Moncler: Από θήραμα έγινε κυνηγός

Moncler: Από θήραμα έγινε κυνηγός

;

Την προηγούμενη Δευτέρα ανακοινώθηκε πως η γνωστή ιταλική εταιρεία Moncler(MONCMILAN), που παράγει πολυτελή είδη χειμωνιάτικης ένδυσης για εξωτερικούς χώρους, συμφώνησε να εξαγοράσει την παρεμφερούς αντικειμένου, επίσης ιταλική, StoneIslandμε 1,15 δισεκατομμύριο ευρώ σε μετρητά. Η συμφωνία μάλλον ξάφνιασε την χρηματιστηριακή αγορά, καθώς το όνομα τηςMoncler είχε ακουστεί πολλές φορές στο παρελθόν ως πιθανός στόχος εξαγοράς κάποιου από τους μεγάλους της αγοράς ειδών πολυτελείας. Πριν ένα χρόνο μάλιστα, ο RemoRuffini, βασικός μέτοχος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, είχε παραδεχθεί δημοσίως πως είχε λάβει μέρος σε συζητήσεις με την Kering, σχετικά με πιθανή συνεργασία.

Ποια είναι όμως η Monclerκαι ποιος ο RemoRuffini; Η Monclerιδρύθηκε το 1952 στην Γκρενόμπλ της Γαλλίας, πολύ κοντά στις Γαλλικές Άλπεις, και ασχολήθηκε με την κατασκευή χειμωνιάτικων ρούχων, κυρίως παλτών. Ήταν η πρώτη που κατασκεύασε νάιλον τζάκετ, το 1954, και έγινε πολύ γνωστή και από το γεγονός πως προμήθευε με τα ρούχα της πολλές ορειβατικές αποστολές και ομάδες που συμμετείχαν σε Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες. Παρά τα επιτυχημένα της προϊόντα, η οικονομική της κατάσταση δεν ήταν και πολύ καλή και το 2003 έφθασε στο χείλος της χρεωκοπίας. Τότε πέρασε στα χέρια του 42χρονου τότε Ruffini, ο οποίοςήταν ήδη σύμβουλος της εταιρείας σε δημιουργικά θέματα. Ο Ruffini έχει μεγαλώσει μέσα στην βιομηχανία ενδυμάτων, καθώς οι γονείς του είχαν και οι δύο επιχειρήσεις με ρούχα και ο ίδιος έφτιαξε σε ηλικία 23 ετών την εταιρεία NewEngland την οποία πούλησε 16 χρόνια μετά στην Stefanel. Κάτω από την διεύθυνσή του η εταιρεία κυριολεκτικά μεταμορφώθηκε, ο κύκλος εργασιών άρχισε να ανεβαίνει σταθερά και το όνομα Monclerκαθιερώθηκε ως συνώνυμο της πολυτελούς και λειτουργικής χειμωνιάτικης ένδυσης για εξωτερικούς χώρους.

Το 2003 ο κύκλος εργασιών ήταν κάτω από 100 εκατομμύρια ευρώ ετησίως και το 2013 που η εταιρεία μπήκε στο χρηματιστήριο του Μιλάνου είχε ήδη φθάσει τα 600, ενώ το 2019 ξεπέρασε τα 1,6 δισεκατομμύρια Ευρώ. Στην συνεχή αύξηση των πωλήσεων συνέβαλε και η διεθνοποίησή της καθώς το 2019 οι πωλήσεις εκτός Η.Π.Α και Ευρώπης έφθασαν το 44% του συνόλου. Η αύξηση των πωλήσεων συνοδεύεται από πολύ υψηλά περιθώρια κέρδους και ισχυρή ταμειακή θέση. Τα περιθώρια καθαρού κέρδους κυμαίνονται γύρω στο 30% των πωλήσεων, αξιοζήλευτα ακόμα και για την βιομηχανία ειδών πολυτελείας, καθώς μόνο η γαλλική Hermesπετυχαίνει παρόμοιες επιδόσεις.Προσπαθώντας να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις της σημερινής εποχής, ηMonclerάλλαξε και τον τρόπο σχεδιασμού και προώθησης των ρούχων και των αξεσουάρ της. Το 2018 ξεκίνησε την εφαρμογή του προγράμματος Genius, σταμάτησε την συνεργασία με τους δύο βασικούς σχεδιαστές της και καθιέρωσε την μηνιαία παρουσίαση των νέων δημιουργιών της που ετοιμάζονται από οκτώ διαφορετικές ομάδες σχεδιαστών. Με αυτό τον τρόπο προσπαθεί να είναι σε συνεχή επαφή με τους πελάτες της και να αποκτήσει ακόμα περισσότερους, αφού οι παρουσιάσεις των νέων «κολεξιόν» γίνονται με μεθόδους όχι παραδοσιακές, αλλά μέσω κοινωνικών δικτύων, σε εκδηλώσεις όπως πάρτι όπου εμφανίζονται διασημότητες κάθε είδους κ.α.

Ερωτώμενος ο Ruffiniσχετικά με την απόφασή του να προχωρήσει στην εξαγορά της StoneIsland, είπε πως η ένωση των δύο επιχειρήσεων είναι ο πλέον κατάλληλος τρόπος για την δημιουργία προστιθέμενης αξίας. Μία γρήγορη ματιά στην StoneIslandδείχνει πως μπορεί να έχει δίκιο. Η StoneIslandκατασκευάζει και αυτή χειμωνιάτικα ρούχα και αξεσουάρ, μόνο για άνδρες, και απευθύνεται κυρίως σε νέους ανθρώπους. Είναι αρκετά πιο μικρή από την Moncler, οι πωλήσεις της για το 2020 θα φθάσουν περίπου τα 240 εκατομμύρια, και χρησιμοποιεί και αυτή τις νέες μεθόδους προσέγγισης των πελατών, όπως και η Moncler. Η λογική του συνδυασμού των δύο εταιρειών είναι απλή: Μέσω του πολύ καλού δικτύου λιανικών πωλήσεων της Moncler θα προωθηθούν πολύ πιο αποτελεσματικά τα ρούχα και τα αξεσουάρ της StoneIsland, η οποία βασίζεται μέχρι τώρα στο δίκτυο λιανικών πωλήσεων άλλων επιχειρήσεων, και μαζί θα αναπτύξουν πολύ καλύτερα τα ηλεκτρονικά τους δίκτυα πωλήσεων. Ο βασικός στόχος φαίνεται πως είναι το νεανικό κοινό, καθώς σύμφωνα με τις εκτιμήσεις εταιρειών μελετών, στο μέλλον το μεγαλύτερο μέρος των πωλήσεων ειδών πολυτελείας θα γίνεται σε ανθρώπους κάτω των 45 ετών, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε παραδοσιακά.

Μετά την εξαγορά, η οικογένειαRivetti,που αυτή την στιγμή ελέγχει την StoneIsland,θα επενδύσει μέρος του τιμήματος για να αγοράσει μετοχές της Moncler και θα αποκτήσει το 4% της εταιρείας, ενώ ο επικεφαλής της οικογένειας CarloRivettiθα γίνει μέλος του Δ.Σ. Αυτό δείχνει πως η πρόθεση των οικογενειών Ruffiniκαι Rivett είναι (τουλάχιστον αυτή την στιγμή) να δουλέψουν μαζί και να μεγαλώσουν την νέα Moncler. Η σταθερή ανάπτυξη της Monclerκαι της StoneIslandτα τελευταία χρόνια, τα μεγάλα περιθώρια κέρδους, η επιτυχημένη διεθνοποίησή τους και η πρόθεσή τους να προσεγγίσουν τους υποψήφιους νέους πελάτες τους με την χρήση των σύγχρονων μεθόδων προώθησης προϊόντων δίνουν σημαντικές πιθανότητες επιτυχίας στο εγχείρημα. Αυτό άλλωστε δείχνει και η άνοδος της μετοχής της Monclerσε ιστορικά υψηλά επίπεδα, στα 47,58 Ευρώ, αμέσως μετά την ανακοίνωση της εξαγοράς, ανεβάζοντας την χρηματιστηριακή αξία της στα 12 δις Ευρώ. Η μεγάλη απορία της αγοράς έχει να κάνει με τα μεσοπρόθεσμα σχέδια του Ruffiniστην περίπτωση που η εξαγορά πετύχει. Θα επιλέξει την πώληση της επιχείρησης σε κάποιον από τους κολοσσούς της μόδας, από θέση ισχύος πλέον, πετυχαίνοντας ένα πολύ καλύτερο τίμημα από αυτό που ίσως του πρόσφερε πριν ένα χρόνο η Keringή θα προσπαθήσει να ακολουθήσει πορεία παρόμοια με αυτήν της Hermes;Η γαλλική εταιρεία, η οποία πριν μερικά χρόνια απέκρουσε με αποφασιστικότητα την απόπειρα εξαγοράς της από την LVMH, συνεχίζει αυτόνομα την πορεία της κρατώντας ψηλά την ποιότητα (και τις τιμές) των προϊόντων της δίνοντας μεγάλα κέρδη στους μετόχους της.

Δύσκολο να προβλέψουμε το τι θα γίνει, το πιθανότερο είναι πως ούτε ο ίδιος ο Ruffiniξέρει. Αυτό που μπορούμε να προβλέψουμε είναι πως οι μετοχές της Monclerπιθανότατα θα συνεχίσουν την καλή πορεία τους ό,τι και να αποφασίσει ο Ruffini.