Για το 75% των αγορών της Αττικής, οι πωλήσεις κατά την περίοδο των εκπτώσεων κινήθηκαν σε χαμηλότερα επίπεδα, για το 20% στα ίδια επίπεδα και μόνο για το 5% αυξήθηκαν. Στο μεταξύ από τη συνολική εικόνα της επισκεψιμότητας των καταναλωτών στο λεκανοπέδιο, επιβεβαιώνεται η προτίμηση του κόσμου στους εμπορικούς δρόμους του Κέντρου της Αθήνας, ενώ ενισχύθηκε η τάση μετακίνησης του τζίρου, από τις μικρότερες εμπορικές επιχειρήσεις στις μεγαλύτερες, τους πολυχώρους και τα πολυκαταστήματα.
Αυτό προκύπτει από την τηλεφωνική έρευνα σε 20 τοπικούς εμπορικούς και επαγγελματικούς συλλόγους της περιφέρειας Αττικής, καθώς και σε μικρό δείγμα επιχειρήσεων χονδρικής γενικού εμπορίου που πραγματοποίησε το τμήμα μελετών του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά το τριήμερο, από 28 Φεβρουαρίου έως 2 Μαρτίου 2019 για λογαριασμό του Περιφερειακού Επιμελητηριακού Συμβουλίου Αττικής.
Το σύνολο των πωλήσεων σύμφωνα με την έρευνα, σε Αθήνα, Πειραιά και τις τοπικές αγορές της περιφέρειας Αττικής, κατά την εκπτωτική περίοδο, μεσοσταθμικά κινήθηκε συντριπτικά σε χαμηλότερα επίπεδα (10-20%) και ελάχιστα σε υψηλότερα επίπεδα (+5%) σε σχέση με πέρυσι. ?Το 1/5? των εμπορικών επιχειρήσεων, δηλαδή το 20% που διατήρησε τα ίδια επίπεδα τζίρου δεν είναι ικανοποιητικό και δεν δείχνει μία επαρκή σταθεροποίηση της ιδιωτικής κατανάλωσης στις μεγάλες αγορές της Αττικής.
Συγκεκριμένα, στα ίδια επίπεδα πωλήσεων κινήθηκε η αγορά της Γλυφάδας, Ιλίου, Αγίας Παρασκευής και Περιστερίου. Σε χαμηλότερα επίπεδα κινήθηκε η αγορά της Αθήνας, του Πειραιά, Κηφισιάς, Αμαρουσίου, Γαλατσίου, Κερατσινίου, Νίκαιας, Κορυδαλλού, Μοσχάτου, Παλαιού Φαλήρου, Νέας Σμύρνης, Νέας Ιωνίας, Χαλανδρίου, Πατησίων, Σαλαμίνος και Μεγάρων. Αύξηση του τζίρου δηλώθηκε μόνο στην αγορά της Καλλιθέας.
Από την συνολική εικόνα της επισκεψιμότητας των καταναλωτών στο Λεκανοπέδιο, επιβεβαιώνεται η προτίμηση του κόσμου στους εμπορικούς δρόμους του Κέντρου της Αθήνας. Επίσης κατά την εκπτωτική περίοδο, ενισχύθηκε η τάση μετακίνησης του τζίρου, από τις μικρότερες εμπορικές επιχειρήσεις στις μεγαλύτερες, τους πολυχώρους και τα πολυκαταστήματα, η οποία ξεπέρασε το ποσοστό του 8%, που είναι σχεδόν διπλάσιο του 4,2% που είχε καταγράψει η ΕΛΣΤΑΤ το 2018.
Επιπλέον, οι επιχειρήσεις χονδρικού εμπορίου με έδρα στην Αττική, παρά την αύξηση του τζίρου τους στη διάρκεια του διμήνου, περιγράφουν συνεχείς μεταβολές και αυξομειώσεις από τις διάφορες αμφίρροπες δυνάμεις, ενώ επισημαίνουν ότι η εσωτερική αγορά παρουσιάζει από μήνα σε μήνα το «φαινόμενο του ακορντεόν».
Αναλυτικότερα τα αποτελέσματα έχουν συνοπτικά ως εξής:
- Για το 75% των αγορών της Αττικής, οι πωλήσεις κινήθηκαν σε χαμηλότερα επίπεδα, για το 20% στα ίδια επίπεδα και μόνο για το 5% αυξήθηκαν.
- Ειδικότερα, 15 τοπικοί φορείς απάντησαν ότι η αγορά κινήθηκε σε χαμηλότερα επίπεδα, με τους 11 να εντάσσουν τη μείωση από 10-20%, ενώ για 4 η μείωση ήταν από 21-40% και μόλις ένας φορέας δήλωσε ότι σημειώθηκε αύξηση κατά 5-10%. Οι υπόλοιποι 4 φορείς δήλωσαν ότι ο τζίρος κινήθηκε στα ίδια επίπεδα με πέρυσι.
- Η καλύτερη περίοδος των εκπτώσεων κατά τη γνώμη του εμπορικού κόσμου της λιανικής, σύμφωνα με το 55% ήταν ο Ιανουάριος, ενώ σύμφωνα με το 35% ο Φεβρουάριος και το 10% δεν ξεχώρισε κάποιο δεκαπενθήμερο.
- Όσον αφορά τη πρώτη Κυριακή των εκπτώσεων στις 20 Ιανουαρίου, 12 φορείς, δηλαδή το 60% των αγορών της Αττικής που λειτούργησαν περίμεναν μεγαλύτερη αγοραστική κίνηση, το 25% των επιχειρήσεων δεν άνοιξαν τη Κυριακή, συμπεριλαμβανομένου και του κέντρου της Αθήνας λόγω του συλλαλητηρίου για το Μακεδονικό, ενώ το 15% εκτίμησε ότι η αγορά κινήθηκε στα ίδια επίπεδα με πέρυσι.
- Όσον αφορά στα είδη, που κινήθηκαν περισσότερο, το 50% απάντησε η ένδυση και η υπόδηση, το 15% τα τρόφιμα και τα ποτά, το 15% τα καλλυντικά και φαρμακευτικά, το 15% τα ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά είδη, και το 5% τα είδη δώρων. Τέλος οι περισσότερες επιχειρήσεις διέθεσαν τα προϊόντα τους με έκπτωση άνω του 50%, ώστε να προσελκύσουν το καταναλωτικό κοινό.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ