Στην Ελλάδα, ορισμένες φορές, εθελοτυφλούμε ή καλύτερα θα σημείωνα δημιουργούμε ένα ψευδοπεριβάλλον. Το πρόβλημα έγκειται στο ότι εμείς ενεργούμε με βάση τη στρεβλή άποψη που έχουμε για τη πραγματικότητα, ενώ οι αντιδράσεις τις οποίες δεχόμαστε οφείλονται αποκλειστικά και μόνο στο απολύτως πραγματικό περιβάλλον.
Τη μικρή αυτή εισαγωγή την έκανα αναφερόμενος στις σχέσεις μας με τη Γερμανία και με αφορμή το Ελληνογερμανικό Οικονομικό Συνέδριο, το οποίο πραγματοποιήθηκε χθες στο Βερολίνο. Είχα την τύχη να συμμετάσχω στις εργασίες του και να πιάσω το σφυγμό, όχι μόνο των οικονομικών μας σχέσεων, αλλά και των γεωπολιτικών.
Πιστεύω, λοιπόν, ότι ακόμη και ο πιο κακόπιστος από τους Έλληνες συμμετέχοντες θα κατανόησε, ότι οι θεωρίες οι οποίες διατυπώνονται εγχωρίως από ορισμένες πολιτικές πλευρές για διεκδικήσεις, βέτο και καταγγελτικές συμπεριφορές, δεν έχουν κανένα νόημα εκτός από το να χαϊδεύουν τα αυτιά μιας μικρής μερίδας προσκολλημένων στο παρελθόν πολιτών.
Η Γερμανία, μετά τη σταδιακή στην εποχή Τραμπ απομάκρυνση των ΗΠΑ από την Ευρώπη, αυξάνει ακόμη περισσότερο τη γεωπολιτική της ισχύ ως αποτέλεσμα και της μεγάλης οικονομικής της δύναμης.
Υπάρχουν τομείς, όπως η ενέργεια που ενδιαφέρει ιδιαίτερα τη χώρα μας, στους οποίους ο ρόλος της θα είναι κυρίαρχος. Είτε αφορά στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας είτε στη μετάβαση στην εποχή χωρίς λιγνίτη, είτε στην αξιοποίηση του φυσικού αερίου, τη γεωθερμία και την αιολική ενέργεια, οι μεγάλοι Γερμανοί παίκτες είναι έτοιμοι να επενδύσουν και θέλουμε να επενδύσουν στην Ελλάδα. Στα πλαίσια του συνεδρίου, μάλιστα, υπεγράφη συμφωνία της ΔΕΗ με το γερμανικό κολοσσό RWE για την κατασκευή μεγάλου φωτοβολταϊκού πάρκου στη Δ. Μακεδονία.
Πολλοί ισχυρίζονται ότι διαχρονικά η Γερμανία έχει ισχυρές σχέσεις με την Τουρκία. Συμφωνώ. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι με την Ελλάδα δεν είναι πολύ καλές. Ειδικά την εποχή αυτή που με αφορμή το μεταναστευτικό, αλλά και το γεωπολιτικό επεκτατισμό της Άγκυρας οι Γερμανοί αντιλαμβάνονται καλύτερα τη διακήρυξη μας ότι «Τα ελληνικά σύνορα είναι και σύνορα της Ευρώπης» δεν πρέπει κάποιες πλευρές να μεμψιμοιρούν.
Με τη μεθοδική δουλειά στο προσκήνιο και το παρασκήνιο που κάνει η κυβέρνηση, «στις επενδύσεις και στο μεταναστευτικό θα έχουμε τον Γερμανό που χρειαζόμαστε». Άλλωστε η λογική του win-win κυριαρχεί στις διακρατικές σχέσεις.
Το μήνυμα που εξέπεμψαν οι δύο πρωθυπουργοί, Κυριάκος Μητσοτάκης και Άγκελα Μέρκελ, από το βήμα του συνεδρίου ήταν σαφές και αφορούσε στη στενή συνεργασία στον οικονομικό τομέα, αλλά κυρίως τη στήριξη στο μεταναστευτικό με συγκεκριμένες δράσεις. Η αρχή θα γίνει άμεσα με τη κατανομή των ασυνόδευτων παιδιών σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το ίδιο μήνυμα προέκυψε και μέσα από τις εισηγήσεις των κυβερνητικών στελεχών και των επιχειρηματιών και από τις δύο πλευρές.