Του Γιώργου Φιντικάκη
Το χαμηλότερο επιτόκιο που έχει πετύχει ελληνική βιομηχανία στην εγχώρια αγορά εταιρικών ομολόγων, θεωρείται από ανθρώπους της αγοράς το 3,1% της Μυτιληναίος.
Το μομέντουμ φυσικά που επελέγη δεν ήταν τυχαίο, αφού σχετίζεται τόσο με τον μετασχηματισμό του ομίλου σε μια επιχειρηματική οντότητα, μακριά από αλληλοκαλύψεις, όσο και με την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας. Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που στελέχη της αγοράς εκτιμούν ότι σε μια στιγμή που κατά μέσον όρο η ελληνική βιομηχανία συνεχίζει να δανείζεται στα επίπεδα 4%, η ανταπόκριση που συνάντησε το ομόλογο της Μυτιληναίος αναμένεται να ανοίξει την όρεξη και σε άλλες εξωστρεφείς ελληνικές επιχειρήσεις προκειμένου να εκμεταλλευθούν τις δυνατότητες της εγχώριας αγοράς εταιρικών ομολόγων.
Το αν η συνέχεια θα είναι ανάλογη των προσδοκιών μένει φυσικά να φανεί, τα πράγματα ωστόσο δείχνουν ότι σε αντίθεση με το 2014, όπου οι μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεις έβγαιναν στο εξωτερικό για να αναζητήσουν δανεισμό, τώρα τον αναζητούν και στην Ελλάδα.
Στην περίπτωση της Μυτιληναίος, το ομολογιακό στρώνει το έδαφος στην εταιρεία για να μειώσει τα χρηματοοικονομικά της κόστη αφού εκεί θα κατευθυνθεί σχεδόν το σύνολο από τα 300 εκατ. ευρώ που άντλησε, και άρα στην πράξη τα κεφάλαια θα επιστρέψουν πίσω στις τράπεζες.
Και αυτό καθώς τα 240 εκατ. ευρώ (το 80%) θα διατεθούν για αναχρηματοδότηση του υφιστάμενου τραπεζικού δανεισμού του ομίλου, τα 30 εκατ. ευρώ (το 10%) για κάλυψη χρηματοδοτικών αναγκών σε κεφάλαιο κίνησης, και άλλα 30 εκατ. ευρώ (10%) για αναχρηματοδότηση βραχυπρόθεσμου τραπεζικού δανεισμού της εκδότριας ή και των θυγατρικών.
Επίσης ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι, όπως λένε πηγές της αγοράς, οι περίπου 10.500 εντολές που δόθηκαν από ιδιώτες (retail), αφορούσαν και σε χρήματα εκτός του τραπεζικού συστήματος. Ακριβώς επειδή η ονομαστική αξία της κάθε ομολογίας ήταν στα 1.000 ευρώ, ακόμη και μικροί επενδυτές είδαν στο ομόλογο την ευκαιρία να χρησιμοποιήσουν για να αγοράσουν ομολογίες και χρήματα που είχαν πιθανώς στο "σεντούκι", δηλαδή εκτός χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Από εκεί και πέρα, σε επίπεδο θεσμικών χαρτοφυλακίων, οι εντολές κυμάνθηκαν γύρω στις 90, φτάνοντας το συνολικό ύψος των 330 εκατ. ευρώ. Χαρακτηριστικό της ζήτησης ήταν και το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Αναπτυξιακή Τράπεζα που είχε δηλώσει συμμετοχή στο ομόλογο με 50 εκατ. ευρώ, τελικά άντλησε γύρω στα 30 εκατ. ευρώ, με βάση τη ζήτηση, έτσι όπως αυτή διαμορφώθηκε.
Το βέβαιο είναι ότι εφόσον ακολουθήσουν κι άλλες πετυχημένες εκδόσεις, η νεοσύστατη αγορά ομολόγων θα μπορούσε να αποτελέσει ένα εργαλείο αναθέρμανσης της οικονομίας, άντλησης ρευστού για δυναμικές επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως μεγέθους, ξεκλειδώνοντας ταυτόχρονα μια νέα πηγή για τις τράπεζες.
Ο χορός των ομολογιακών εκδόσεων σε αυτή τη νέα για τα ελληνικά δεδομένα, αγορά, άνοιξε πριν από ένα ακριβώς χρόνο, με την εταιρεία πληροφορικής MLS που είχε μαζέψει 5 εκατ. ευρώ με επιτόκιο 5,3%. Ακολούθησαν πετυχημένες εκδόσεις της Fourlis για λογαριασμό της θυγατρικής της House Market (40 εκατ. ευρώ με επιτόκιο 5%), για να πάρει σειρά τον περασμένο Μάρτιο ο ΟΠΑΠ (200 εκατ. ευρώ με επιτόκιο 3,5%), προ μερικών εβδομάδων η Sunlight του ομίλου Γερμανός (50 εκατ. ευρώ με επιτόκιο 4,25%), και τώρα η Μυτιληναίος.
Το συγκεκριμένο προϊόν, δηλαδή οι εταιρικές εκδόσεις ομολόγων στην εγχώρια αγορά, μπορεί να προσελκύσουν εκείνη την κατηγορία των επενδυτών χαμηλότερου ρίσκου που εστιάζει σε συγκεκριμένες αποδόσεις, ενώ παράλληλα εξυπηρετεί και τις εταιρείες που θέλουν να δανειστούν.
Δίνει τη δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν χρήματα που βρίσκονται εκτός τραπεζικού συστήματος (π.χ. θυρίδες) καθώς και τραπεζικές καταθέσεις χωρίς τους περιορισμούς των capital controls.
Τούτο φυσικά δεν σημαίνει ότι είναι ίδια όλα τα εταιρικά ομόλογα. Επειδή μιλάμε για ένα καινούριο, για την Ελλάδα, προϊόν, θα πρέπει και οι επενδυτές να ενημερώνονται πλήρως και σωστά για τα οφέλη και τους πιθανούς κινδύνους της συγκεκριμένης αγοράς. Επίσης, όπως επισημαίνουν στελέχη της αγοράς, δεν αποκλείεται ένα ποσοστό των επενδυτών που θα τοποθετηθούν σε εταιρικά ομόλογα να είναι ήδη χρηματιστηριακοί επενδυτές, οπότε και υπάρχει το ενδεχόμενο να κατευθυνθεί σε αυτά ένα τμήμα των κεφαλαίων που θα τοποθετούνταν στο ΧΑ.