Τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας για ύφεση 0,9% στο πρώτο τρίμηνο του έτους μπορεί να χαροποιούν το οικονομικό επιτελείο, ωστόσο οι εξελίξεις του δευτέρου και τρίτου τριμήνου του έτους είναι οι καθοριστικές και θα δείξουν το βάθος της ύφεσης. Τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν ικανοποιούν την κυβέρνηση δεδομένου ότι στις χώρες της Ευρωζώνης τα πράγματα είναι χειρότερα με τον μέσο όρο να διαμορφώνεται στο -3,2%.
Σε κάθε περίπτωση όμως η μικρή ύφεση της οικονομίας κατά το πρώτο δεν πρέπει να οδηγήσει σε πανηγυρισμούς καθώς το -0,9% διαμορφώθηκε επί της ουσίας μόλις σε 15 ημέρες. Δηλαδή, στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου όπου σχεδόν το σύνολο της οικονομίας μπήκε σε καραντίνα. Ένα επίσης θετικό στοιχείο είναι ότι τον Απρίλιο τα έσοδα του προϋπολογισμού δεν κατέρρευσαν. Αυτό όμως οφείλεται στις εκπτώσεις φόρων, οι οποίες έληξαν.
Τα στοιχεία του Μαΐου δυστυχώς θα είναι χειρότερα και όπως αναφέρουν κύκλοι του υπουργείου η μείωση θα είναι μεγαλύτερη από τον Απρίλιο (συρρικνώθηκαν κατά 17%) αλλά εντός των εκτιμήσεων που έχουν γίνει και που προβλέπουν πτώση 40%. Ουσιαστικά αυτό που αφήνουν να εννοηθούν είναι ότι η μείωση θα είναι λίγο κάτω από 40%. Η κατάσταση αυτή αναμένεται να συνεχισθεί και τους επόμενους μήνες και κυρίως του μήνες όπου συνήθως αυξάνονται έσοδα του ΦΠΑ από τον τουρισμό.
Στο υπουργείο Οικονομικών δεν μπορούν να προβούν σε καμία εκτίμηση για το ύψος των χρημάτων που θα έρθουν φέτος από τον τουρισμό. Το μόνο σίγουρο είναι ότι τα 19 δισ. ευρώ που είχαν εισρεύσει πέρυσι στον κρατικό κορβανά δεν θα έρθουν φέτος.
Υπενθυμίζεται ότι στο Πρόγραμμα Σταθερότητας που εστάλη στις Βρυξέλλες προβλέπεται με βάση το καλό σενάριο ότι το ΑΕΠ θα παρουσιάσει πτώση μόλις 4,7%, ενώ στην περίπτωση επιβεβαίωσης του δυσμενούς σεναρίου η ελληνική οικονομία θα αντιμετωπίσει 7,9% ύφεση το 2020.
Οι επόμενοι μήνες, μέχρι τον Σεπτέμβριο, θεωρούνται, σύμφωνα με αξιωματούχο του υπουργείου Οικονομικών «κομβικοί» για την χώρα. Τουρισμός και εστίαση είναι οι μόνοι κλάδοι που μπορούν να αλλάξουν τον χάρτη στην οικονομία και να κάνουν την διαφορά στο ΑΕΠ.
Στο οικονομικό επιτελείο εκτιμούν ότι τα 14,5 δισ. μέτρα που υπάρχουν διαθέσιμα μπορούν να βοηθήσουν και να στηρίξουν την επανεκκίνηση της οικονομίας. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλες απόψεις που θεωρούν ότι τα διαθέσιμα δεν επαρκούν υποστηρίζοντας ότι θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν όλοι τα εργαλεία ακόμα και αυτά του ESM.
Σε άρθρο του, ο οικονομικός διευθυντής του ESM Κ. Τζάνσε αναφέρει ότι για τις χώρες που θα λάβουν υποστήριξη για την κρίση της πανδημίας κρίσης, η νέα πιστωτική γραμμή κάνει μεγάλη διαφορά. «Δεν θα χρειασθεί να επωμιστούν το κόστος χρηματοδότησης για προηγούμενες εκδόσεις. Θα είναι σε θέση να επωφεληθούν από εξαιρετικά χαμηλά, ακόμη και αρνητικά επιτόκια σήμερα. Θα περάσουμε στα κράτη το χαμηλό κόστος χρηματοδότησης του ESM, που βαθμολογείται με AAA/Aa1. Για 7ετή ομόλογα πληρώνουμε περίπου -0,21% στην αγορά και για 10ετή ομόλογα -0,05%», αναφέρει χαραξτηριστικά το υψηλόβαθμο στέλεχος του ESM.
Ωστόσο από την πλευρά του οικονομικού επιτελείου κρατούν στάση αναμονής. Μπορεί το χρήμα να είναι φθηνό, αλλά προς το παρόν περιμένουν από άλλες χώρες να κάνουν το πρώτο βήμα συμπληρώνοντας τη σχετική αίτηση για την εκταμίευση των χρημάτων. Σημειώνεται ότι κάθε χώρα-μέλος θα πρέπει μέσω της αίτησης να περιγράφει και το που θα κατευθυνθούν αναλυτικά τα κονδύλια.
Από το υπουργείο Οικονομικών βλέπουν τα χρήματα του ESM ως "ένα ακόμη διαθέσιμο όπλο στη φαρέτρα, ώστε, εάν υπάρξει ανάγκη, να αξιολογηθεί την κατάλληλη στιγμή".