Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Είναι ιδιαίτερα θετικό και ασυνήθιστο για την Ελλάδα το γεγονός πως στις εκλογές ηττήθηκε το κόμμα που όξυνε τις αντιθέσεις και προέβη σε ένα μπαράζ παροχών και υποσχέσεων. Την ίδια στιγμή επικράτησε το κόμμα που έκανε χρήση του ορθού λόγου, των θετικών μηνυμάτων και της λογικής του αυτονόητου.
Παράλληλα το εύρημα των δημοσκοπήσεων, ότι η οικονομική πορεία της χώρας και το οικονομικό μέλλον των πολιτών και των οικογενειών τους αποτελούν σήμερα το πρώτο και βασικό κριτήριο για την επιλογή της ψήφου τους, είναι ακόμα πιο ενθαρρυντικό. Και αυτό διότι τα θολά οράματα και οι φαραωνικού μεγέθους επιθυμίες των ψηφοφόρων έδωσαν τη θέση τους στη λογική και στον ρασιοναλισμό, ειδικά τώρα που βρισκόμαστε στην τελική ευθεία για τις εθνικές εκλογές.
Μέσα από αυτό το πρίσμα, θεωρούμε πως είναι ιδιαίτερα επίκαιρο και ωφέλιμο να παρουσιάσουμε εν συντομία τη μελέτη των φορολογικών μεταρρυθμίσεων που ετοίμασε το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας «Ελλάδα 2021 - Ατζέντα για την ελευθερία και την ευημερία».
Μια μελέτη που παρουσιάστηκε σε όλα τα πολιτικά κόμματα και σε αρκετούς φορείς. Μια μελέτη η οποία, με ιδιαίτερα εύκολο τρόπο, καταγράφει την πραγματικότητα και προτείνει λύσεις που είναι απολύτως λογικές στη σύλληψη και απλές στην εφαρμογή.
Είναι κοινώς αποδεκτό το γεγονός ότι οι φορολογικοί συντελεστές αυξήθηκαν υπέρμετρα στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της εφαρμογής των προγραμμάτων προσαρμογής. Οι κυβερνήσεις, αρνούμενες να υιοθετήσουν τις βαθιές και αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, προτίμησαν να επιβάλουν αυξημένους συντελεστές, τόσο στην άμεση όσο και στην έμμεση φορολογία. Το αποτέλεσμα ήταν αυτό που προβλέπει η οικονομική θεωρία και έχει αποδείξει η εμπειρία.
Η εισπραξιμότητα των φόρων υποχώρησε αισθητά, όχι μόνο λόγω της συρρίκνωσης της παραγόμενης φορολογητέας ύλης, αλλά και λόγω αντίδρασης των φορολογουμένων εναντίον της άδικης κατανομής των φορολογικών βαρών, ειδικά στον τομέα της ιδιοκτησίας ακινήτων.
Έτσι, η επιβολή υψηλών συντελεστών σε μια περιορισμένη φορολογική βάση οδήγησε σε πολύ χαμηλότερα έσοδα άμεσης φορολογίας από τον αντίστοιχο μέσο όρο της ευρωζώνης. Αντιθέτως, τα έσοδα που προκύπτουν από έμμεσους φόρους που επιβάλλονται σε αγαθά και υπηρεσίες, ξεπέρασαν κατά πολύ τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Πέραν τούτου, η επιβολή του προσωρινού φόρου αλληλεγγύης, που μονιμοποιήθηκε, αποτέλεσε μια επιπλέον φορολογική στρέβλωση.
Η μελέτη που έγινε απέδειξε πως μόλις το 19% των φορολογουμένων δηλώνει εισοδήματα άνω των 15.000 ευρώ και καταβάλλει το 83% του φόρου εισοδήματος, την ίδια στιγμή που το 19% των ιδιοκτητών ακινήτων καταβάλλει το 80% του ΕΝΦΙΑ.
Η μελέτη έδειξε επίσης πως οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές στην άμεση φορολογία, με την επιβάρυνση να φτάνει ακόμη και στο 75% του δηλωθέντος εισοδήματος, συμπεριλαμβανομένων και των -φορολογικής έμπνευσης- ασφαλιστικών εισφορών, οδηγούν νομοτελειακά στην απόκρυψη εισοδημάτων και την απώλεια κρατικών εσόδων.
Δεν νομίζω να διαφωνεί κανείς με τη διαπίστωση πως το φορολογικό σύστημα στην Ελλάδα είναι υπερβολικά περίπλοκο και ευμετάβλητο. Χαρακτηρίζεται από πολλούς συντελεστές, πολλές απαλλαγές και πολλές εξαιρέσεις, παρ' όλη τη μείωσή τους λόγω της εφαρμογής των μνημονιακών δεσμεύσεων. Εκτός από αυτά, στην προσπάθειά του το κράτος να καλύψει νέα ελλείμματα που δημιουργούνται στον προϋπολογισμό, υιοθετεί διαρκώς νέες διατάξεις, μεταβάλλοντας την ισορροπία εις βάρος των συνεπών φορολογουμένων, αντί να εξισορροπήσει το δημοσιονομικό κενό μέσω της περιστολής των κρατικών δαπανών.
Όλα αυτά τα ευρήματα μας οδηγούν στην υιοθέτηση κάποιων απλών λύσεων, που ενώ είναι εξόφθαλμα λογικές, αποτελούν κόκκινο πανί για τους κρατιστές και για τους μανδαρίνους των φορολογικών αρχών. Δεν χρειάζεται κανείς να είναι διδάκτορας των Οικονομικών του London School of Economics ή της Κβαντομηχανικής από το Imperial College, για να κατανοήσει πως ένα φορολογικό σύστημα πρέπει να είναι απλό, διαφανές και σταθερό, έτσι ώστε να διευκολύνει την είσπραξη των φόρων και να απενεργοποιεί την πιθανότητα αυθαιρεσίας. Να είναι φιλικό προς την ανάπτυξη, να μη λειτουργεί ως ανάχωμα στην επιχειρηματικότητα και να μην αποτελεί αντικίνητρο για την εργασία και την απασχόληση.
Αυτό το φορολογικό σύστημα βρίσκει τη θέση του στη λογική, πέρα από ιδεολογικές εμμονές, από πολιτικές αναδιανομής και από ιδεοληπτικές συγκρούσεις. Σκοπός του είναι α) η κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών ενός δημόσιου τομέα που ασφαλώς πρέπει να συρρικνωθεί δραστικά για να είναι βιώσιμος και β) η λειτουργία του με απλό, δίκαιο και αποτελεσματικό τρόπο που θα οδηγεί σε μείωση του διοικητικού και ελεγκτικού κόστους.
Ένα τέτοιο φορολογικό σύστημα δεν υπάρχει ανάγκη να ανακαλυφθεί από την αρχή. Αρκεί να υιοθετήσει και να εφαρμόσει επιτυχημένα μοντέλα από το εξωτερικό. Και όμως, αυτή η απαραίτητη και καταλυτική μεταρρύθμιση αδυνατεί να προχωρήσει, ενώ η κρισιμότητά της και η χρησιμότητά της είναι ολοφάνερες εδώ και χρόνια, από τη στιγμή που το όραμα του λεφτόδεντρου ξεθώριασε.
Τα μέτρα άμεσης εφαρμογής που έχει προτείνει το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών είναι απολύτως ποσοτικοποιημένα και είναι τα ακόλουθα:
1. Κατάργηση του συμπληρωματικού φόρου στον ΕΝΦΙΑ, ο οποίος παρ' όλο που είναι 382 εκατ. ευρώ, λειτουργεί ως μηχανισμός δήμευσης των περιουσιών των πολιτών, πάνω από 200.000 ευρώ. Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΟΒΕ, αυτή η ετήσια απώλεια εσόδων αντισταθμίζεται από τα έσοδα που θα προκύψουν από την αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας και την αύξηση του ΑΕΠ.
2. Η μείωση του ΦΠΑ από το 24% στο 20%, μια που αποδείχθηκε πως η αύξηση που έχει γίνει, δεν έχει προσφέρει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα και φρενάρει την οικονομική δραστηριότητα.
3. Η θέσπιση ενιαίου συντελεστή φόρου εισοδήματος 20% για φυσικά και νομικά πρόσωπα, με κατάργηση του φόρου αλληλεγγύης και σημαντική διεύρυνση της φορολογικής βάσης. Σε ό,τι αφορά τα νομικά πρόσωπα, προτείνεται επίσης η αύξηση των αποσβέσεων στις νέες επενδύσεις παγίων σε ποσοστό μέχρι 200% για μία δεκαετία.
4. Η κατάργηση όλων των φόρων που καταβάλλονται υπέρ τρίτων.
5. Η εξάντληση των φορολογικών ελέγχων στο τρέχον έτος. Δηλαδή, προτείνεται οι έλεγχοι να εξαντλούνται στο τρέχον έτος και μόνο όταν υπάρχει σοβαρό αδίκημα φοροδιαφυγής να γενικεύονται και να καλύπτουν τις προηγούμενες χρήσεις.
Έτσι οι φορολογούμενοι έχουν το κίνητρο να γίνουν και να παραμείνουν νομοταγείς.
Κάποιες από αυτές τις προτάσεις τις είδαμε και σε προεκλογικά προγράμματα. Η Νέα Δημοκρατία έχει προτείνει επίσης τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% σε βάθος διετίας, χωρίς όμως να αναφέρει αν η μείωση αυτή περιλαμβάνει και τον συμπληρωματικό φόρο ή όχι. Επιπλέον, έχει προτείνει τη μείωση του φόρου των μερισμάτων που καταβάλλονται στους μετόχους, από το 10% στο 5%.
Το θετικό είναι πως η έννοια του μικρότερου κράτους και των λιγότερων φόρων αποτελεί πλέον κοινό τόπο, συναντίληψη και κοινό στόχο για όσες πολιτικές δυνάμεις, όσους επιχειρηματικούς φορείς αλλά και όσους πολίτες αντιλαμβάνονται τον τρόπο με τον οποίο κινείται ο κόσμος. Και ευτυχώς που ο αριθμός τους διαρκώς αυξάνεται. Μπορεί οι φίλοι του φιλελευθερισμού και της οικονομικής ελευθερίας να είναι λίγοι στην Ελλάδα. Όμως η παρέμβασή τους είναι δυσανάλογα μεγάλη και οι έννοιες που μέχρι πρότινος θεωρούνταν «ιδεολογικά κολάσιμες», «ηθικά μεμπτές», «ανάλγητες» και απάνθρωπες, γίνονται κοινό κτήμα, κοινή σκέψη και αποτελούν τις συνισταμένες πάνω στις οποίες σχεδιάζεται η επόμενη ημέρα της χώρας μας.
Αναδημοσίευση από Φιλελεύθερο Παρασκευής 31 Μαΐου