν η ΕΚΤ έχει κάνει τον σχεδιασμό της με βάση σχετική πρόβλεψη για 1,7% και η Κομισιόν την τοποθετεί στο 1,9%, τότε ένα ντόμινο αρνητικών εξελίξεων θα απειλήσει τόσο την οικονομική δραστηριότητα όσο και τα επιτόκια δανεισμού της χώρας μας.
Τα πρώτα «απόνερα» της ύφεσης στην Ιταλία επηρεάζουν ήδη το κλίμα σε πολιτικό επίπεδο, καθώς οι σχέσεις μεταξύ των δύο κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού είναι τεταμένες και αυξάνονται οι «φωνές» για πρόωρες εκλογές στη γειτονική μας χώρα. Αναλυτές της Goldman Sachs και της Capital Economics προβλέπουν ότι με βάση τα σημερινά δεδομένα η ανάπτυξη της ιταλικής οικονομίας θα διαμορφωθεί στο 0,2% και 0% αντίστοιχα, με μεγάλες πιθανότητες περαιτέρω υποβάθμισης των εκτιμήσεων τους επόμενους μήνες.
Και οι δύο οίκοι βασίζουν τις προβλέψεις τους στην παραδοχή ότι η Ιταλία θα ανεβάσει ταχύτητα στο δεύτερο μισό του 2019, ωστόσο η επιδείνωση του επιχειρηματικού κλίματος, το τέλος του φθηνού χρήματος της ΕΚΤ και η συνεχιζόμενη πολιτική αβεβαιότητα, είναι παράγοντες που δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας. Από την πλευρά τους, η κεντρική τράπεζα της Ιταλίας και το ΔΝΤ κάνουν λόγο για ανάπτυξη 0,6%.
Σημειώνεται ότι η ιταλική κυβέρνηση κατάφερε να πάρει το πράσινο φως της Κομισιόν για ελλειμματικό προϋπολογισμό ο οποίος προβλέπει ανάπτυξη 1%, που σημαίνει ότι οι Σαλβίνι και Ντι Μάιο θα δεχθούν ασφυκτικές πιέσεις να αλλάξουν το μείγμα των μέτρων που θα εφαρμόσουν αν αποδειχθεί «ανεπαρκής» η ανάπτυξη.
Στο μεταξύ, με τις ευρωεκλογές να πλησιάζουν θεωρείται δεδομένο ότι θα ανέβουν οι τόνοι μεταξύ των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων και των λαϊκιστών και η οικονομική ανάπτυξη θα αποτελέσει βασικό πεδίο αντιπαράθεσης. Σε αυτό το πλαίσιο, πιθανή έκρηξη της πολιτικής αβεβαιότητας όχι μόνο στην Ιταλία αλλά σε ολόκληρη την Ευρώπη θα επαναφέρει τους κινδύνους και θα αντιστρέψει την πτωτική πορεία των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων.
Τόσο το κόστος δανεισμού της Ιταλίας όσο και της Ελλάδας έχουν υποχωρήσει σε χαμηλό εξαμήνου τις τελευταίες ημέρες, στο 2,6% και 3,86% αντίστοιχα, με το ιταλικό δημόσιο να καταρρίπτει κάθε ρεκόρ επενδυτικών προσφορών και το ελληνικό δημόσιο να κάνει το πρώτο βήμα για την επιστροφή στις αγορές.
Η ελληνική κυβέρνηση σχεδιάζει να αντλήσει άλλα 5,5 δισ. ευρώ από τις αγορές μέσα στο 2019 με την επόμενη κίνηση να αναμένεται στο επόμενο δίμηνο. Στο οικονομικό επιτελείο θέλουν να εκμεταλλευτούν την τρέχουσα συγκυρία πριν «γυρίσει» το κλίμα καθώς εκτιμάται ότι ο Απρίλιος και ο Μάιος θα είναι δύσκολοι μήνες ελέω ευρωεκλογών.
Αναλυτές επισημαίνουν πως αν συνεχιστεί η ύφεση στην Ιταλία θα είναι από μόνη της μία ιδιαίτερα αρνητική εξέλιξη που δεν αποκλείεται να συμπαρασύρει ολόκληρη την Ευρώπη σε επικίνδυνα μονοπάτια. Όμως δεν είναι μόνο η Ιταλία, καθώς ο φόβος της ύφεσης έχει χτυπήσει και τη Γερμανία μετά τη μεγάλη πτώση της βιομηχανικής παραγωγής στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, που ανάγκασε τη Μέρκελ να ψαλιδίσει τις προβλέψεις για την ανάπτυξη στο 1% από 1,8% προηγουμένως. Στη Φρανκφούρτη δε, ετοιμάζονται ήδη νέες προβλέψεις με χαμηλωμένο τον πήχη της ανάπτυξης, γεγονός που μεταθέτει, εκτός απροόπτου, την αύξηση των επιτοκίων για το 2020.
Σε κάθε περίπτωση, όταν η ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας εμφανίζει σημάδια κόπωσης και η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία παραμένει «ασθενής», οι ελληνικοί τίτλοι κινδυνεύουν να δεχθούν νέες πιέσεις όσο δεν θα βελτιώνονται οι οικονομικοί δείκτες. Σύμφωνα με στοιχεία που είδαν προχθές το φως της δημοσιότητας ο δείκτης οικονομικού κλίματος στην Ευρωζώνη υποχώρησε τον Ιανουάριο στις 106,2 μονάδες, έναντι 107,4 μονάδων τον Δεκέμβριο, ενώ ο δείκτης PMI κατέγραψε χαμηλό 50 μηνών, υποδεικνύοντας ότι το 2019 ξεκίνησε με τους χειρότερους οιωνούς.