Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Επιβεβαιώνοντας την… κακή του φήμη, ο Οκτώβριος ήταν ένας «μαύρος» μήνας για τα μεγαλύτερα χρηματιστήρια του πλανήτη και ο χειρότερος από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Από το Χονγκ Κονγκ και τη Σαγκάη μέχρι τη Νέα Υόρκη οι αγορές χτυπήθηκαν από ένα τσουνάμι ανησυχιών για την ανάπτυξη, τον εμπορικό πόλεμο και την αύξηση των επιτοκίων.
Αναλυτές από όλο τον κόσμο συμμετέχουν σε ένα ατελείωτο debate για το κατά πόσο η «κατρακύλα» είναι απλώς μία διόρθωση και αποτελεί αγοραστική ευκαιρία ή είναι το καμπανάκι που προειδοποιεί για την επόμενη μεγάλη κρίση. Μόνο στη Wall Street χάθηκαν πάνω από 2 τρισ. δολάρια, με τους βασικούς δείκτες να «γκρεμίζονται» από τα ιστορικά τους υψηλά, ενώ παγκοσμίως εκτιμάται ότι «εξαϋλώθηκαν» περί τα 8 τρισ. δολάρια. Και όλα αυτά σε ένα μήνα που ο Dow Jones κατέγραψε ιστορικό υψηλό.
Σαν να μην έφταναν αυτά, οι προβλέψεις για την παγκόσμια οικονομία δεν είναι οι πλέον ευοίωνες με το ΔΝΤ να αναγκάζεται μέσα στον Οκτώβριο να… πάρει πίσω τις αισιόδοξες εκτιμήσεις της περασμένης άνοιξης και να υποβαθμίσει το outlook για πρώτη φορά σε διάστημα δύο ετών και σχεδόν όλους τους επενδυτικούς οίκους να βλέπουν επιβράδυνση της αμερικανικής και κινεζικής οικονομίας, ενώ πολλοί κάνουν λόγο για ύφεση στις ΗΠΑ το 2020.
Αυτός είναι ίσως ο μεγαλύτερος παράγοντας ανησυχίας, αφού μέχρι να φτάσουμε στο σημείο που θα επιβεβαιωθούν ή θα διαψευστούν οι προβλέψεις είναι πολύ πιθανό η μεταβλητότητα να είναι ο απόλυτος κυρίαρχος. Έτσι, οι αγορές αποκτούν όλο και περισσότερες ομοιότητες με περιόδους λίγο πριν το ξέσπασμα κρίσεων, με τις ΗΠΑ και την Κίνα να πρωταγωνιστούν, τις αναδυόμενες αγορές να… σιγοντάρουν, το Brexit και την Ιταλία να ενισχύουν την αβεβαιότητα και την δυσοσμία της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής να επιβαρύνει επικίνδυνα το κλίμα.
Η Goldman Sachs θεωρεί το μίνι-κραχ του Οκτωβρίου υπερβολικό και αναμένει ανοδική αντίδραση, με την Morgan Stanley να «απαντά» προειδοποιώντας ότι ξεκινά η «εποχή των αρκούδων», ενώ η Bank of America Merrill Lynch επισημαίνει ότι το 63% των αγορών βρίσκεται ήδη σε «bear market».
Οι επόμενοι δύο μήνες εκτιμάται ότι θα κρίνουν τη συνέχεια καθώς στατιστικά οι αγορές κατά μέσο όρο χρειάζονται γύρω στις 74 ημέρες για να επιστρέψουν σε νέα υψηλά μετά από τόσο απότομη πτώση. Αυτό συμβαίνει διότι τόσο απότομες διορθώσεις προκαλούν φόβο στις τάξεις των επενδυτών οι οποίοι σήμερα, μετά από μία δεκαετία ανόδου, προσπαθούν να εντοπίσουν το σημείο καμπής. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων οι μικροεπενδυτές «εξαϋλώνονται» και στη συνέχεια καταγράφονται ισχυρές ανοδικά αντιδράσεις.
Η ελεύθερη πτώση σε αριθμούς
Στα χρηματιστηριακά ταμπλό θα μπορούσε να πει κάποιος ότι τα είδαμε πραγματικά όλα μέσα σε ένα μήνα. Έχουμε και λέμε:
-Οι παγκόσμιες αγορές σημείωσαν το μεγαλύτερο πτωτικό σερί σε διάστημα πέντε ετών, με τον δείκτη MSCI all-country world index να πέφτει θύμα του δεύτερου μεγαλύτερου sell-off του έτους. Επιπλέον, ο δείκτης MSCI World έχει καταγράψει απώλειες 15% από το υψηλό του περασμένου Ιανουαρίου.
-Οι απώλειες της τάξης του 7% τον Οκτώβριο ήταν για τον αμερικανικό δείκτη S&P 500 η χειρότερη επίδοση από το 2011, ενώ ο ίδιος μήνας ήταν ο χειρότερος για τον δείκτη Nasdaq από το 2008 με απώλειες 9%. Λίγο καλύτερα τα πήγε ο Dow Jones που έχασε 6% στη χειρότερη μηνιαία επίδοση από τον Ιανουάριο του 2016.
-Από το ιστορικό υψηλό που σημείωσε τον Σεπτέμβριο, ο S&P 500 έχει υποχωρήσει σε ποσοστό 9,9% σε μόλις 27 συνεδριάσεις, καταγράφοντας την τέταρτη ταχύτερη «κατρακύλα» από ιστορικό υψηλό σε διάστημα 38 ετών. Επίσης από το ιστορικό του υψηλό, ο Dow Jones έχει διολισθήσει κατά 7,6%.
-Ο δείκτης Hang Seng στο Χονγκ Κονγκ υποχώρησε 10% και ο κινεζικός Shanghai Composite 8%, όσο και ο ιταλικός MIB.
Εκτός όμως από τα χρηματιστήρια, ο Οκτώβριος δείχνει ότι και οι ατμομηχανές της παγκόσμιας οικονομίας χάνουν σε ισχύ, με την Κίνα να εμφανίζει σημάδια που προβληματίζουν και τους πιο αισιόδοξους. Μέσα στον Οκτώβριο ο οίκος αξιολόγησης S&P χαρακτήρισε την Κίνα ένα παγόβουνο με τεράστιους πιστωτικούς κινδύνους καθώς εκτιμάται ότι «κρύβει» χρέος ύψους 5,8 τρισ. δολαρίων στα χρηματοδοτικά οχήματα των τοπικών κυβερνήσεων.
Την ίδια ώρα, σαν να μην συμβαίνει τίποτα, η ανεργία στις ΗΠΑ βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο από το 1969, με αποτέλεσμα οι καταναλωτικές δαπάνες να βρίσκονται σε υψηλό τεσσάρων ετών, παρά τις προβλέψεις για επιβράδυνση της οικονομίας. Αποτέλεσμα είναι ο Τραμπ να τρίβει τα χέρια του από ικανοποίηση και να συνεχίζει απερίσπαστος τον εμπορικό πόλεμο. Ο μόνος τρόπους για να κάνει πίσω ο Αμερικανός πρόεδρος είναι το αποτέλεσμα των ενδιάμεσων εκλογών.