Του Βασίλη Γεώργα
Κανείς δεν μπορεί να πάρει πλέον σοβαρά τα χρονικά ορόσημα που θέτει η κυβέρνηση για την ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης.
Η συνεχής μετάθεση των δύσκολων αποφάσεων είναι ό,τι χειρότερο για μια οικονομία που έχει κολλήσει στο βούρκο, αλλά η πραγματικότητα είναι πως οι δείκτες του ρολογιού γυρίζουν ανεξέλεγκτα και κάθε φορά μετακινούνται ένα μήνα παρακάτω για να δώσουν περισσότερο χώρο στην περήφανη διαπραγμάτευση.
Μετά τη χθεσινή ενημέρωση Τσακαλώτου στη Βουλή, τώρα το χρονοδιάγραμμα βρίσκεται επισήμως στον Απρίλιο, αλλά συνωμοτικά οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ κλείνουν το μάτι και δείχνουν στην κυβέρνηση το Μάιο μην τύχει και πάνε στα χωριά τους έχοντας υπό μάλης τις περικοπές συντάξεων και τις αυξήσεις φόρων.
Σε μια πολύ κρίσιμη καμπή της διαπραγμάτευσης, η κυβέρνηση σύρεται από το κόμμα και επιχειρεί να διαχειριστεί τις εσωτερικές ισορροπίες, κρατώντας την υπόλοιπη χώρα σε παράλυση. Η διαφοροποίηση ηγετικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ από τη «γραμμή» με πιο χαρακτηριστική περίπτωση αυτή του Πάνου Σκουρλέτη, αλλά και οι προειδοποιητικές βολές στελεχών της ομάδας των 53+ όπως του βουλευτή Χρήστου Καραγιαννίδη, ο οποίος ζήτησε (Αυγή) να εγκριθεί πρώτα από την Κεντρική Επιτροπή του κόμματος η συμφωνία πριν έρθει στη Βουλή, αποτελούν δείγματα της ισχυρής πίεσης που δέχεται η κυβέρνηση από το κόμμα.
Μπορούμε ωστόσο πλέον να είμαστε λίγο περισσότερο αισιόδοξοι. Όχι γιατί από χθες είναι αισιόδοξος ακόμη και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ο οποίος εκτίμησε ότι βρισκόμαστε στην τελική ευθεία, αλλά επειδή αυτό προκύπτει από την εμφανή προσπάθεια του Ευκλείδη Τσακαλώτου και της Έφης Αχτσιόγλου να προσγειώσουν στην σκληρή πραγματικότητα την κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ και να την προετοιμάσουν για τη σκληρή συμφωνία θα κληθούν να ψηφίσουν.
Αν προέκυψε κάτι από τους δύο υπουργούς που κρατούν στα χέρια τους το ψαλίδι για τις περικοπές των συντάξεων, του αφορολόγητου και των εργασιακών δικαιωμάτων, αυτό είναι πως χθες έδωσαν το σύνθημα στους βουλευτές να εκτονώσουν την δυσαρέσκεια τους, να συμφιλιωθούν με την ιδέα ότι «δεν μπορεί να γίνει αλλιώς» και να συσπειρωθούν για να ψηφίσουν μέτρα τα οποία απέχουν παρασάγγας από όσα τους είχαν τάξει.
Το μήνυμα εκ μέρους των δανειστών είναι πως παραμένει ίδιο το πακέτο της συμφωνίας που εξ αρχής έχει πέσει στο τραπέζι και η κυβέρνηση δεν μπορεί να κάνει πλέον πολλά πράγματα για να το αλλάξει.
Τα εργασιακά αποτελούν το πιο δύσκολο κομμάτι για την πρώτη φάση της αξιολόγησης που αφορά την τεχνική συμφωνία για τις υποχρεώσεις μέχρι το 2018, και όσο δεν κλείνει, τόσο θα καθυστερεί η τελική συμφωνία. Η Έφη Αχτσιόγλου άφησε χθες να εννοηθεί ότι για να ξεπεραστεί το αδιέξοδο, η κυβέρνηση θα ζητήσει να αποσυνδεθούν οι ομαδικές απολύσεις και οι συλλογικές διαπραγματεύσεις από το Staff Level Agreement και οι αποφάσεις να μετατεθούν στο μέλλον. Δεν είναι καθόλου βέβαιο, όμως, ότι ένα τέτοιο αίτημα θα γίνει δεκτό από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Αν επιχειρηθεί, αυτό σημαίνει πως η «συνολική συμφωνία» οδεύει προς σαλαμοποίηση με μόνο στόχο να εκταμιευτούν κάποιες δόσεις χρηματοδότησης μέσα στο καλοκαίρι, και όλα τα μεγάλα θέματα (μεταρρυθμίσεις, χρέος, πλεονάσματα) να μετατεθούν για τον ερχόμενο χειμώνα...
Ένα άλλο «θολό πεδίο» που διευκρινίστηκε με κάθε τρόπο χθες στους βουλευτές, έχει να κάνει με τα περιβόητα «αντίμετρα» που επί μακρόν αποτέλεσαν τον πυλώνα της επιχειρηματολογίας για μια... δημοσιονομικά ουδέτερη συμφωνία. Εξηγήθηκε σε όλους το αυτονόητο: πως αυτά ακόμη και αν νομοθετηθούν μαζί με τα μέτρα των 3,6 δισ. ευρώ, αυτό δεν σημαίνει ότι θα εφαρμοστούν ταυτόχρονα με καθώς προϋπόθεση για αυτό είναι να ξεπεραστεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5%.
Η προσδοκία που καλλιεργεί η κυβέρνηση τις τελευταίες ημέρες είναι ότι το 2019 και το 2020 η οικονομία όχι μόνο έχει στο τσεπάκι της το 3,5%, αλλά η υπεραπόδοση με τα πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα θα είναι τόσο μεγάλη που το πρωτογενές πλεόνασμα το 2019-2020 θα ξεπεράσει το 4,5%-5,5% και συνεπώς θα υπάρχει χώρος για να εφαρμοστούν τα «αντίμετρα»…
(φωτογραφία: SOOC)