Του Χρήστου Μέγα
Στo ένα τέταρτο έχουν μειωθεί οι νέες συνταξιοδοτήσεις από το Δημόσιο, στο 50% έχουν περιοριστεί οι «έξοδοι» από το πρώην ΙΚΑ, κυρίως λόγω της αύξησης των ορίων ηλικίας το καλοκαίρι του 2015.
Με αποτέλεσμα σήμερα να συνταξιοδοτούνται 70.000 λιγότεροι πολίτες παρά την (αναμενόμενη και φυσιολογική) αύξηση του προσδόκιμου ζωής. Έτσι, το ασφαλιστικό σύστημα έχει κάνει «οικονομίες» της τάξης των 50 εκατ. τον μήνα και 600 εκατ. σε ετήσια βάση. Αν σε αυτά προστεθούν και τα περίπου 600 εκατ. από τη συρρίκνωση του ΕΚΑΣ, το συνολικό όφελος (μη εκταμίευση) ανέρχεται στο 1,2 δισ. ευρώ. (Ποσό που θα αυξηθεί στο 1,4 δισ. με την πλήρη κατάργηση του ΕΚΑΣ το 2019).
Όμως, «όφελος» για το Δημόσιο προκύπτει και από την αύξηση των (παρα)κρατήσεων υπέρ ΕΟΠΥΥ (από 4% σε 6% στις κύριες συντάξεις και από 0% σε 6% στις επικουρικές) και την αναπροσαρμογή από 6% σε 7% των εισφορών υπέρ του επικουρικού. Αυξήσεις που τέθηκαν σε ισχύ από τον Αύγουστο του 2016. Άρα, επί ΣΥΡΙΖΑ ήδη έγιναν σημαντικές περικοπές στους συνταξιούχους, παράλληλα με την αύξηση των ηλικιακών ορίων και την αποκοπή της προσωπικής από τον νέο χρόνο.
Με βάση τα αναλυτικά στοιχεία του συστήματος «Ήλιος» του υπουργείου Εργασίας, τον περασμένο Δεκέμβριο κατέθεσαν αίτηση συνταξιοδότησης 3.210 άτομα που εργαζόταν στον ιδιωτικό τομέα (πρώην ΙΚΑ) έναντι 6.162 τρία χρόνια πριν (Δεκέμβριος 2014). Και από το Δημόσιο, οι αιτήσεις περιορίστηκαν στις 693, όταν τον αντίστοιχο μήνα του 2014 εισέρρευσαν 2.557 αιτήσεις. Κατά συνέπεια αυτή η τάση, απόρροια της δραστικής αύξησης των ηλικιακών ορίων για συνταξιοδότηση, αποτυπώνεται τόσο στον αριθμό των συνταξιούχων όσο και στη δαπάνη του Δημοσίου και των ασφαλιστικών ταμείων.
Ωστόσο, αυτή η καθυστέρηση στην «έξοδο» προς τη σύνταξη (μεγαλύτερες ηλικίες, περισσότερα έτη ασφάλισης) δεν συνοδεύεται από αύξηση των απονεμόμενων συντάξεων. Η μέση σύνταξη από κάθε πηγή (γήρατος, θανάτου, αναπηρίας, κύριες, επικουρικές και μερίσματα) έχει καθηλωθεί πέριξ τα 880 ευρώ μεικτά, όσα και πριν από τρία χρόνια.
Απλώς σήμερα οι συνταξιούχοι λαμβάνουν λιγότερα στην τσέπη τους (σ.σ. ενώ πληρώνουν και περισσότερους άμεσους και έμμεσους φόρους, όπως ΦΠΑ) για δύο αιτίες: α) την αύξηση των κρατήσεων Υγείας και β) τη συρρίκνωση του ΕΚΑΣ από τα 230 ευρώ πριν από τρία χρόνια ήδη στα 35 ευρώ από τις αρχές του χρόνου και με προοπτική κατάργησής του το 2019. Συν το γεγονός ότι αυτό το πενιχρό βοήθημα δεν το λαμβάνουν πλέον όσοι συνταξιοδοτούνται μετά το 2015. (Να σημειωθεί ότι η δαπάνη για το ΕΚΑΣ δεν συμπεριλαμβάνεται στις προαναφερθείσες δαπάνες, οι οποίες αφορούν μόνο παροχές του ασφαλιστικού συστήματος και όχι τις μεταβιβάσεις από τον προϋπολογισμό, όπως είναι το επίδομα χαμηλοσυνταξιούχων-ΕΚΑΣ).
Με βάση την πιο πρόσφατη έκθεση, τον τελευταίο μήνα του 2017 πληρώθηκαν συνολικά 4.496.290 συντάξεις, από τις οποίες οι 2.851.060 ήταν κύριες, οι 1.237.924 επικουρικές και 407.306 μερίσματα. Οι δικαιούχοι συνολικά ήταν 2.586.480 (καθώς ορισμένοι λαμβάνουν διπλή και τριπλή κύρια σύνταξη).
Η μηνιαία δαπάνη που κατέβαλαν τα ταμεία ανήλθε σε 2.311.605.665,79 ευρώ και περιλαμβάνει τις κρατήσεις φόρου, τις κρατήσεις υπέρ Υγείας και ΑΚΑΓΕ, ενώ δεν περιλαμβάνει την παροχή ΕΚΑΣ.
*Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος», αρ. φύλλου 56, την Παρασκευή 9 Φεβρουαρίου.