Αναβαθμίζεται η συνεργασία της χώρας με τις ΗΠΑ. Η υπογραφή της διμερούς συνεργασίας για την έρευνα και την τεχνολογία μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας από τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο χθες, παρουσιάζει εύγλωττα την πρόθεση του αμερικανικού παράγοντα, να αυξήσει την επιρροή του στην χώρα μας και την συνεργασία του με την Ελλάδα σε διάφορα επίπεδα. Η διαμονή δε του επικεφαλής της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στην οικία του Ελληνα Πρωθυπουργού, υπογραμμίζει αυτή την προσπάθεια αναβάθμισης των σχέσεων των δύο χωρών.
Η συμφωνία διμερούς συνεργασίας για την έρευνα και την ανάπτυξη, ήταν ανενεργή από το 1980. Ωστόσο η ενεργοποίησή της καταστρώθηκε από το Φθινόπωρο του 2019 μεταξύ του Έλληνα υφυπουργού Ανάπτυξης Χρήστου Δήμα και του, ελληνικής καταγωγής, υφυπουργού Άμυνας των ΗΠΑ Μάικλ Κράτσιου. Αρχικά η υπογραφή της ανανεωμένης συμφωνίας συνεργασίας είχε προγραμματιστεί να γίνει μέσα στην περασμένη Άνοιξη, αλλά η πανδημία δεν το επέτρεψε.
Έτσι φτάσαμε στο χθες, κι ενώ η συμφωνία ήταν να υπογραφεί σε επίπεδο υφυπουργών, τελικά ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, επέμενε να υπογραφεί σε υπουργικό επίπεδο. Για το λόγο αυτό επιστρατεύθηκε ο αρμόδιος υπουργός Ανάπτυξης & Επενδύσεων, Άδωνις Γεωργιάδης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι πριν την υπογραφή της συμφωνίας, μόλις λίγες ημέρες πριν είχε εγκαινιασθεί στη Θεσσαλονίκη η λειτουργία του Διεθνούς Κέντρου Ψηφιακού Μετασχηματισμού και Ψηφιακών Δεξιοτήτων της αμερικανικής Cisco. Πιο πριν, αρχές Σεπτεμβρίου είχαν γίνει τα εγκαίνια στο Ψηφιακό και Τεχνολογικό Κέντρο Καινοτομίας της Pfizer που βρίσκεται επίσης στη Θεσσαλονίκη. Μάλιστα ο επικεφαλής της Pfizer, ελληνικής καταγωγής Αλμπέρ Μπουρλά, είχε συναντιηθεί στο τέλος Αυγούστου με τον Πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη.
Σημειώνεται ότι στην Αθήνα θα λειτουργήσει σύντομα το Ευρωπαϊκό Κέντρο Εξειδίκευσης για τον Τραπεζικό Τομέα, το οποίο και θα εξειδικεύεται στις λύσεις Finance Digital Banking που σήμερα προσφέρονται για τον ψηφιακό μετασχηματισμό των τραπεζών. Επίσης σύντομα αναμένεται να λειτουργήσει στη χώρα μας ένα κέντρο ανάπτυξης RPA (Robotic Process Automation) από την Microsoft. Τέλος, αναφέρουμε ότι από το 2018 λειτουργεί στη χώρα μας το «Deloitte Alexander Competence Center», ένα κέντρο λογισμικού και ανάλυσης δεδομένων που λειτουργεί για το δίκτυο της Deloitte στην Ευρώπη.
Επομένως, μέσα στα τελευταία δύο χρόνια έγιναν σημαντικά βήματα επενδύσεων αμερικανικών επιχειρήσεων στη χώρα μας. Οι προαναφερθείσες επιχειρήσεις εκτιμάται ότι σήμερα απασχολούν πάνω από 500 μηχανικούς και επιστήμονες και όταν φτάσουν σε πλήρη ανάπτυξη, θα ξεπεράσουν τους 1.500. Είναι ίσως η πρώτη φορά, μετά τον εμφύλιο πόλεμο, που οι αμερικανικές εταιρείες επενδύουν τόσο συστηματικά στη χώρα μας.
Kαι αυτό δεν συμβαίνει μόνον στην τεχνολογία. Συστηματικά αμερικανικές επιχειρήσεις προσπαθούν τα τελευταία χρόνια να επενδύσουν στην τουριστική βιομηχανία της χώρας (Blackstone, Wyndham, Mohegan Gaming & Entertainment κ.ά.), αλλά και στον τομέα της ενέργειας (GasLog, Exxon Mobil). Επίσης προσπάθειες καταβάλλονται για την επέκταση σε υποδομές (λιμάνια) και παραγωγικές εγκαταστάσεις (ναυπηγεία, λιμάνια) μέσω επενδύσεων από εταιρείες αμερικανικών συμφερόντων Βlack Summit, SSA Marine, αλλά και ελληνικών συμφερόντων επιχειρήσεις όπως η Onex.
Επισήμως, στόχος όλων αυτών των επενδύσεων αμερικανικών επιχειρήσεων τεχνολογίας αποτελεί το καλό ανθρώπινο δυναμικό. Σίγουρα αυτό ισχύει ως ένα βαθμό.
Ο σημαντικότερος λόγος είναι ότι η αμερικανική εξωτερική πολιτική συνειδητοποιεί ότι επι δεκαετίες είχε αφήσει τη χώρα «βορά» σε αλλότρια συμφέροντα, και κυρίως σε συμφέροντα κινεζικής προέλευσης. Το κενό που άφησαν για παράδειγμα στις τηλεπικοινωνίες, οι παραδοσιακοί ευρωπαίοι κατασκευαστές εξοπλισμού (Siemens, Nokia, Ericsson), τόσο στη χώρα μας, αλλά και σε άλλες χώρες της Ευρώπης, κάλυψαν κυρίως οι κινέζοι κατασκευαστές όπως η Huawei και η ΖΤΕ.
Η διείσδυση μάλιστα του κινεζικού παράγοντα είναι τέτοια που φαίνεται να έχει ενοχλήσει πολύ τον αμερικανικό. Πρόσφατα ο Αμερικανός πρέσβης Τζέφρεϊ Πάϊατ, σε άρθρο του στη «Καθημερινή» έκανε λόγο για τον «καθαρό διάδρομο στο 5G» (5G clean path) και το «καθαρό δίκτυο» (clean network), αναφερόμενος στα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας 5ης γενιάς. Με τους όρους αυτούς ο αμερικανός διπλωμάτης αναφέρονταν στην επιρροή των κινέζων στα δίκτυα επικοινωνιών. Δεν δίστασε μάλιστα να αναφέρει ότι «η Huawei και η ZTE, μαζί με άλλες κινεζικές εταιρείες, υποχρεούνται από την κινεζική νομοθεσία να συνεργαστούν με τις υπηρεσίες πληροφοριών και ασφάλειας του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος, χωρίς ερωτήσεις, και να διατηρήσουν αυτή τη συνεργασία μυστική».
Αντίστοιχες ήταν οι δηλώσεις του Μάικ Πομπέο στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ). Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών έκανε λόγο «για χρηματοδοτούμενες από το κράτος επιχειρήσεις (σ.σ. εννοεί τις Κινεζικές) που έρχονται λεηλατούν και καταστρέφουν την (σ.σ. ελληνική) οικονομία σας». Αντίθετα οι αμερικανικές εταιρείες λειτουργούν με περισσότερο επιχειρηματικά κριτήρια.
Το θέμα των δικτύων κινητής τηλεφωνίας 5ης γενιάς φαίνεται ότι θα θέσει σήμερα και ο υφυπουργός Μάικλ Κράτσιος στον υπουργό Ψηφιακής Διακυβέρνησης Κυριάκο Πιερρακάκη, με το οποίο θα συναντηθεί σήμερα. Η αμερικανική εξωτερική πολιτική φαίνεται ότι θέλει και προς την κατεύθυνση αυτή εργάζεται συστηματικά, να σταματήσει την επιρροή του κινεζικού παράγοντα στη χώρα μας. Και αυτό δεν ισχύει μόνον στον τομέα της τεχνολογίας και των τηλεπικοινωνιών.
Πάντως η έντονη κινητικότητα που παρουσιάζει η αμερικανική διπλωματία στη χώρα μας, δεν σχετίζεται μόνον με την αυξανόμενη επιρροή του κινεζικού παράγοντα στη χώρα μας. Σχετίζεται και με το γεγονός ότι η Ελλάδα, παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε π.χ. ύφεση, τουρκική προκλητικότητα κ.λπ., παρέμεινε σταθερά δεμένη στο «άρμα» της Δύσης. Αυτό συνέβη ακόμη και στις δύσκολες ημέρες της διακυβέρνησης της χώρας από την ιδεολογικά αντιαμερικανική Αριστερά (ΣΥΡΙΖΑ).
Αντίθετα ο παραδοσιακός σύμμαχος των ΗΠΑ, η Τουρκία, δεν δίστασε να έρθει σε αμυντική συμφωνία με τον αιώνιο εχθρό Ρωσία (S-400). Επιπλέον τα τελευταία χρόνια η τουρκική ηγεσία «αλληθωρίζει» προς ένα ανελεύθερο και με ισλαμικές ρίζες καθεστώς. Πιθανώς η σταγόνα που «ξεχείλισε το ποτήρι» της αμερικανικής διπλωματίας, να ήταν η συνάντηση υψηλού επιπέδου της τουρκικής ηγεσίας (Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν), με εκπροσώπους της Χαμάς, μιας οργάνωσης που το Αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών έχει χαρακτηρίσει ως τρομοκρατική.
Τα παραπάνω συνηγορούν σε μια στενότερη σχέση Ελλάδας-ΗΠΑ, τόσο στον τομέα των εξοπλισμών, κοινής άμυνας (Σούδα), της ενέργειας και των υποδομών της χώρας. Και γιατί όχι και στον τομέα έρευνας & ανάπτυξης, στον οποίο ο χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες δεν είχε πολύ υψηλές επιδόσεις. Ωστόσο, με λίγη βοήθεια από φίλους, μπορεί η χώρα να πετύχει αρκετά. Ιδωμεν…