Του Βασίλη Γεώργα
Πράσινο φως στις τράπεζες να προχωρούν σε ρυθμίσεις κόκκινων δανείων χωρίς τον «βραχνά» συγκεκριμένων δεσμεύσεων και τύπων ρυθμίσεων για τις διάφορες κατηγορίες δανειοληπτών όπως επεδίωκε η κυβέρνηση, ανάβει ο νέος Κώδικας Δεοντολογίας της Τράπεζας της Ελλάδας που τίθεται πλέον επίσημα σε εφαρμογή.
Η δημοσίευση του Κώδικα Δεοντολογίας στο ΦΕΚ λύνει σε σημαντικό βαθμό τα χέρια στις τράπεζες να προχωρήσουν στο επόμενο στάδιο της «ενεργητικής διαχείρισης» των κόκκινων δανείων. Θεσπίζει μεν, πλήθος απαραίτητων γραφειοκρατικών υποχρεώσεων ως προς τα στάδια ενημέρωσης και διαπραγμάτευσης με τους δανειολήπτες, αλλά επί της ουσίας εισάγει ελάχιστους περιορισμούς ως προς τις τελικές αποφάσεις οι οποίες θα λαμβάνονται αποκλειστικά από τις τράπεζες με γνώμονα την ανάγκη ταχείας μείωσης του όγκου των 108 δισ. ευρώ κόκκινων δανείων και μη επισφαλών ανοιγμάτων, σε συνδυασμό με την οικονομική και περιουσιακή κατάσταση των δανειοληπτών και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ενός εκάστου.
Το πνεύμα από το οποίο διαπνέεται ο Κώδικας Δεοντολογίας είναι ότι οι τράπεζες αντιμετωπίζουν το πρόβλημα και αυτές γνωρίζουν πως θα το αντιμετωπίσουν καλύτερα. Αναφέρεται χαρακτηριστικά πως ως «κατάλληλη λύση» για την αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων θεωρείται εκείνη που διασφαλίζει τη συμμόρφωση της τράπεζας με τις εποπτικές της υποχρεώσεις, λαμβάνοντας όμως παράλληλα υπόψη τη συνολική οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη ( εισοδήματα, ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία, άλλες οφειλές, ελάχιστες δαπάνες διαβίωσης κλπ). Η αξιολόγηση κάθε λύσης επίσης θα βασίζεται σε κριτήρια και διαδικασίες που θεσπίζει η ίδια η τράπεζα καθώς στον Κώδικα Δεοντολογίας δίνονται μόνο γενικές κατευθύνσεις.
Παρά τις επίμονες πιέσεις της κυβέρνησης προς την ΤτΕ ώστε ο νέος Κώδικας Δεοντολογίας να προβλέπει συγκεκριμένες και δεσμευτικές ρυθμίσεις ανά κατηγορία δανειολήπτη οι οποίες να διασφαλίζουν «βιώσιμες λύσεις», το τελικό κείμενο βρίσκεται πολύ μακριά από τις προσδοκίες του οικονομικού επιτελείου. Για πολλά κυβερνητικά στελέχη που ανησυχούν για την πολιτική ζημιά που θα μπορούσε να προκαλέσει η αίσθηση ότι οι δανειολήπτες αφήνονται «απροστάτευτοι» στις διαθέσεις και τα κίνητρα των τραπεζιτών και των funds που θα εμπλακούν στη διαχείριση των επιχειρηματικών και στεγαστικών δανείων, η μη πρόβλεψη συγκεκριμένων και υποχρεωτικών ρυθμίσεων μέσω του Κώδικα Δεοντολογίας, αποτελεί αφορμή ώστε να ενταθεί το προσεχές διάστημα η πολεμική κατά του διοικητή της ΤτΕ Γ. Στουρνάρα.
Το νέο πλαίσιο προβλέπει μεν, μια σειρά από προαιρετικές επιλογές που θα έχουν στη διάθεσή τους οι τράπεζες ώστε να ρυθμίσουν βραχυπρόθεσμα, μακροπρόθεσμα ή οριστικά τα δάνεια των πελατών τους (π.χ μετατροπή σε balloon με διαχωρισμό του δανείου σε δύο μέρη, δυνατότητα διαγραφής, επιμήκυνσης, μείωσης επιτοκίων, ενοικίαση, πλειστηριασμό κλπ) αλλά δεν θα προκαθορίζει ούτε συγκεκριμένα κριτήρια ούτε ποιες λύσεις θα εφαρμόζονται ανά περίπτωση.
Ενδεικτικό είναι μάλιστα πως ο Κώδικας προκρίνει πλειστηριασμούς ακινήτων ακόμη και σε κοινωνικά ευπαθείς ομάδες υπό την προϋπόθεση ότι οι τράπεζες θα διευκολύνουν την αποπληρωμή αν τα σπίτια πωλούνται σε τιμή μικρότερη του δανείου.
Σε κάθε περίπτωση, η δημοσίευση του Κώδικα Δεοντολογίας από την ΤτΕ που συνέπεσε με την αναζωπύρωση των ανησυχιών για την κατάσταση του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος, αποτελεί ένα ακόμη μεγάλο βήμα προς τη γραμμή εκκίνησης του μαραθώνιου αγώνα για την αντιμετώπιση του τεράστιου προβλήματος των κόκκινων δανείων.
Τα επόμενα σημαντικά βήματα πριν το τραπεζικό σύστημα περάσει στο στάδιο εφαρμογής του ολοκληρωμένου θεσμικού πλαισίου ενεργητικής διαχείρισης είναι να βρεθεί ένας εύσχημος τρόπος για να μην ανησυχούν για πιθανές ποινικές ευθύνες τα στελέχη των τραπεζών που θα παίρνουν αποφάσεις διαχείρισης των δανείων, και παράλληλα να θεσπιστεί το πολιτικά δύσκολο θεσμικό πλαίσιο για τον «εξωδικαστικό συμβιβασμό» τραπεζών και επιχειρήσεων που μεταξύ άλλων αποσκοπεί στο να διευκολύνει τις τράπεζες να αναλαμβάνουν οι ίδιες τα κλειδιά των «κόκκινων» επιχειρήσεων και είτε να προχωρούν σε αναδιαρθρώσεις υποχρεώσεων, είτε να τις οδηγούν με συνοπτικές διαδικασίες σε εκκαθάριση.
Τι προβλέπει ο Κώδικας Δεοντολογίας
Με τον Κώδικα θεσπίζονται γενικές αρχές συμπεριφοράς και «βέλτιστες πρακτικές» μεταξύ τραπεζών και δανειοληπτών. Προβλέπει αναλυτικά τα στάδια και τα χρονοδιαγράμματα που πρέπει να ακολουθήσουν οι τράπεζες και οι δανειολήπτες για να διαπραγματευτούν ρυθμίσεις, τις διαδικασίες με βάση τις οποίες ένας δανειολήπτης θα χαρακτηρίζεται «μη συνεργάσιμος» και η περιουσία του ή αντίστοιχα των εγγυητών θα βγαίνει σε πλειστηριασμό, συστήνει στις τράπεζες να ακολουθήσουν ιδιαίτερο χειρισμό των δανειοληπτών που ανήκουν σε κοινωνικά ευαίσθητες ομάδες, προτείνει διαδικασίες αντιμετώπισης των δανείων που βρίσκονται σε «αρχική καθυστέρηση», εισάγει τη δυνατότητα υποβολής ενστάσεων από τους μη συνεργάσιμους δανειολήπτες, ενώ αντιμετωπίζει με ακόμη λιγότερο δεσμευτικό πλαίσιο τις πολύ μικρές επιχειρήσεις που χρωστούν. η ίδια η τράπεζα. Συστήνει επίσης στις τράπεζες που έχουν κοινούς δανειολήπτες να συνεργάζονται για να βρίσκουν και κοινά αποδεκτές λύσεις, απέχοντας από δικαστικές ενέργειες εναντίον τους.
Εξαιρέσεις
Από την εφαρμογή του Κώδικα εξαιρούνται τα δάνεια που έχουν καταγγελθεί πριν την 1.1.2015, δάνεια για τα οποία έχει οριστεί δικάσιμος για την υπαγωγή τους στο Νόμο Κατσέλη καθώς και απαιτήσεις για τις οποίες έχουν κινηθεί δικαστικές ενέργειες από τρίτους πιστωτές.
Τα στάδια
Οι τράπεζες καλούνται να εφαρμόσουν πέντε στάδια για να χειριστούν δανειολήπτες με καθυστερημένες οφειλές πριν καταλήξουν στις αποφάσεις τους:
1.Επικοινωνία με τον δανειολήπτη
Η επικοινωνία με τον δανειολήπτη ξεκινά αμέσως μόλις διαπιστώνεται καθυστέρηση στην καταβολή δόσης και προτείνεται να υπαχθεί σε Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων για την εξέταση εναλλακτικών λύσεων. Αν η δόση καθυστερήσει 60 ημερολογιακές ημέρες στέλνεται γραπτή ειδοποίηση και αναλυτική ενημέρωση μέσα στις επόμενες 30 ημέρες. Σε αυτή περιλαμβάνεται και το αίτημα συμπλήρωσης αναλυτικής τυποποιημένης οικονομικής κατάστασης. Αν ο δανειολήπτης έχει ακίνητο που θα μπορούσε να εκπλειστηριαστεί και δεν ανταποκριθεί, η τράπεζα στέλνει εντός 30 ημερών δεύτερη προειδοποιητική επιστολή για τον κίνδυνο χαρακτηρισμού του ως μη συνεργάσιμου, τις συνέπειες που θα έχει, τον υπολογισμό της εναπομείνασας οφειλής και των τόκων μετά από ρευστοποίηση, και του προτείνει ενέργειες ώστε να το αποφύγει.
2. Συγκέντρωση οικονομικών και άλλων πληροφοριών από τον ίδιο τον δανειολήπτη και οποιαδήποτε άλλη πηγή.
Οι τράπεζες ζητούν αναλυτική οικονομική κατάσταση από τον δανειολήπτη με βάση το τυποποιημένο έγγραφο (αποδοχές, οικογενειακή κατάσταση, προσωπικά στοιχεία, προηγούμενη εργασία κλπ) και αποδεικτικά στοιχεία για επιβεβαίωση των πληροφοριών. Έχουν το δικαίωμα να αναζητήσει «και από άλλες πηγές επαρκούς πληροφόρησης στοιχεία, ιδίως από οντότητες με σκοπό την τήρηση και παρακολούθηση περιουσιακών στοιχείων και στοιχείων οικονομικής συμπεριφοράς».
3. Αξιολόγηση των οικονομικών του στοιχείων.
Για να προσδιορίσουν την ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη οι τράπεζες συνεκτιμούν μεταξύ άλλων την περιουσιακή του κατάσταση, την τρέχουσα ικανότητα αποπληρωμής λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των χρεών του (δάνεια, φόροι, ασφαλιστικές εισφορές κλπ), ενώ για να εκτιμήσουν τη μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής καλούνται να λάβουν υπόψη τις «εύλογες δαπάνες διαβίωσης», την ηλικία, το επάγγελμα, την οικογενειακή κατάσταση, την υγεία του δανειολήπτη κ.α. Οι τράπεζες εκτιμούν επίσης την εμπορική αξία κάθε περιουσιακού στοιχείου που θα μπορούσε να αποτελέσει πρόσθετη εμπράγματη εξασφάλιση του δανείου
4. Πρόταση των κατάλληλων λύσεων για τον κάθε δανειολήπτη
Στους συνεργάσιμους δανειολήπτες οι τράπεζες προτείνουν εντός 4 μηνών μία ή περισσότερες εναλλακτικές λύσεις (βλέπε πίνακα) ρύθμισης του δανείου και μόνο αν καμία δεν συμφωνηθεί, η τράπεζα προχωρά σε «οριστική διευθέτηση» του δανείου όπως μεταξύ άλλων εθελοντική παράδοση ακινήτων στην τράπεζα, μεταβίβαση της κυριότητας του ακινήτου και μετατροπή του δανείου σε ενοικίαση, εθελοντική εκποίηση, συμφωνία για πλειστηριασμό ή εφόσον δεν υπάρχουν ρευστοποιήσιμα στοιχεία, σε ολική διαγραφή της οφειλής. Στο έγγραφο πρότασης ρύθμισης, περιγράφονται μεταξύ άλλων αναλυτικά οι όροι της λύσης (επιτόκιο, επιμήκυνση, χρονοδιάγραμμα, ελάφρυνση οφειλής κλπ). Οι τράπεζες καλούνται να εξετάζουν ενιαίες λύσης ρύθμισης για όλες τα δάνεια προς την ίδια.
Ο δανειολήπτης από την πλευρά του είτε παρέχει τη συναίνεσή του στη ρύθμιση, είτε καταθέτει αντιπρόταση την οποία η τράπεζα εξετάζει εντός 2 μηνών, είτε ζητά διαμεσολαβητή, είτε δηλώνει ότι αρνείται να συναινέσει σε οποιαδήποτε πρόταση.
5. Διαδικασία εξέτασης ενστάσεων
Δυνατότητα ένστασης έχουν μόνο όσοι χαρακτηρίζονται μη συνεργάσιμοι δανειολήπτες.
Μη συνεργάσιμοι δανειολήπτες
Η τράπεζα έχει τη δυνατότητα να χαρακτηρίσει «μη συνεργάσιμο» ένας δανειολήπτη ο οποίος αρνείται να παράσχει στοιχεία, και εν συνεχεία να κινήσει διαδικασίες πλειστηριασμού. Υποχρεούται να τον ενημερώσει σε διάστημα 15 ημερών για το χρονοδιάγραμμα του πλειστηριασμού, τον κίνδυνο που αντιμετωπίζουν οι εγγυητές του, το ενδεχόμενο αποκλεισμού του από τη δυνατότητα υπαγωγής στο Νόμο Κατσέλη κλπ. Ο δανειολήπτης έχει το δικαίωμα υποβολής ένστασης κατά της απόφασης της τράπεζας.
Ευπαθείς Ομάδες
Στον Κώδικα Δεοντολογίας, υπάρχει ειδική μνεία ως προς τον τρόπο επικοινωνίας για τη μεταχείριση των δανειοληπτών που εντάσσονται στις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες και ειδικότερα για δανειολήπτες με προβλήματα υγείας, ΑμεΑ κ.λπ.,
Για οικονομικά ευάλωτους δανειολήπτες που είναι συνεργάσιμοι αλλά έχουν εισόδημα χαμηλότερο από τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, δεν διαθέτουν οι ίδιοι ή οι οικογένειές τους (σύζυγοι, παιδιά) ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία και διαμένουν σε πρώτη κατοικία αντικειμενικής αξίας έως 140.000 ευρώ, οι τράπεζες προτείνουν είτε λύσεις μακροχρόνιων ρυθμίσεων, είτε λύσεις «οριστικής διευθέτησης» συνεκτιμώντας ιδίως αν παράλληλα με τις οικονομικές δυσκολίες συντρέχουν και προβλήματα υγείας.
Στον Κώδικα διευκρινίζεται μάλιστα πως σε περίπτωση που η λύση οριστικής διευθέτησης περιλαμβάνει εκποίηση της κατοικίας σε τιμή μικρότερη της οφειλής, θα πρέπει να προβλέπεται διευκόλυνση αποπληρωμής της εναπομείνασας οφειλής.
Τι είδους ρυθμίσεις προτείνονται
Βραχυπρόθεσμες Ρυθμίσεις
-Κεφαλαιοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών
-Τακτοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών
-Μειωμένη δόση μεγαλύτερη από τους οφειλόμενους τόκους
- Καταβολή μόνο τόκων
-Μειωμένη δόση μικρότερη των τόκων
-Περίοδος χάριτος
Μακροπρόθεσμες Ρυθμίσεις (άνω των 2 ετών)
- Μείωση επιτοκίου
- Παράταση διάρκειας αποπληρωμής
- Διαχωρισμός οφειλής σε τμήματα
- Μερική διαγραφή
- Λειτουργική αναδιάρθρωση επιχείρησης
- Συμφωνία ανταλλαγής χρέους με μετοχικό κεφάλαιο
Λύσεις οριστικής διευθέτησης
- Εθελοντική παράδοση ακινήτου στην τράπεζα
- Μετατροπή σε ενοικίαση/χρηματοδοτική μίσθωση
- Εθελοντική εκποίηση ενυπόθηκου ακινήτου
- Διακανονισμός απαιτήσεων
- Πλειστηριασμός υπέρ της τράπεζας σε συμφωνία με δανειολήπτη
- Ολική διαγραφή οφειλής