Παρά το γεγονός πως τα προβλήματα ενεργειακής επάρκειας και ανεξαρτησίας των ΗΠΑ είναι απείρως μικρότερα από της Ευρώπης, οι υπερατλαντικοί μας σύμμαχοι δεν κάθονται με σταυρωμένα χέρια. Εκπρόσωποι των μεγαλύτερων επιχειρήσεων της χώρας συναντούν τακτικά τον πρόεδρό τους για να συζητήσουν σχετικά.
Ανάμεσα σε αυτούς είναι και ο ισχυρότερος τραπεζίτης της χώρας, ο οποίος προέτρεψε τον Τζο Μπάιντεν να ετοιμάσει γιγαντιαίο πρόγραμμα που θα διασφαλίσει το «ενεργειακό μέλλον» της χώρας.
Ένα καλό που έχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής είναι πως σε περιόδους κρίσεων μπορούν να πάρουν γρήγορα αποφάσεις, πολύ συχνά ύστερα από συνεργασία των πολιτικών ηγετών, των νομοθετών και του επιχειρηματικού κόσμου της χώρας.
Αυτό το είδαμε να συμβαίνει στη μεγάλη χρηματοοικονομική κρίση του 2008, με την έλευση της πανδημίας το 2020, και το βλέπουμε να συμβαίνει και τώρα. Για την ακρίβεια δεν το βλέπουμε, γιατί αρκετές από τις επαφές της πολιτικής με την επιχειρηματική ηγεσία δεν δημοσιοποιούνται.
Υπάρχουν όμως πάντα οι δημοσιογραφικές πληροφορίες που τελικά αποκαλύπτουν τις διάφορες «μυστικές» συναντήσεις και επαφές. Η συνάντηση στην οποία θα αναφερθούμε σήμερα έγινε τη Δευτέρα που μας πέρασε και έγινε γνωστή μέσα από το ρεπορτάζ της γνωστής ιστοσελίδας ενημερωτικού περιεχομένου Axios.com.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Axios.com, στη συνάντηση που έγινε στον Λευκό Οίκο είχαν προσκληθεί και συμμετείχαν οι διευθύνοντες σύμβουλοι πολλών σημαντικών επιχειρήσεων, όπως των πετρελαϊκών εταιρειών Exxon Mobil, Conoco Philipps και Marathon Petroleum, των χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων JPMorgan Chase, Bank of America και Visa, των εταιρειών παραγωγής «καθαρής ενέργειας» Pattern Invenergy, των βιομηχανιών Dow και U.S. Steel, και δύο εταιρειών που έχουν σχέση με την βιομηχανία τροφίμων, της Cargill και της Land O’Lakes.
Πιθανότατα συμμετείχαν και άλλοι, αλλά δεν κατονομάστηκαν στο σχετικό ρεπορτάζ. Από την μεριά της πολιτικής ηγεσίας, φαίνεται πως συμμετείχαν η υπουργός Οικονομικών Janet Yellen, η υπουργός Εμπορίου Gina Raimondo, ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του προέδρου Jake Sullivan και ο επικεφαλής του συμβουλίου οικονομικών εμπειρογνωμόνων Brian Deese.
Στη συνάντηση δεν προβλεπόταν η συμμετοχή του προέδρου Μπάιντεν αλλά, όπως μάθαμε, τελικά πήρε μέρος για περίπου είκοσι λεπτά προκειμένου να ενημερώσει προσωπικά τους συμμετέχοντες για την κατάσταση στην Ουκρανία.
Το κύριο θέμα της συζήτησης ήταν το ενεργειακό, δηλαδή οι συνέπειες της μεγάλης αύξησης της τιμής των καυσίμων παγκοσμίως και η νέα κατάσταση που διαμορφώνεται μετά τον ισχυρό κλονισμό των σχέσεων της Δύσης με τη Ρωσία και το πιθανότατο σταμάτημα των εξαγωγών καυσίμων πρώτων υλών από τη Ρωσία προς (τουλάχιστον) τις δυτικές χώρες.
Στην ανταλλαγή απόψεων ανάμεσα στα στελέχη της πετρελαϊκής βιομηχανίας και τους εκπροσώπους της κυβέρνησης φάνηκε καθαρά η διάσταση απόψεων που υπάρχει αυτή τη στιγμή.
Οι επικεφαλής των τριών μεγάλων εταιρειών παραπονέθηκαν, λέγοντας πως δεν είναι δυνατόν να κατηγορούνται από τον πρόεδρο και την κυβέρνηση για κερδοσκοπική εκμετάλλευση της κατάστασης και ταυτόχρονα να καλούνται να προχωρήσουν σε επενδύσεις προκειμένου να αυξήσουν την παραγωγή τους με στόχο τη μείωση της (μικρής ούτως ή άλλως) εξάρτησης των ΗΠΑ από τις εισαγωγές πετρελαίου.
Η στάση του προέδρου προβληματίζει την πετρελαϊκή βιομηχανία και φοβίζει τους επενδυτές, οι οποίοι διστάζουν να προχωρήσουν στις κατάλληλες κινήσεις, παρά το ότι στην ουσία συμφωνούν με την αναγκαιότητα της αύξησης της αμερικανικής παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Αυτή η διάσταση απόψεων υπάρχει και σε πολιτικό επίπεδο, αφού τα «παράπονα» των πετρελαϊκών εταιρειών μοιάζουν με τις εκκλήσεις των ρεπουμπλικανών πολιτικών προς τον πρόεδρο και τους συνεργάτες του να σταματήσουν τις επιθέσεις προς την πετρελαϊκή βιομηχανία.
Από τη μεριά τους, τα κυβερνητικά στελέχη μάλλον παρουσίασαν κάποιες ιδέες τους σχετικά με τις μεγάλες («ιστορικές» όπως τις χαρακτήρισαν) επενδύσεις που πρέπει να γίνουν προκειμένου να ενισχυθεί η ενεργειακή ασφάλεια της χώρας και να διασφαλισθεί η ανθεκτικότητα απέναντι σε ενέργειες ηγετών όπως ο πρόεδρος Πούτιν.
Όπως είπαμε στο ξεκίνημα, η συνάντηση δεν ήταν ακριβώς επίσημη, οπότε δεν υπάρχουν και αντίστοιχες ανακοινώσεις από τους συμμετέχοντες. Αυτό όμως που έκανε μεγάλη εντύπωση, είναι το γεγονός πως ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας JPMorgan Chase, ο ελληνικής καταγωγής Τζέιμι Ντάιμον, βρήκε την ευκαιρία να «αρπάξει» τον πρόεδρο Μπάιντεν και να του εκθέσει τη δική του άποψη για το ζήτημα.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Axios.com, ο πανίσχυρος τραπεζίτης πρότεινε στον πρόεδρο την οργάνωση ενός νέου σχεδίου Μάρσαλ, κατά τα πρότυπα του μεταπολεμικού σχεδίου ανασυγκρότησης της κατεστραμμένης από τον πόλεμο Ευρώπης. Ο Ντάιμον υποστήριξε πως πρέπει να αυξηθεί σημαντικά η παραγωγή φυσικού αερίου, για τη διασφάλιση της ενεργειακής ασφάλειας των ΗΠΑ αλλά και της Ευρώπης.
Πρότεινε στον πρόεδρο Μπάιντεν την ενεργό συμμετοχή της ομοσπονδιακής κυβέρνησης σε αυτή την προσπάθεια, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει την άμεση ενίσχυση των έργων υποδομής για την υποδοχή υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) από τις ευρωπαϊκές χώρες. Επίσης, ζήτησε από τον πρόεδρο την ενεργή υποστήριξη νέων τεχνολογιών, με έμφαση στην ανάπτυξη της βιομηχανίας υδρογόνου και τις μεθόδους «αιχμαλωσίας» του διοξειδίου του άνθρακα.
Παρά το γεγονός πως ο Ντάιμον είναι ένας τραπεζίτης και δεν εκπροσωπεί την πετρελαϊκή ή την ενεργειακή βιομηχανία των ΗΠΑ, η παρέμβασή του πιθανότατα έχει βαρύνουσα σημασία, αφού αυτή την εποχή θεωρείται ο «πατριάρχης» της αμερικανικής επιχειρηματικής κοινότητας.
Χωρίς να έχουμε μάθει τίποτα σχετικά με την αντίδραση του προέδρου και των συνεργατών του στις προτάσεις του Ντάιμον, θεωρούμε πολύ πιθανόν να αποτελέσουν τη βάση εξαγγελιών που θα γίνουν σε μερικές μέρες ή εβδομάδες, καθώς πιστεύουμε πως ο πολύπειρος τραπεζίτης είναι δύσκολο να μίλησε τυχαία.