Τη σύνδεση της αποπληρωμής των τόκων με την πορεία της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, προτείνει με άρθρο του στο περιοδικό "Der Spiegel" ο επικεφαλής του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Eρευνών (DIW) του Βερολίνου Μάρτσελ Φράτσερ.
Ο θεωρούμενος και άτυπος σύμβούλος της Γερμανίδας καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ επισημαίνει επίσης ότι «η Ευρώπη δεν φαίνεται να έμαθε ακόμα τίποτα από την ελληνική κρίση και επαναλαμβάνει τα παλιά λάθη. Αυτό αποδεικνύεται τόσο με τα «προληπτικά μέτρα» που απαιτούν οι δανειστές, όσο και στο θέμα «της ελάφρυνσης του χρέους». Κατά τον διακεκριμένο Γερμανό οικονομολόγο «η επιβολή ενός αυτόματου μηχανισμού περικοπής δαπανών και επιβολής νέων φόρων στην Ελλάδα στην περίπτωση που δεν επιτυγχάνονται οι δημοσιονομικοί στόχοι είναι παράλογος και αντιπαραγωγικός" για τρεις λόγους: Πρώτον, διότι «όλες οι προγνώσεις ήταν λανθασμένες, δεύτερον διότι «τα προληπτικά μέτρα οξύνουν την κρίση» και τρίτον διότι «η ελληνική κυβέρνηση δεν υποκύπτει».
Όπως γράφει συγκεκριμένα ο επικεφαλής του Iνστιτούτου DIW:
«Η ιδέα των προληπτικών μέτρων βασίζεται στην αυταπάτη ότι οι δανειστές μπορούν να σχεδιάσουν και να επιτύχουν δημοσιονομικούς στόχους για την Ελλάδα. Εδώ και έξι χρόνια όμως κάθε πρόγνωση για την Ελλάδα ήταν λανθασμένη και υποτίμησε πολύ σοβαρά το πραγματικό δημοσιονομικό έλλειμμα…..».
«Το δεύτερο βασικό λάθος είναι τα προληπτικά μέτρα: Θα μπορούσαν να οξύνουν την ελληνική κρίση διότι επιβάλλουν μια προκυκλική δημοσιονομική και διαρθρωτική πολιτική. Αν η ανάπτυξη μειωθεί στην Ελλάδα, λ.χ. λόγω της προσφυγικής κρίσης, της γεωπολιτικής σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή ή άλλα εξωτερικά σοκ θα περικόπτονται αυτομάτως περαιτέρω δαπάνες, οι οποίες θα οδηγούσαν τη χώρα σε βαθύτερη κρίση. Σε όλη την Ευρώπη είχαμε την εμπειρία των ζημιογόνων συνεπειών μιας τέτοιας προκυκλικής πολιτικής στα περασμένα έξι χρόνια και θα πρέπει (η Ευρώπη) να μάθει επιτέλους από αυτήν την εμπειρία", γράφει.
Ο τρίτος λόγος είναι κατά τον Μάρτσελ Φράτσερ ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν υποκύπτει: «Φυσικά και έχουν κάτι διαφορετικό στο μυαλό τους οι αρχιτέκτονες των προληπτικών μέτρων» επισημαίνει. «Νομίζουν ότι μπορούν να εξαναγκάσουν την ελληνική κυβέρνηση να εφαρμόσει τις υποσχεθείσες μεταρρυθμίσεις αν επαπειλούνται αυτομάτως και άλλα πιο δυσάρεστα μέτρα. Αυτή η ιδέα ακούγεται έξυπνη αλλά δεν είναι, διότι τέτοια μέτρα μπορεί η ελληνική κυβέρνηση να τα αποφύγει και θα το κάνει. Και διότι ένα ακόμα μάθημα από τα έξι χρόνια της ελληνικής κρίσης είναι ότι οι δανειστές δεν μπορούν να εξαναγκάσουν την ελληνική κυβέρνηση να κάνει μεταρρυθμίσεις. Το προσπαθούν εδώ και χρόνια και συνεχώς αποτυγχάνουν. Πολύ περισσότερο οι δανειστές θα πρέπει να σκεφθούν πως θα οικειοποιηθεί η ελληνική κυβέρνηση τις μεταρρυθμίσεις. Αντί να την τιμωρούν για παραληφθείσες μεταρρυθμίσεις οι δανειστές θα έπρεπε να επιβραβεύουν τις επιτυχημένες μεταρρυθμίσεις», όπως τονίζει χαρακτηριστικά.
«Αυτό το κεντρικό ζήτημα αφορά στο κούρεμα για το οποίο πιέζουν ολοένα και πιο έντονα το ΔΝΤ και ορισμένοι Ευρωπαίοι. Τα ελληνικό χρέος θα αυξηθεί στα επόμενα χρόνια πιθανώς στο 200% του ΑΕΠ» γράφει και συνεχίζει : «Είναι αυταπάτη να θεωρείται ότι οι μελλοντικές καταβολές τόκων για αυτές τις οφειλές είναι χαμηλές, διότι αυτοί οι τόκοι είναι συνδεδεμένοι με τα επιτόκια της αγοράς στην Ευρωζώνη. Εάν αυτά τα επιτόκια ομαλοποιηθούν ξανά, τότε η Ελλάδα θα πρέπει να πληρώσει τόκους 5 ή 6%. Μαζί με την εξόφληση του δανείου, η οποία θα ξεκινήσει το 2023, η Ελλάδα πιθανόν θα πρέπει να καταβάλει ετησίως περισσότερο από το 15% του ΑΕΠ για την εξυπηρέτηση του χρέους. Ολοι συμφωνούν πως αυτό θα ήταν υπερβολικό και μη βιώσιμο".
Γι΄αυτό, ο Φράτσερ προτείνει να «εξετάσουν οι Ευρωπαίοι το θέμα της αναδιάρθρωσης του χρέους: όχι ένα κούρεμα αλλά τη σύνδεση των αποπληρωμής επιτοκίων με την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Εάν η χώρα κινηθεί προς τη λάθος κατεύθυνση θα ανακουφισθεί με την μείωση των τόκων. Αν αναπτύσσεται, τότε και οι δανειστές θα συμμετάσχουν κατά ένα μέρος σε αυτήν την επιτυχία. Κάτι τέτοιο δεν θα βελτίωνε απλώς τη βιωσιμότητα του χρέους, όπως αποδεικνύει μια έρευνα του DIW, αλλά θα έστελνε και ένα σημαντικό μήνυμα προς τη Ελλάδα: Δεν θέλουμε να σας τιμωρήσουμε, αλλά θέλουμε να επιτύχετε και να συμμετάσχουμε στο να βγάλουμε τη χώρα από την κρίση».
Και ο διακεκριμένος Γερμανός οικονομολόγος καταλήγει: «Ακόμα υπάρχει η ευκαιρία να εμποδιστεί η κλιμάκωση της ελληνικής κρίσης. Εν τούτοις, για να επιτευχθεί αυτό οι δανειστές πρέπει να πείσουν την ελληνική κυβέρνηση όχι μόνο να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις, αλλά θα πρέπει επίσης να αποφύγουν το λάθος των προληπτικών μέτρων και να αφήσουν ανοιχτή την προοπτική της αναδιάρθρωσης του χρέους με αντάλλαγμα το κλείσιμο του τρίτου πακέτου. Ετσι μπορεί ακόμα να αποφευχθεί το επόμενο κεφάλαιο του ελληνικού δράματος».