Τον κώδωνα του κινδύνου για ενδεχόμενη καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης κρούει η Κομισιόν, σε σημερινή της έκθεση, για την πορεία των δύο πρώτων αξιολογήσεων.
Σύμφωνα με την Καθημερινή, το βασικό μήνυμα είναι ότι η Ελλάδα έχει επιτύχει σημαντικές μεταρρυθμίσεις στα δημοσιονομικά, τον τραπεζικό τομέα, στο επιχειρηματικό περιβάλλον, στη δικαιοσύνη και τη δημόσια διοίκηση αλλά οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες θα πρέπει να συνεχιστούν καθώς η εφαρμογή τους θα κρίνει την επιτυχία του τρίτου προγράμματος.
Στον τραπεζικό τομέα, χάρη σε μια επιτυχημένη ανακεφαλαιοποίηση στα τέλη του 2015 «οι ελληνικές τράπεζες είναι τώρα καλά κεφαλαιοποιημένες, με μέσο δείκτη “Core Equity Tier” 1 17% (άνω του μέσου όρου της ζώνης του ευρώ 14.5 %) στο τέλος του 2016». Καταβάλλονται σημαντικές προσπάθειες για τη δημιουργία ενός πλαισίου για την μείωση σημαντικών μη λειτουργικών ανοιγμάτων (NPEs), τα οποία «μπορούν να λειτουργήσουν ως αποστράγγιση της οικονομίας και να παρεμποδίσουν τα κανάλια πίστωσης». Ο λόγος NPE των τεσσάρων συστημικών ελληνικών τραπεζών «παρέμεινε σε υψηλό επίπεδο 45% από το τέλος του 2016, παρά την πρόοδο που σημειώθηκε στην επίλυση των κόκκινων δανείων κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2016».
Υπενθυμίζεται ότι τα κόκκινα δάνεια από 100 δισ. που ήταν στα τέλη του 2016 θα πρέπει να έχουν μειωθεί στα 60 δισ. έως τα τέλη του 2019. Τονίζεται πως σωστή και έγκαιρη εφαρμογή των μέτρων για τη μείωση των κόκκινων δανείων (όπως πλειστηριασμοί κλπ.) «θα είναι καθοριστικής σημασίας για την εξασφάλιση της αποτελεσματικότητάς τους για την επίλυση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και θα αποτελέσει βασική προτεραιότητα για την τρίτη αξιολόγηση» προειδοποιεί η Επιτροπή.
Ανάπτυξη
Σύμφωνα με την έκθεση, παρά την μεγαλύτερη ανθεκτικότητα που έδειξε η ελληνική οικονομία από αυτή που αναμενόταν, το πραγματικό ΑΕΠ άρχισε να ανακάμπτει στα μέσα του 2016 και η «ανάκαμψη παραμένει εύθραυστη και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την πρόοδο των αναθεωρήσεων του προγράμματος στήριξης της σταθερότητας του ΕSM». Οι συνθήκες της αγοράς εργασίας βελτιώνονται, η απασχόληση αυξήθηκε κατά το 1% κατά το πρώτο εξάμηνο του 2017, η ανεργία μειώθηκε στο 21% τον Ιούλιο του 2017 αλλά, συνολικά, τα ποσοστά ανεργίας παραμένουν πολύ υψηλά, ιδίως στις νέες ηλικίες.
Η ανάπτυξη αναμένεται να φτάσει στο 2,5% το 2018, με την ιδιωτική κατανάλωση και τις επενδύσεις να είναι η κινητήριος δύναμή της, αλλά η έκθεση τονίζει ότι η ανάπτυξη είναι άμεσα συνυφασμένη με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης καθώς «τα καταστροφικά αποτελέσματα που είχε προς την εμπιστοσύνη της ελληνικής οικονομίας η καθυστέρηση της ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης ήταν εμφανή».
Η Ελλάδα έχει, μέχρι σήμερα νομοθετήσει τα πρόσθετα μέτρα που προβλέπεται να αποδώσουν 4,5% του ΑΕΠ έως το 2018. Υποστηριζόμενη από αυτά τα μέτρα και τις ευνοϊκές μακροοικονομικές εξελίξεις, η Ελλάδα υπερέβη το δημοσιονομικό της στόχο κατά περισσότερο από 3% του ΑΕΠ το 2016. Λαμβάνοντας υπόψη την εισαγωγή του Προγράμματος Εισοδήματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης (SSI), η Ελλάδα βρίσκεται σε καλό δρόμο για να επιτύχει το στόχο της για το πρωτογενές πλεόνασμα της τάξεως του 1,75% του ΑΕΠ το 2017.
Ληξιπρόθεσμες οφειλές
Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές μειώθηκαν από 9,7 δισ. τον Ιούνιο του 2016 σε 6,5 δισ. τον Ιούλιο του 2017, εξαιτίας των εκταμιεύσεων της πρώτης και δεύτερης δόσης που με συγκεκριμένο ποσό κάλυοταν τέτοιου είδους οφειλές. Παρά την πρόοδο στην εκκαθάριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών, «περισσότερες προσπάθειες θα χρειαστούν για να να εκκαθαρίσουν οι εναπομείνασες καθυστερημένες οφειλές αλλά και για να αντιμετωπιστούν τα διαρθρωτικά προβλήματα που οδηγούν στη συσσώρευση νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών», σημειώνεται.
Όσον αφορά τη δυσκολία της Ελλάδας στη συλλογή φόρων και την πάταξη της φοροδιαφυγής, η ίδρυση της Ανεξάρτητης Αρχής Εσόδων έχει βοηθήσει στην περαιτέρω χρήση ηλεκτρονικών πληρωμών βελτίωσης της συνεργασίας μεταξύ δικαστικών και φορολογικών αρχών και προώθηση μέτρων για καταπολέμηση του λαθρεμπορίου.
Παράλληλα, οι μεταρρυθμίσεις στο ασφαλιστικό σύστημα που έγιναν το 2015-2016 υπολογίζεται ότι θα φέρουν έσοδα ύψους 1,5% του ΑΕΠ το 2018 και 2,5% μέχρι το 2025. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στην έκθεση στο ότι όλα τα συνταξιοδοτικά ταμεία ενώθηκαν σε ένα.
Οι μεταρρυθμίσεις στις ελληνικές αγορές ενέργειας προχωρούν και αναμένεται να οδηγήσουν σε μεγαλύτερο ανταγωνισμό, λιγότερες στρεβλώσεις και αύξηση των επενδύσεων, προσφέροντας οφέλη σε όλους τους καταναλωτές, σημειώνεται στην έκθεση.